Ολυμπιακός: Ο πωλητής πασατέμπων... που βάφτισε τον θρύλο του Νίκου Γιούτσου

Ολυμπιακός: Ο πωλητής πασατέμπων… που βάφτισε τον θρύλο του Νίκου Γιούτσου – Ο Νίκος Γιούτσος γιορτάζει τα γενέθλια του

Ο Νίκος Γιούτσος γιορτάζει τα γενέθλιά του στις 16 Απριλίου και ο Ολυμπιακός γιορτάζει μαζί του, αφού πρόκειται για μια σπουδαία φυσιογνωμία του συλλόγου.

Δύο τύποι κάθονται σε ένα μπαρ. Ο ένας έχει φάει με τα μάτια του μία κοπέλα, η οποία κάθεται με τη φίλη της και συζητούν. Του ρίχνει ματιές αποσπασματικά, αλλά ο πρωταγωνιστής της ιστορίας δεν νιώθει ότι του δίνει το «πράσινο φως». Σε κάποια φάση, ρωτάει το φίλο του: «Τι να κάνω;» Ο άλλος τού απαντάει πολύ φυσικά, «πήγαινε ρε, τι έχεις να χάσεις;» Ο πρώτος παίρνει μια βαθιά ανάσα: «Πάω». Όπως ξεκινάει για να την πλησιάσει, ο φίλος του αναφωνεί: «Έμπαινε Γιούτσο!»

Από το να ζητήσεις αύξηση από τον ιδιοκτήτη μίας εταιρείας μέχρι να ανοίξεις τη δική σου, η ατάκα που δημιουργήθηκε για τον Νίκο Γιούτσο, έναν ποδοσφαιριστή που πρόλαβε να είναι και στου Μπούκοβι την ομαδάρα, αλλά και σε εκείνο το σπουδαίο συγκρότημα που φιλοτέχνησε ο Νίκος Γουλανδρής το 1972, το οποίο και κατέκτησε τρία διαδοχικά πρωταθλήματα, έχει ξεχωριστή θέση στη λαϊκή μυθολογία.

Δεν είναι επιστήμη ότι αυτή η ιστορική φράση, που αναδείκνυε την ικανότητα του Γιούτσου, που γιορτάζει τα γενέθλιά του στις 16 Απριλίου, να εφορμά προς την αντίπαλη περιοχή, ενέχει το στοιχείο της λαϊκής σοφίας. Λίγες εβδομάδες μετά το ντεμπούτο του με τον Παναθηναϊκό στις 10 Ιανουαρίου του 1965 στη Λεωφόρο (1-1),ο 22χρονος ποδοσφαιριστής έβαλε το μοναδικό γκολ στη νίκη επί του ΠΑΟΚ στην Τούμπα, 1-0, όταν οι φίλοι του «δικέφαλου του Βορρά», επειδή θεώρησαν ότι η ομάδα τους αδικήθηκε και διότι όλα πρέπει να αλλάξουν για να παραμείνουν ίδια, μπήκαν στο γήπεδο και… βούλιαξαν τα δοκάρια. Η μυθολογία ανακατεύεται με την αλήθεια, άλλωστε, για έναν ποδοσφαιριστή που στον Ολυμπιακό έπαιξε δέκα χρόνια και που, όταν στις αρχές, λόγω της ένδειας σε ρουχισμό και εξοπλισμό, ήθελε να γυρίσει στην Ουγγαρία, όπου μεγάλωσε.

Ουσιαστικά, αυτό που τον κράτησε στην Ελλάδα, όταν έφτασε στο αεροδρόμιο τον Δεκέμβριο του 1964 προκειμένου να φύγει για τη Βουδαπέστη, ήταν πως στον Ολυμπιακό τού έβγαλαν εισιτήριο «λεσέ πασέ», δηλαδή μονομερές. Ο Γιούτσος, που αργότερα περιέγραψε μια απίθανη ιστορία, ότι έπρεπε να επιστρέψει στη Βουδαπέστη για να δει τη γυναίκα του, Λιάνα, και ότι από εκεί θα έφευγε για την Αφρική, ώστε να συμμετάσχει σε κάτι φιλικά που θα έδινε η πρώτη ομάδα του, Τσέπελ, για να γυρίσει στον Πειραιά ύστερα από λίγες μέρες και να παίξει στο πρωτάθλημα, ήθελε να φύγει τινί τρόπω από τη χώρα. Όχι μόνο έμεινε κατά τη διάρκεια της ποδοσφαιρικής θήτειας του, αλλά δεν το ξανακούνησε.

Για να γίνει η μεταγραφή στον Ολυμπιακό, άλλωστε, έπρεπε να υπερκεραστούν πολλά εμπόδια: μεταξύ αυτών το ονοματεπώνυμό του, Μίκλας Γιούτσοφ, το οποίο του δόθηκε όταν έφτασε στη Βουδαπέστη πιτσιρικάς, μαζί με την αδελφή του, από την Καστοριά, όπου γεννήθηκε. Η μητέρα του, Μαρία, χήρα και με μια ζωή που φάνταζε… οροσειρά, τον έστειλε στη χώρα της κεντρικής Ευρώπης το 1949, όταν, πια, ο εμφύλιος πόλεμος είχε βουλιάξει την Ελλάδα στους νεκρούς. Ο Γιούτσος είχε ταλέντο στο ποδόσφαιρο και για την περίπτωσή του πληροφορήθηκε πρώτα η ΑΕΚ, όταν ένας γραμματέας της ελληνικής πρεσβείας στη Βουδαπέστη, με το επώνυμο Παππάς, μίλησε στο γιατρό και παράγοντα της «Ένωσης», Βασίλη Χατζηγιάννη, για ένα ταλέντο που έπαιζε στη χώρα και το οποίο ήταν ελληνόπουλο. Αυτό δεν πέρασε αδιάφορο από τα ευήκοα ώτα του πατριάρχη της εφημερίδας «Φως των Σπορ», Θόδωρου Νικολαΐδη. Για τον Ολυμπιακό, όλα διευθετήθηκαν όταν ο διεθνής Έλλην Μανώλης Γλέζος μεσολάβησε ως… κουμπάρος, προκειμένου να γίνει ο «γάμος».

Το γκολ-πρωτάθλημα και το σύνθημα

Το ύψος του σε συνδυασμό με την τεχνική του τον έκαναν κοσμαγάπητο. Η συνεργασία του με τον Βασίλη Μποτίνο και τον Γιώργο Σιδέρη, με τον οποίο βγήκε μπροστά ως τιμ προπονητών μετά τη φυγή του Νίκου Αλέφαντου το 1994, έπειτα από την ήττα 3-0 από τη Μαρσέιγ, που έπαιζε στη δεύτερη κατηγορία του γαλλικού πρωταθλήματος, για το Κύπελλο UEFA, υπήρξε υποδειγματική, κατά τις αφηγήσεις. Ο Γιούτσος, όμως, ήταν και εκείνος που σκόραρε το πιο σημαντικό γκολ του Ολυμπιακού σε όλη τη δεκαετία του ’60, και μάλιστα χρειάστηκε το… στήθος του για να το καταφέρει: αυτό συνέβη στο Καραϊσκάκη επί του Πανσερραϊκού, στις 5 Ιουνίου 1966. Είναι και δεν είναι δόκιμο να αναφερθεί ότι στον πάγκο της ομάδας καθόταν ένας συμπατριώτης του, ο Μάρτον Μπούκοβι, παρ’ όλα αυτά ο Ολυμπιακός είχε βρει έναν προπονητή που θα τον οδηγούσε στην κορυφή της Ελλάδας για πρώτη φορά μετά το 1959 και ήταν πρωτοπόρος στο πρωτάθλημα, με ένα βαθμό διαφορά από τον Παναθηναϊκό.

Με το σκορ στο 1-1, μετά την εκτέλεση φάουλ του Σιδέρη και την ισοφάριση από τον Γιώργο Μπητζίδη, ο τότε 24χρονος επιθετικός μπήκε με την μπάλα στα δίχτυα, σχεδόν κυριολεκτικά, αφού σκόραρε με το στήθος στο 90’. Ο Ολυμπιακός διατήρησε το προβάδισμα και φροντισε να νικήσει άνετα στα δύο τελευταία παιχνίδια, προκειμένου να κατακτήσει το πρωτάθλημα. Τότε χρονολογούνται τα πρωτόλεια της παρότρυνσης «Έμπαινε Γιούτσο», με τα πνευματικά δικαιώματα της φράσης να ανήκουν σε έναν πωλητή πασατέμπων, ονόματι Νίκο, στο Καραϊσκάκη.

Η… απόδραση

Ο Γιούτσος υπήρξε σταθερός στη θητεία του με τον Ολυμπιακό. Σκόραρε 100 γκολ σε 276 ματς και έφυγε αδόκητα, τη χρονιά, μάλιστα, που δεν υπήρχε οποιαδήποτε ένδειξη ότι θα τελείωνε στραβά. Την άνοιξη του 1974, ένας καβγάς με τον Λάκη Πετρόπουλο τον έθιξε, με αποτέλεσμα να δραπευτεύσει από το ξενοδοχείο που είχε καταλύσει η ομάδα πριν τον τελικό Κυπέλλου με τον ΠΑΟΚ. Οι «ερυθρόλευκοι», μετά το 2-2, ηττήθηκαν στα πέναλτι και ο Γιούτσος δεν έπαιξε ξανά με τη φανέλα τους. Πάντως, είχε προλάβει να σκοράρει και το πιο σημαντικό γκολ του Ολυμπιακού στα Κύπελλα Ευρώπης, το 1-0 στη Σαρδηνία επί της Κάλιαρι του Τζίτζι Ρίβα, στις 27 Σεπτεμβρίου 1972. Μαζί με το 2-1 στο Καραϊσκάκη, σηματοδότησε την πρόκριση του Ολυμπιακού στο δεύτερο γύρο του Κυπέλλου UEFA εκείνη τη χρονιά.

Ο κατά τον Φέρεντς Πούσκας «εγκεφαλικός άσος της Ελλάδας», που λάτρευε το ούζο για αυτό πήρε εκείνο το παρατσούκλι -μάλιστα κατά τη διάρκεια διαφήμισης για το ούζο «12» ένας φίλαθλος πετάχτηκε και είπε «να ρωτήσουμε τον Γιούτσο, αυτός ξέρει- είχε βάλει 10 από τα 102 γκολ του Ολυμπιακού στο πρωτάθλημα τη σεζόν 1973-74, το ένα εκ των οποίων με χτύπημα κόρνερ. Έπαιξε για δύο χρόνια στον Εθνικό και σταμάτησε το ποδόσφαιρο, έχοντας και τον πενιχρό λογαριασμό των 6 γκολ σε 15 συμμετοχές με την εθική ομάδα. Κατέκτησε τέσσερα πρωταθλήματα (1966, 1967, 1973, 1974) και ισάριθμα Κύπελλα (1965, 1968, 1971, 1973) με τον Ολυμπιακό.

Το 2006 πολιτεύτηκε στο πλευρό του Παναγιώτη Φασούλα στις του παρέδωσε και το νεοσύστατο γήπεδο του Αγίου Διονυσίου προς χρήση και έγινε πρόεδρος του αθλητικού οργανισμού.   

 

 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News