Συνέντευξη Θανάσης Δημόπουλος: «Έτσι τρέλανα Βαρδινογιάννη και... Σακελλαρόπουλο όταν ήρθα στον Παναθηναϊκό»

Ο Θανάσης Δημόπουλος, ο φοβερός και τρομερός… «μπέμπης» του Παναθηναϊκού των 80’ς αποκαλύπτει άγνωστες στιγμές της σπάνιας διαδρομής του στα γήπεδα της Α’ Εθνικής.

Το παιδί – θαύμα του Παναθηναϊκού που έμελλε να βάλει φαρδιά πλατιά την υπογραφή του στο πρώτο επαγγελματικό πρωτάθλημα του τριφυλλιού το 1984, ως μέλος των φοβερών και τρομερών «μπέμπηδων» του Γιάτσεκ Γκμοχ! Τα γκολ του έγραψαν ιστορία σε Ελλάδα και Ευρώπη κι από τα αλώνια της Δ’ Εθνικής βρέθηκε εν μια νυκτί να πρωταγωνιστεί στα σαλόνια των ημιτελικών του Κυπέλλου Πρωταθλητριών!

Σαράντα χρόνια μετά την υπογραφή του πρώτου επαγγελματικού συμβολαίου και τη μεταγραφή του στον Παναθηναϊκό το 1982, ο σπουδαίος Θανάσης Δημόπουλος ξεφυλλίζει τις σελίδες της μεγάλης του καριέρας, θυμάται τη διαδρομή του από τη Δ’ εθνική στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, τα μεγάλα ματς με Γκέτεμποργκ και Λίβερπουλ στα ημιτελικά του τότε Κυπέλλου Πρωταθλητριών, αλλά και το πως έζησε τη μεταγραφή του Χρήστου στον ΠΑΟΚ, όταν είχε μπει στο κόλπο και ο Ολυμπιακός…

Με τον Χρήστο να έχει ήδη ξεκινήσει την πορεία του στην Α’ εθνική με τον ΠΑΟΚ, ο Θανάσης Δημόπουλος άκουγε συνέχεια να τον αποκαλούν «Δημοπουλάκη». Έτσι τον αποκάλεσε και ο Βαρδής Βαρδινογιάννης όταν τον είδε να έχει γκολ και κερδισμένο πέναλτι στα πρώτα λεπτά του πρώτου φιλικού που έπαιξε στη γεμάτη Λεωφόρο. Μια καριέρα γεμάτη γκολ, με συμπαίκτες – μύθους, την οποία ξετυλίγει στο Sportday.gr και τον Αντώνη Τσακαλέα…

Photo Credits: Eurokinissi | Ραφαήλ Γεωργιάδης

«Ο Μπουντουβής έπαθε πλάκα και ρώτησε για μένα. «Το Δημοπουλάκη είναι, αδερφός του “φονιά” που παίζει στον ΠΑΟΚ» του είπανε και εκείνος τους απάντησε «θα τον πάω στον Παναθηναϊκό….»

Είσαι από τις περιπτώσεις ποδοσφαιριστών που βρέθηκε από ομάδα Δ’ εθνικής στον Παναθηναϊκό! Αλήθεια πως ήταν η πρώτη μέρα στην Αθήνα;

«Βιάζεσαι, βιάζεσαι. Να τα πάμε από την αρχή… Εγώ έπαιζα μπάλα στον Ήφαιστο Βουνάργου. Α’ τοπικό. Από εκεί πήγα στον Αίαντα Γαστούνης. Μεταγραφή με ένα εκατομμύριο δραχμές».

Στη Δ’ εθνική, ένα εκατομμύριο; Παίζανε τέτοια λεφτά σε αυτό το επίπεδο;

«Ήταν τότε ο κύριος Σπύρος, γνωστός στην περιοχή, που είχε στους ανθρώπους της ομάδας «θέλω να σας κάνω ένα δώρο που βγήκατε Δ’ εθνική». Τους ρώτησε ποιον θέλουν και εκείνοι είπανε «θέλουμε το Δημοπουλάκη που παίζει στον Βούναργο….». Εγώ ήμουν πρώτος σκόρερ με 34 γκολ…». Όντως, πήγανε στον Βούναργο, τα βρήκανε με τον Αγγελακόπουλο που ήταν ο πρόεδρος και υπέγραψα στον Αίαντα. Πρώτη χρονιά, έβαλα 25 γκολ, και διεκδικήσαμε και την άνοδο. Τελευταία αγωνιστική παίζαμε αντίπαλοι με το Κιάτο, που είχε τέρμα τον Φάνη Κοφινά. Αυτός ήταν ο καλύτερος τερματοφύλακας της κατηγορίας, είχε να δεχθεί 800 λεπτά γκολ. Εγώ, πρώτος σκόρερ στην κατηγορία. Ήρθανε στη Γαστούνη να παίξουν και έχει γίνει θέμα αυτό, με τον καλύτερο τερματοφύλακα απέναντι στον καλύτερο επιθετικό…»

Τότε, έπαιζες μόνο σε τοπικό επίπεδο;

«Όχι, ήμουν ήδη στην εθνική νέων. Με είχε πάει εκεί ο Πετρίτσης, και θα τον ευχαριστώ πάντα γι’ αυτό. Έπαιζα Δ’ εθνική και ήμουν σε μια εθνική με όλους τους υπόλοιπους να παίζουν Α’ εθνική και σε Ολυμπιακό, Παναθηναϊκό, ΑΕΚ, ΠΑΟΚ…»

Αυτά όλα πότε διαδραματίζονται;

«Θυμάμαι ήταν Ευρωεκλογές. Πρέπει να έγιναν το 1982. Το λέω διότι ήταν ο γήπεδο ο συγχωρεμένος ο Αχιλλέας Μπουντουβής. Στο ματς της Γαστούνης με το Κιάτο, είχα μεγάλη ρέντα. Είχα γκολ, είχε κερδίσει πέναλτι, είχα δοκάρι. Έσπασα το σερί του Κοφινά. Ο Μπουντουβής έπαθε πλάκα και ρώτησε για μένα. «Το Δημοπουλάκη είναι, αδερφός του «φονιά» που παίζει στον ΠΑΟΚ» του είπανε και εκείνος τους απάντησε «θα τον πάω στον Παναθηναϊκό….».

«Είμαστε στα γραφεία, με τον Βαρδινογιάννη και συζητάμε για τη μεταγραφή. “Θα πάρεις 500.000 δραχμές” μου λέει. «Μα, κύριε πρόεδρε, 500.000 πήρα για να πάω στη Γαστούνη, τα ίδια θα πάρω για να είμαι στον Παναθηναϊκό; Δεν υπογράφω, φεύγω».

Ο ΠΑΟΚ δεν ασχολήθηκε με σένα;

«Πως δεν ασχολήθηκε; Στο τέλος εκείνης της χρονιά, είχα ανέβει Θεσσαλονίκη και είχα πάει μαζί με την αποστολή σε δυο παιχνίδι της ομάδας. Ο Χέερ το ήξερε, ήμουν μαζί τους, μαζί με τον αδερφό μου. Είχαν γίνει και οι διαδικασίες για δελτίο. Φωτογραφίες και τα σχετικά… Είναι αν υπογράψω στον ΠΑΟΚ. Ο Παναγιώτης, ο πρόεδρος της Γαστούνης μου είπε «δε θα πας στον ΠΑΟΚ, θα πας στον Παναθηναϊκό»…«Μα κύριε Παναγιώτη, ο ΠΑΟΚ δίνει τα λεφτά που θέλετε» του είπα, αλλά δεν με άκουσε. Πήγαμε Αθήνα. Είμαστε στα γραφεία, με τον Βαρδινογιάννη και συζητάμε για τη μεταγραφή. «Θα πάρεις 500.000 δραχμές» μου λέει. «Μα, κύριε πρόεδρε, 500.000 πήρα για να πάω στη Γαστούνη, τα ίδια θα πάρω για να είμαι στον Παναθηναϊκό;. Δεν υπογράφω, φεύγω».

Στον Βαρδινογιάννη όλα αυτά; Ένας παίκτης από τη Γαστούνη;

«Ναι, αυτό είπα. Λέω «φεύγω» και πάω προς την πόρτα. Με πιάνει και λέει σε όλους «ρε, αυτό εδώ είναι τρελό….». Έρχεται ο πρόεδρος της Γαστούνης και μου λέει «αν δε υπογράψεις, σου κρεμάω το δελτίο». Και του ξαναλέω. «Να πάρω από τον Παναθηναϊκό τα ίδια λεφτά που πήρα στη Γαστούνη;». Από εδώ από εκεί, μου λέει ο Βαρδινογιάννης «εντάξει, να σου δώσω ένα εκατομμύριο» και τα βγάζει πάνω στο τραπέζι. Ζεστά ζεστά. Τελειώσανε όλα εκεί. Υπέγραψα. Τις πρώτες μέρες, με βοήθησε πολύ ο Μπουντουβής. Σαν δεύτερο πατέρα τον είχα. Και πάμε προετοιμασία…»

«Πάμε προετοιμασία και έρχεται ο Μένιος Σακελλαρόπουλος να κάνω δηλώσεις που πήγα στον Παναθηναϊκό. Και του λέω “εγώ στον Παναθηναϊκό ήρθα για να παίξω, όχι για να καθίσω στον πάγκο”… Τρελάθηκε ο Μένιος!»

Φτάσαμε εκεί που ήθελα. Στις πρώτες ημέρες στον Παναθηναϊκό, από τη Δ εθνική.

«Άκου τώρα…Πάμε προετοιμασία και έρχεται ο Μένιος Σακελλαρόπουλος να κάνω δηλώσεις που πήγα στον Παναθηναϊκό. Και του λέω «εγώ στον Παναθηναϊκό ήρθα για να παίξω, όχι για να καθίσω στον πάγκο. Τρελάθηκε ο Μένιος. Μου λέει «που να παίξεις εδώ; Εδώ έχει τόσους παίκτες…». Τότε ο Παναθηναϊκός είχε Λα Λιγκ, Γαλάκο, Ντόκεν, Χαραλαμπίδη, Κλη, Μαυρίδη και Μαρκοδημήτρη. Και ποιο, δεν είχε. Εγώ, όμως, το πίστευα. Είχαμε προπονητή τον Κόβατς. Μια μέρα στο ασανσέρ, μου λέει «εσύ, εμένα, μπαμπά…» Λίγες ημέρες μετά, σε φιλικό με τη Ράμπα, από την Ουγγαρία. Ήταν «όνομα» τότε η Ράμπα. Ετοιμάζεται να πει την ενδεκάδα. Εγώ λέω μέσα μου «πάγκο ή κερκίδα». Και ο Κόβατς λέει «Δημόπουλος» στην 11άδα. Τρελάθηκα. «Τι λέει τώρα αυτός;». Ξεκινάει το ματς και σε 16 λεπτά έχω γκολ, κερδισμένο πέναλτι και έχω και δοκάρι. Στο Λεωφόρο. Με 25.000 κόσμο…. Έρχεται ο Βαρδής Βαρδινογιάννης, και μου λέει: «Ρε Δημοπουλάκη. Στο χωριό σου έπαιζες, με 500 άτομα και μπαίνεις στο Λεωφόρο που έχει 25.000 κόσμο και κάνεις αυτά τα πράγματα;»

Αυτό θα έλεγα κι’ εγώ….

«Ξέρεις τι απάντησα; «Κύριε Βαρδή, εγώ αυτό που ξέρω, αυτό παίζω. Εγώ είχα ήδη κάποια παραστάσεις λόγω και της εθνικής νέων. Και η Δ’ εθνική είχε τότε γεμάτα γήπεδα, και ματς δυνατά. «Ζυμώθηκα» καλά… Την πρώτη μου χρονιά στον Παναθηναϊκό έκανα 17 γκολ, και δεν ξεκίνησα από την αρχή βασικός. Ούτε στα τελευταία ματς έπαιξα, είχα θλάση. Και ήμουν, τότε, εγώ ο Αναστόπουλος και ο Μαύρος και διεκδικούσαμε το βραβείο του πρώτου σκόρερ. Και το έχασα γιατί τραυματίστηκα. Για να τα κάνεις αυτά, πρέπει να έχεις άγνοια κινδύνου. Εγώ ήμουν και τέτοιος χαρακτήρας που πίστευα στον εαυτό μου. Ήμουν ατίθασος. Εκείνη η πρώτη μου χρονιά δεν ήταν καλή για τον Παναθηναϊκό διότι χάθηκε το πρωτάθλημα και δημιουργήθηκαν πολλά εσωτερικά προβλήματα στην ομάδα. Χωρίς τα γκολ τα δικά μου και του Μαυρίδη, μπορεί ο Παναθηναϊκός να μη σωνόταν, θα ήμασταν τελευταίες θέσεις. Το καλοκαίρι ήρθε ο Γκμοχ».

Η ενδεκάδα του Παναθηναϊκού τη σεζόν 1982-83, την πρώτη που ο Θανάσης Δημόπουλος αγωνίστηκε στο «τριφύλλι». Πάνω σειρά: Γαλάκος, Δοντάς, Μπέριος, Καρούλιας, Κωνσταντίνου, Καψής. Κάτω σειρά: Κυράστας, Μαυρίδης, Δημόπουλος, Λιβαθινός, Λα Λινγκ. 

«Ο Γκμοχ είχε ένα συνήθειο να το πω; Κουσούρι να το πω; Όπως θες παρ’ το. Για να κάνει ενδεκάδα, μιλούσε με τρεις παίκτες. Με τον Καψή, τον Κυράστα και τον Καρούλια»

Πρώτη λέξη με την οποία θα περιέγραφες τον Γκμοχ;

«Σκληρός… Απόλυτος. Αποφασίζω και διατάζω. Νιώθω όμως ότι δε σε αδικούσε. Πήγαμε στα 3-5 Πηγάδια και κάναμε καλή προετοιμασία και φτάσαμε να πάρουμε το νταμπλ. Ο Γκμοχ είχε ένα συνήθειο να το πω; Κουσούρι να το πω; Όπως θες παρ’ το. Για να κάνει ενδεκάδα, μιλούσε με τρεις παίκτες. Με τον Καψή, τον Κυράστα και τον Καρούλια. Αν παιζόταν μια θέση, μιλούσε με αυτούς για το ποιον να βάλει. Την επόμενη σεζόν, κάνουμε τη φοβερή χρονιά στο πρωταθλητριών, που πήγαμε μέχρι τα ημιτελικά…»

Με Λίβερπουλ ημιτελικά…

«Αποκλείσαμε τη Λίνφιλντ, μετά τη Φέγενονρτ και μετά ήρθαν τα παιχνίδια με τη Γκέτεμποργκ. Κερδίσαμε εκεί με 0-1. Κέρδισα εγώ το πέναλτι και το εκτέλεσε ο Σαραβάκος. Και ερχόμαστε στην Αθήνα, μπροστά στο 80.000 κόσμο. Ήρθαμε 2-2. Ισοφαρίζω εγώ το 1-1 και ο Σαραβάκος έκανε το 2-2 στο 80′. Και πήγαμε στους «4», με τη Λίβερπουλ, πρώτο ματς στην Αγγλία. Ξεκινάει το ματς, και μας ακυρώνει κανονικό γκολ, του Ρότσα, δήθεν ότι εγώ ήμουν οφ σάιντ, που εγώ δεν επηρεάζω καν τη φάση. Χάσαμε 4-0 και μετά χάσαμε και στην Αθήνα με 1-0. Τελείωσε η σεζόν, φεύγει ο Γκμοχ, και είναι η χρονιά που τελειώνει η πενταετία του Χρήστου στον ΠΑΟΚ».

«Ο Χρήστος κατέβηκε Αθήνα για να υπογράψει με τον Ολυμπιακό… Και με παίρνει ο Βαρδής Βαρδινογιάννης στις 5:00 τα ξημερώματα και μου λέει «καλά, θα πάει ο αδερφός σου στον Ολυμπιακό;»

Πάμε τώρα το πως έζησες εσύ το σήριαλ…

«Ο Καλαφάτης, έκανε πρόταση 5 εκατομμύρια στον Χρήστο και 6 εκατομμύρια στον Κωστίκο, αντί να τους δώσει 20 εκατομμύρια. Τέτοια πρόταση έκανε στον Αλαβάντα. Καλά έκανε και του έδωσε του Αλαβάντα τα 20. Ο Χρήστος και ο Κωστίκος ήταν παίκτες που Παντελάκη και πιστεύω πως τους έκανε τέτοια πρόταση για να τους διώξει. Όταν κάνει σε αυτούς τους παίκτες τέτοια πρόταση, είναι σα να τους λες «φύγε».

Τι έγινε εκείνες τις ημέρες;

«Ο Χρήστος κατέβηκε Αθήνα για να υπογράψει με τον Ολυμπιακό… Και με παίρνει ο Βαρδής Βαρδινογιάννης στις 5:00 τα ξημερώματα και μου λέει «καλά, θα πάει ο αδερφός σου στον Ολυμπιακό;». Του λέω «Κύριε Βαρδή, δε ξέρω κάτι». Και όντως δεν ήξερα… Ο αδερφός μου είχε όντως κατέβει Αθήνα διότι είχε την προσφορά».

Τα λέγατε τότε;

«Τα λέγαμε αλλά τη συγκεκριμένη κίνηση δεν την είχα μάθει, δεν είχαμε μιλήσει εκεί τη μέρα. Εγώ δεν ήξερα αλλά ο Παναθηναϊκός είχε μάθει ότι ο Χρήστος κατέβηκε και πήγε να μιλήσει με τον Ολυμπιακό. Μπαίνει σπίτι ο Χρήστος, στην Αθήνα. Τον ρωτάω «τι θα κάνεις;» και μου είπε ότι σκέφτεται να πάει στον Ολυμπιακό. «Εντάξει» του είπα και έτσι όπως το είπα, κατάλαβε και με ρώτησε. «Υπάρχει πρόβλημα» του λέω. «Ή θα μείνεις στον ΠΑΟΚ ή θα έρθεις στον Παναθηναϊκό… Αν πας στον Ολυμπιακό, θα έχουμε πρόβλημα. Εσύ αποφασίζεις». Τότε δούλευαν και τα αδέρφια μας στον Βαρδινογιάννη. Του είπε βέβαια και πως «αν έρθεις στον Πανηαθηναϊκό, θα έχουμε πρόβλημα οι δυο μας». Το είχα πει και στον Μπουντουβή πως αν είμαστε μαζί στον Παναθηναϊκό, τα αδέρφια, θα υπάρχει πρόβλημα» και μου έλεγε «τι φοβάσαι; Καλοί είστε και οι δυο, θα παίζετε….».

Και μετά έγιναν όλα αυτά με τον τελικό κυπέλλου…

«Ναι. Ο Χρήστος κατέβηκε και υπέγραψε στον Παναθηναϊκό. Τότε, πήρα τηλέφωνο στον Φορτούλα και του είπα «ο αδερφός μου υπέγραψε στον Παναθηναϊκό αλλά θέλει να παίξει στον τελικό». Ο Σκότσικ είπε «όχι» και ο Χρήστος δεν έπαιξε στον τελικό. Ο κόσμος τα έχει με τον αδερφό μου, που ήθελε να παίξει…. Ο Χρήστος έχει σχεδόν 40 χρόνια που έφυγε και ο κόσμος του ΠΑΟΚ ακόμα τα έχει μαζί του, ενώ θα πρέπει να ξέρουν πως δεν φταίει, πως ήθελε να παίξει στον τελικό. Και αυτά που λέω, τα έχει πει και ο Φορτούλα. Έγιναν αυτά…Και όμως, υπάρχουν παίκτες που έχουν φύγει από τον ΠΑΟΚ και έχουν πάει Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό και οι ΠΑΟΚτσήδες τα έχουν μόνο με το «φονιά». Τον λένε προδότη. Δεν είναι προδότης».

Ξεκινάει η πρώτη σας σεζόν στον Παναθηναϊκό…

«Δύσκολη σεζόν. Εγώ είχα θέμα στην προετοιμασία Είχα πρόβλημα στους κοιλιακούς, έμεινα έξι μήνες έξω. Ο Παναθηναϊκός έκανε μεταγραφές, πήρε Εστερχάζι, Μπατσινίλα και άλλους. Αντε να βρεις θέση στην 11άδα. Όταν ήταν να παίξουμε με τη Γιουβέντους, πήγα στον Βαρδινογιάννη. «Θέλω να φύγω, κουράστηκα. Έχω τραυματισμούς, δεν παίζω…» Απορεί και μου λέει «καλά, εδώ άλλοι παρακαλάνε να έρθουν και εσύ θες να φύγεις;» Και του απαντάω «Ας έρθουν αυτοί που παρακαλάνε και ας πάω εγώ αλλού να παίξω. Κουράστηκα στον πάγκο, και αδικούμαι». Έπαιξα 20 λεπτά με τη Γιουβέντους και μετά έφυγα. Πήγα Θεσσαλονίκη, μιλάω με τον Πέτρο Θεοδωρίδη, τα βρίσκουμε, κλείνω στον Ηρακλή. Κάνω καλό πρωτάθλημα με Χατζηπαναγή, Καραΐσκο, Κωφίδη… Ο Θεοδωρίδης μου λέει ότι θέλει να με κρατήσει και έμεινα. Κάναμε καλή χρονιά και μετά από αρκετά χρόνια, ο Ηρακλής βγήκε Ευρώπη… Ήτανε Πάσχα και θα παίζαμε με τη Λάρισα. Μου λέει ο Θεοδωρίδης «Θανάση, δε θα πας για Πάσχα στο χωριό, θα κάτσεις να κερδίσουμε τη Λάρισα και μετά, ο,τι συμβόλαιο θες θα σου κάνω. Παίζουμε με τη Λάρισα, βάζω δυο γκολ στο 10λεπτο. Κερδίσαμε 4-1 και τελείωσε το πανηγύρι…. Ανανέωσα. Παίξαμε Ευρώπη με τη Σιόν και τη Βαλένθια. Στο ματς με τη Βαλένθια δε μου έδωσε πέναλτι ο διαιτητής, μετά από τακουνάκι του Χατζηπαναγή.. Μετά τον Ηρακλή, πήγα στον ΠΑΟΚ. Σε έναν ΠΑΟΚ στα χειρότερά του, με Βουλινό, με τον κόσμο να μην έρχεται στο γήπεδο. Παίζαμε ντέρμπι με 500 άτομα. Μετά πήγα Κόρινθο, Εθνικό, μετά μεγάλωσα…»

«Τώρα, δεν είναι παίκτες, είναι ηθοποιοί. Έρχονται, παίζουν, χάνουν, βάζουν ακουστικά στα αυτιά και φεύγουν, οι ξένοι. Εμείς χάναμε την Κυριακή και περιμέναμε να κερδίσουμε για να βγούμε έξω»

Για όσους δεν τον έχουν ζήσει, υπάρχει κάποια δόση υπερβολής σε όλα όσα λένε και γράφουν για τον Χατζηπαναγή όσοι τον έζησαν;

«Όχι, ούτε τόση δα. Τι να πω; Μιλάμε για παικταρά. Παικταράς και καλός άνθρωπος. Ούτε κλικαδόρος, ούτε τίποτα. Μέσα στο γήπεδο, έβλεπε τους πάντες. Τους πάντες. Και όπου έβλεπε, την έδινε. Ό,τι και αν διαβάσεις, και αν ακούσεις για τον Χατζηπαναγή και την αξία του, είναι αλήθεια…Και εκείνα τα παιχνίδια, με τη Βαλένθια, ήταν τα τελευταία του. Ήταν τότε που δεν τον έβαζε ο Μπατάκης, έβαλε τον Κωστή και τελείωσε από τον Ηρακλή. Ο Χατζηπαναγής ήταν τέτοια πάστα παίκτη που θα έπαιζε μπάλα σε όποια δεκαετία και να τον έβαζες. Τέτοιοι ήταν πολλοί παίκτες από το 1970 ως το 1993. Παικταράδες, ψυχάρες, ταλέντα, παίκτες που δενόταν με τις ομάδες.

Καλά, πλέον τα πράγματα έχουν αλλάξει…

«Τώρα, δεν είναι παίκτες, είναι ηθοποιοί. Έρχονται, παίζουν, χάνουν, βάζουν ακουστικά στα αυτιά και φεύγουν, οι ξένοι. Εμείς χάναμε την Κυριακή και περιμέναμε να κερδίσουμε για να βγούμε έξω. Τώρα, αν ένας παίκτης του ΠΑΟΚ χάσει, λέμε, από τον Ολυμπιακό στην Τούμπα, την άλλη μέρα μπορεί να τον δεις για καφέ στη Θέρμη. Τι να σε κάνω εγώ εσένα; Πανηγύρισε ο Ολυμπιακός νίκη στην Τούμπα και εσύ βγαίνεις την επόμενη έξω; Για το κάνεις αυτό, στα χρόνια μου, έπρεπε να μεταμφιεστείς, βλέπω γελάς, γιατί τα ξέρεις… Αυτά τους τα λέω και στο ραδιόφωνο, στο Focus 103.6 που έχω εκπομπή κάθε απόγευμα…».

Αυτό που περιγράφεις, είναι η μεγαλύτερη αλλαγή του ποδοσφαίρου εκείνης της εποχής, με τη σημερινή;

«Όχι, άλλη είναι. Τώρα, έχει πεθάνει το ταλέντο. Δε βλέπεις φαντασία, δε βλέπεις έναν να πάρει τη μπάλα και να μπουκάρει, να τα σαρώσει όλα. Το ποδόσφαιρο είναι τυποποιημένο. Ο Μπαπέ μόνο κάνει αυτό που σου λέω και τον κοιτάμε όλοι και τον θαυμάζουμε. Τώρα, τι έχουμε; Πάσα, πάσα, πάσα, πάσα. Μέχρι να φτάσει η μπάλα μπροστά και ξημέρωσε. Αυτό όλο το έφερε ο Γκουαρντιόλα, που θέλει να κουράζει το μυαλό των αντιπάλων παικτών, με 800 πάσες, 80% κατοχή, Εμείς παίρναμε τη μπάλα, ξεκινούσαμε, πέφτανε κλωτσιές αλλά πηγαίναμε κατά μέτωπο να βάλουμε γκολ. Τώρα, ποιος το κάνει; Ο Μπαμπέ, και θέλει 500 εκατομμύρια. Ο μόνος που το κάνει. Το έκανε ο Μέσι, το έκανε ο Κριστιάνο, τώρα είναι αυτός…»

«Γελάει ο κόσμος ρε Σιμεόνε, ποδόσφαιρο παίζουμε. Έχεις Σουάρες μπροστά, έχεις Φέλιξ, και παίζεις έντεκα πίσω; Παίξε μπάλα, μπορεί να χάσεις, αλλά παίξε. Παίξε. Το ποδόσφαιρο είναι θέαμα, γκολ.

Το ποδόσφαιρο του Γκουαρντιόλα σε κουράζει…

«Πολύ…»

Ποιο σε φτιάχνει;

«Του Κλοπ ρε. Πάνω κάτω, τρέξιμο, πίεση, επίθεση, επίθεση, επίθεση, γκολ. Το ποδόσφαιρο είναι γκολ. Στην εκπομπή μου, στο ραδιόφωνο, τα έχωσα στον Σιμεόνε που είχε έντεκα παίκτες πίσω στο ματς με τη Σίτι. Γελάει ο κόσμος ρε Σιμεόνε, ποδόσφαιρο παίζουμε. Έχεις Σουάρες μπροστά, έχεις Φέλιξ, και παίζεις έντεκα πίσω; Παίξε μπάλα, μπορεί να χάσεις, αλλά παίξε. Παίξε. Το ποδόσφαιρο είναι θέαμα, γκολ. Διάβασα ότι στην Ολλανδία σκέφτονται να παίζουν τη μάλα σε τα πόδια στο πλάγιο, να κάνουν τέτοιες αλλαγές. Ο κόσμος θέλει θέαμα, θέλει γκολ. Πως είναι το καλάθι στο μπάσκετ; Να έρχονται τα ματς 5-5, 6-6, να τρελαθούν και οι μπουκ στο τέλος…»

Ποιους προπονητές ξεχωρίζεις;

«Θα ξεκινήσω από τον Γιώργο Γερογιάννη, από την Πάτρα. Τον είχα στη Δ’ εθνική. Πολύ καλός προπονητής, με βοήθησε πάρα πολύ στην καριέρα μου. Μου έμαθε πολλά πράγματα στο ξεκίνημά μου, όπως και ο Πετρίτσης, που με πήρε στην εθνική νέων. Ο Κόβατς ήταν ένας ακόμα προπονητής σημαντικός, καθώς τον είχα στο ξεκίνημά μου στον Παναθηναϊκό. Καλός προπονητής ήταν και ο Πέτροβιτς με τον Κοκότοβιτς, που τους είχαν δίδυμο στον ΠΑΟΚ».

Τι πρέπει να έχεις για να αντιμετωπίσεις τη βοή ενός γεμάτου γηπέδου;

«Άγνοια κινδύνου. Να μπαίνεις μέσα και να μην υπολογίζεις τίποτα, να μην ακούς τίποτα, να είσαι έτοιμος να κάνεις αυτό που πρέπει, αυτό που έχεις στο μυαλό σου. Ο κόσμος φωνάζει, κάνει, ράνει, εσύ πρέπει να είσαι εκεί. Αν ο κόσμος σε κάνεις μια δυο φορές «ου» και το αφήσεις να σε παρασύρει αυτό, τελείωσες. Εγώ έμπαινα μέσα, έκανα τον σταυρό μου και έλεγε «Θεέ μου, βοήθα με να βάλω ένα γκολ». Με τον Παναθηναϊκό, στο πρωτάθλημα, πρώτο ματς έπαιξα με την ΑΕΚ, έβαλα γκολ, και στο καπάκι παίζουμε με τη Ρόδο και βάζω τρία γκολ. Μετά μπήκε το νερό στο αυλάκι. Αν σε γουστάρει και ο κόσμος διότι βλέπει από εσένα τσαμπουκά, τσαγανό, σε βοηθάει. Ο κόσμος δεν αδικεί ποτέ. Αν δει πάθος, σε στηρίζει. Πάρει για παράδειγμα τον Γκαρσία στον ΠΑΟΚ…»

Πως είναι να σε αποθεώνει ένα γήπεδο;

«Ασ’ το..Σε απογειώνει. Αν δεθείς με τον κόσμο, ξέρεις πως και μια βλακεία να κάνεις, θα σου τη συγχωρήσει, θα σε βοηθήσει να το ξεπεράσεις. Αν δεν σε γουστάρει, σε έθαψε. Σου είπα για τον Γκαρσία. Πάρε το παράδειγμα από την άλλη πλευρά, τον Βρύζα. Ο κόσμος του ΠΑΟΚ, πάντα κάτι του έφταιγε στον Βρύζα, μουρμούριζε στο λάθος του. Στα δικά μου χρόνια, ο Λιβαθινός, ό,τι και να έκανε μέσα στο γήπεδο, «Μπράβο Σπύρο» έλεγαν. Ήταν το «λιονταράκι» τους. Ο Καψής, τα έχει ακούσει από την κερκίδα».

H ενδεκάδα του Παναθηναϊκού στον ιστορικό ημιτελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών με τη Λίβερπουλ το 1985

Τι είχε ο Παναθηναϊκός και έκανε Ευρωπαϊκές πορείες; Είναι, αυτό που λέμε, η φανέλα;

«Είναι και αυτό.΄Όταν έχεις πάει τελικό στο Γουέμπλεϊ, αποκτάς κάτι. Φυσικά πρέπει να έχεις και παίκτες και ο Παναθηναϊκός έφερνε παίκτες. Λα Λιγκ, Ζάετς, Ρότσα, μην αρχίσω να λέω, θα ξεχάσω κάποιους. Είχε και έναν πρόεδρο με προσωπικότητα. Ο Βαρδινογιάννης είχε μέγεθος, εκτόπισμα. Έφυγε και ο Παναθηναϊκός πέρασε τα όσα έχει περάσει. Φέτος κάτι πήγε να κάνει…»

Υπάρχει, σήμερα, ταλέντο στην Ελλάδα;

«Πως δεν υπάρχει; Γίνεται δουλειά στις ακαδημίες, στην Ελλάδα και η ΕΠΟ θα πρέπει αυτό να το προσέξει. Γίνεται δουλειά, και υπάρχουν παιδιά με ταλέντο. Υπάρχει η σκέψη για την υποχρεωτική παρουσία 4 Ελλήνων στην 11άδα, στην Super League 1 και επτά στη Super League 2…»

Είσαι θετικός σε αυτό;

«Θετικός; Θετικότατος…Και μακάρι να είναι όχι τέσσερις, αλλά πέντε οι Έλληνες. Δες την εθνική ομάδα και θα καταλάβεις γιατί είμαι θετικός. Οι ομάδες, θα φτάσουν να μην έχουν παλαίμαχους. Ποιος θα είναι παλαίμαχος μιας ομάδα να έχει παίξει δυο στη μια, δυο στην άλλη, δυο εκεί, δυο εδώ; Παίκτες στην Ελλάδα, ταλαντούχοι, υπάρχουν. Και οι ακαδημίες δουλεύουν σωστά, το βλέπω από τον δικό μου, που είναι στην Κ15 του ΠΑΟΚ, τον Νίκο Κυπριανό, όπου έχει: Προπονητή, βοηθό, γυμναστή, γυμναστή τερματοφυλάκων, φροντιστή, φυσιοθεραπευτή, γιατρό. Αυτούς εδώ, τους έχει όλους ένα παιδί 15 χρόνων. Και οι μεγάλες ομάδες, που κάνουν όλη αυτή τη δουλειά, δεν κοιτάνε τις ακαδημίες τους. Στο τέλος, πάνε τα παιδιά στο εξωτερικό, και παίζουν. Λέμε ότι οι ξένοι έχουν καλύτερες ακαδημίες και τα δικά μας παιδιά βγαίνουν έξω, και παίζουν».

Υπάρχει παιχνίδι που δεν έπαιξες και ήθελες να το παίξεις ή ένα ματς που θα το ξανάπαιζες για να έρθει άλλο αποτέλεσμα;

«Όχι, δεν έχω… Ίσως η εθνική, που θεωρώ πως αδικήθηκα και θα μπορούσα να είχα παίξει περισσότερο αλλά έπεσα επάνω σε φουρνιές επιθετικών που έπαιζαν συνέχεια εκείνοι. Ακόμα και όταν ήμουν στο Ηρακλή και έκανα καλές σεζόν, ούτε τότε έπαιξα στην εθνική. Την αγαπάω την εθνική. Μας έβγαλε στους δρόμους. Ξέρεις, δεν έχω κόμπλεξ να σου πω ότι αφού δεν έπαιζα εγώ, δεν με ενδιαφέρει. Μας αντιπροσωπεύει. Γι’ αυτό και επιμένω πως πρέπει ο κανονισμός για τους τέσσερις Έλληνες στην 11άδα των ομάδων της Super League 1 πρέπει να ψηφιστεί, να εφαρμοστεί».

Ο Θανάσης Δημόπουλος μοιράζεται αναμνήσεις και σκέψεις με τον συντάκτη του sportday.gr, Αντώνη Τσακαλέα

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News