Παγκόσμιο Κύπελλο 1990: Ο Πολ Γκασκόιν έσκυψε για να κάνει τον Μπέρτχολντ να σκάσει

Παγκόσμιο Κύπελλο 1990: Ο Γκασκόιν πήγε πάνω στον Μπέρτχολντ για να τον κάνει να σκάσει | Αφιέρωμα | Ήρωες του αθλητισμού | Παγκόσμιο Κύπελλο | Ποδόσφαιρο

Ύστερα από το μαρκάρισμα στον Τόμας Μπέρτχολντ, ο Πολ Γκασκόιν πήρε την κίτρινη κάρτα, κάτι που έφερε ένα άνευ προηγουμένου ξέσπασμα και, πέρα από κάθε φαντασία και παρά τον αποκλεισμό με τη Δυτική Γερμανία στον ημιτελικό της 4ης Ιουλίου 1990, για το Παγκόσμιο Κύπελλο, το κλάμα του έγινε η απαρχή της νέας εποχής για την Αγγλία και την εθνική ομάδα.

Αυτό που προσπάθησε να κάνει ο Πολ Γκασκόιν, στο 98ο λεπτό του ημιτελικού με τη Δυτική Γερμανία στο Τορίνο, ήταν να ανακτήσει την κατοχή της μπάλας. Ο Λόταρ Ματέους, που ήταν δίπλα του, απλώς είχε αλλοιώσει την πορεία της, αλλά ξαφνικά, από το πουθενά, πετάχτηκε ο Τόμας Μπέρτχολντ. Ο «Γκάζα», που είχε προλάβει να ενσωματωθεί στην ομάδα του Μπόμπι Ρόμπσον ένα χρόνο πριν και κέρδισε τη θέση βασικού ύστερα από ένα 4-2 με την Τσεχοσλοβακία στις αρχές του 1990, άπλωσε το πόδι του για να προσπαθήσει να κρατήσει την μπάλα στην κατοχή της Αγγλίας. Ο Μπέρτχολντ έπεσε κάτω. Και ο Γκασκόιν πήγε προς το μέρος του.

Θα περίμενε κάποιος πως ο 23χρονος διεθνής θα πήγαινε προς τον Γερμανό μπακ, ο οποίος σφάδαζε στο έδαφος, προκειμένου να θολώσει τα νερά, ως πράξη παραδοχής, με την οποία θα έδειχνε ότι το μυαλό του βρίσκεται στο τίμιο παιχνίδι -και πως αυτό ήταν ένα ατύχημα, που δεν θα άξιζε να επισείει την κίτρινη κάρτα, με την οποία θα έχανε το επόμενο παιχνίδι της Αγγλίας, που όλοι ευελπιστούσαν να είναι ο τελικός. Αυτές οι υποθέσεις έμοιαζαν λογικές, με τον Γκάζα να βρίσκεται πάνω από τον Μπέρτχολντ και τον Γκάρι Λίνεκερ απέναντί του.

Όμως, ο Γκασκόιν δεν το έκανε γι’ αυτό. Αντιθέτως, με τον Μπέρτχολντ δίπλα του να ουρλιάζει από πόνο, πιθανότατα βάζοντας και το στοιχείο της υποκριτικής στην εξίσωση, πήγε από πάνω του και έσκυψε, όχι για να δει σε ποια κατάσταση βρισκόταν αλλά, για να του κλείσει το στόμα. Ο Γκασκόιν θεώρησε ότι ο διαιτητής της αναμέτρησης, Βραζιλιανός Χοσέ Ραμίζ Ράιτ, θα άκουγε, μέσα αυτήν την οχλαγωγία που γινόταν στο «Ντέλε Άλπι» του ιταλικού Βορρά, τον Γερμανό διεθνή να… φωνάζει και γι’ αυτό θα του έδινε την κίτρινη κάρτα.

Ένα παιδιάστικο κλάμα που συγκίνησε

Η Αγγλία προερχόταν από μια περίοδο ποδοσφαιρικής εσωστρέφειας, η οποία είχε φτάσει στο πικ της την τελευταία πενταετία και κυρίως με την τιμωρία των ομάδων της στα Κύπελλα Ευρώπης. Ο χουλιγκανισμός γινόταν προσπάθεια να μειωθεί, τουλάχιστον ενώπιον των ματιών του κόσμου. Όταν το BBC έκανε την εκπομπή του για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990 και διάλεξε για μουσικό θέμα του το «Nessun Dorma», την άρια του Τζιάκομο Πουτσίνι, ενδεχομένως οι ιθύνοντές του δεν μπορούσαν να φανταστούν πως ο ήχος σε συνδυασμό με την εικόνα θα άλλαζε την ποδοσφαιρική κουλτούρα στη χώρα. Σε μια εποχή που το μίσος στην Αγγλία περίσσευε, οι νεαροί δεν παρακολουθούσαν ποδόσφαιρο και οι οικογένειες δεν πλησίαζαν στα γήπεδα, που η πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ έριχνε λάδι στη φωτιά της βίας δηλώνοντας ότι δεν της άρεσε το ποδόσφαιρο, η εθνική ομάδα έμοιαζε να ακολουθεί αυτήν την καθοδική πορεία, αλλά η πορεία της στην Ιταλία ήταν καθηλωτική.

Η μειλίχια φιγούρα του Μπόμπι Ρόμπσον και οι in extremis ήρωες, όπως ο Ντέιβιντ Πλατ, που έβαλε ένα απίθανο γκολ στο 119’ της αναμέτρησης με το Βέλγιο, στις 26 Ιουνίου 1990 στο «Νταλ’ Άρα» της Μπολόνια, υπήρξαν καθοριστικοί ώστε το ενδιαφέρον του κόσμου να αυξάνεται προοδευτικά όσο η διοργάνωση όδευε προς το τέλος της και τα «τρία λιοντάρια» βρίσκονται στη διεκδίκηση του τροπαίου. Σαράντα χρόνια έπειτα από την ήττα-ντροπή από τους Αμερικανούς και μόλις τέσσερα μετά την κασκαρίκα που τους σκάρωσε ο Ντιέγκο Μαραντόνα, αλλά και δύο έπειτα από την αποτυχημένη πορεία στο Euro 1988, με τρεις ήττες από Ιρλανδία (η πιο επώδυνη, μια και οι γείτονες είχαν για προπονητή τον Άγγλο Τζάκι Τσάρλτον), Σοβιετική Ένωση και Ολλανδία, ουδείς περίμενε πως οι παίκτες του Ρόμπσον θα βρίσκονταν τόσο μακριά στη διοργάνωση.

Αλλά ουδείς, κιόλας, έκανε τη διαφορά στην ψυχοσύνθεση των θεατών και του αγγλικού ποδοσφαίρου όπως ο «Γκάζα», που με μια τρυφερή αφέλεια και μια συμπεριφορά σχεδόν παιδιάστικη, αλλά και ταλέντο το οποίο ουδόλως αμελητέο ήταν, τσάκιζε κόκαλα. Ό,τι έγινε έπειτα από το μαρκάρισμα στον Μπέρτχολντ και την κίτρινη κάρτα, με την οποία θα έχανε αυτό που νόμιζε πως θα ήταν ο τελικός του Παγκόσμιου Κυπέλλου, ήταν ότι τον πήραν τα κλάματα. Ο Λίνεκερ γύρισε στον Ρόμπσον και του ζήτησε να έχει το νου του, επειδή δεν είδε σε καλή κατάσταση το συμπαίκτη του. Ο σερ Μπόμπι μίλησε στον Γκασκόιν στην ανάπαυλα ανάμεσα στα δύο τέταρτα της παράτασης και του είπε «να συνεχίσεις, για να πάνε οι συμπαίκτες σου στον τελικό, ακόμα κι αν δεν βρίσκεσαι εσύ μαζί τους».

Ο Γκασκόιν έγινε αμέσως ο νέος ήρωας των Άγγλων, μια και αυτή η απόλυτη πράξη εγωισμού, να κλαίει, δηλαδή, επειδή δεν θα έδινε το «παρών» στο επόμενο ματς ενώ ο ημιτελικός παιζόταν και μάλιστα σε στάδιο που οι Γερμανοί δεν έχαναν συχνά, μεταφράστηκε ως κάτι παιδικό και στοργικό. Η αιθέρια και ταυτοχρόνως επιβλητική φωνή του Παβαρότι έκανε τους Άγγλους να επιστρέψουν σε ό,τι, στο δυτικό κόσμο, λογίζεται ως δικό τους προϊόν και τους έδωσε μια νέα ταυτότητα, ενώ ο Γκασκόιν, με το λευκό δέρμα και τα κατακόκκινα μάγουλα, αλλά και χωρίς το αθλητικό στυλ, όλα δείγμα ενός ανθρώπου που την… τιμάει την μπυρίτσα του, αποκλήθηκε «Ο άντρας του νέου αιώνα». Ήταν τέτοια η επιρροή του στους Άγγλους φιλάθλους, που στο τέλος του χρόνου τιμήθηκε με το βραβείο «Αθλητής της χρονιάς», που είναι λίγο πιο αστείο από το να δοθεί το Νόμπελ Ειρήνης στον Χένρι Κίσινγκερ.

Σε εκείνο τον ημιτελικό, πάντως, οι Άγγλοι ανακάλυψαν τη… χαρά των πέναλτι, η οποία τους συνοδεύει ως και τις μέρες μας. Ήταν η πρώτη διαδικασία τους. Ο Στιούαρτ Πιρς και ο Κρις Γουόντλ αστόχησαν στα δικά τους, ο 40χρονος Πίτερ Σίλτον έπεσε στη σωστή πλευρά σε όλα τα γερμανικά πέναλτι, αλλά δεν μπόρεσε να αποκρούσει κάποιο, κι έτσι το γκολ του Γκάρι Λίνεκερ που ισοφάρισε ένα από τα πιο τυχερά τέρματα που έχουν μπει σε Παγκόσμιο Κύπελλο, το φάουλ του Αντρέας Μπρέμε, που βρήκε πάνω στον Πολ Πάρκερ και κρέμασε τον Σίλτον. Φυσικά, ο Γκάζα πήρε την αγάπη των Άγγλων και την έκανε ποτά, βίαιες συμπεριφορές και άλλα καλά, που απασχολούν με χαριτωμένο τρόπο την ποπ κουλτούρα του τόπου. Με εξαίρεση ψήγματα, που παρουσίασε στο γήπεδο, όπως στο Euro 1996, ουδέποτε ήταν εκείνο το γλυκό παιδί που έπαιζε θαυμάσιο ποδόσφαιρο στην Ιταλία και κυρίως παρουσίασε μια ανθρώπινη πλευρά, η οποία παραμένει ανεπανάληπτη -διότι δεν έκλαψε από λύπη για μια ήττα ή από χαρά για μια νίκη, αλλά για μια κίτρινη κάρτα που θα του στερούσε την πρόκριση στον τελικό ενώ η ομάδα του απείχε να το κάνει. Ο Γκασκόιν εναβρύνθηκε και όταν αυτό το επετράπη και έγινε αξιοδάκρυτο και αξιοσέβαστο, το ξεφτίλισε.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News