Συνέντευξη Πέτρος Ξανθόπουλος: «Μας είχε στείλει ο Κοσκωτάς να φέρουμε τον Χατζηπαναγή στον Ολυμπιακό»

Ο Πέτρος Ξανθόπουλος, ο χαρισματικός «άνετος» του ελληνικού ποδοσφαίρου και του Ολυμπιακού αφηγείται ανέκδοτες ιστορίες από τα «ερυθρόλευκα» χρόνια της σπουδαίας καριέρας του στην Α’ Εθνική.

Ο Πέτρος Ξανθόπουλος, ο “άνετος” του ελληνικού ποδοσφαίρου, σε μια απολαυστική συνέντευξη στο sportday.gr, αποκαλύπτει την άγνωστη ιστορία για το πώς ο Γιώργος Κοσκωτάς τον “εξουσιοδότησε” μαζί με τον Τάσο Μητρόπουλο για να φέρουν τον Βασίλη Χατζηπαναγή στον Ολυμπιακό.

Ο Πέτρος Ξανθόπουλος, αποτέλεσε έναν από τους βασικούς ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, όταν η ομάδα του Πειραιά κατάφερε να πάρει 4 συνεχόμενα πρωταθλήματα. Αγωνίστηκε ακόμα σε Προοδευτική, Εθνικό και Πανιώνιο, ενώ ξεκίνησε την καριέρα του από την Χαλκηδόνα. Έμεινε στην ιστορία ως ο… άνετος του ελληνικού ποδοσφαίρου, ενώ φυσικά τίμησε και την φανέλα της εθνικής Ελλάδος.

Ο Πέτρος Ξανθόπουλος, μίλησε στο sportday.gr και θυμήθηκε ιστορίες από το ελληνικό ποδόσφαιρο, οι οποίες δεν είναι ευρέως γνωστές.

Κύριε Ξανθόπουλε ειλικρινά δεν ξέρω από που να ξεκινήσω τις ερωτήσεις, καθώς στη μεγάλη σας καριέρα έχετε ζήσει την -κατά πολλούς- καλύτερη δεκαετία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Μιας και έχουμε και το ντέρμπι Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός την Κυριακή, θα ήθελα να ξεκινήσουμε από εκεί. Ποιό θυμάστε περισσότερο;

Πολλά παιχνίδια κόντρα στον Παναθηναϊκό. Αυτό που ξεχωρίζω όμως είναι το μπαράζ του 1982 στο Βόλο, ένα πάρα πολύ σημαντικό παιχνίδι το οποίο το κερδίσαμε και πήραμε το πρωτάθλημα. Μάλιστα ήταν την ημέρα της γιορτής μου, Πέτρου και Παύλου, στις 29 Ιουνίου, οπότε η χαρά μου ήταν μεγάλη. Μάλιστα τότε είχε διακοπεί για ένα μήνα το πρωτάθλημα, γιατί ο Βαρδινογιάννης έλεγε ότι δεν θα κατέβει ο Παναθηναϊκός, αλλά τελικά παίξαμε. Μάλιστα έκλεισα την καριέρα μου στον Ολυμπιακό με τον τελικό κυπέλλου, το 2-2, όπου χάσαμε στα πέναλτι.

Πώς ήταν εκείνα τα χρόνια, όπου πήρατε 4 πρωταθλήματα; Νιώθατε ανίκητοι;

Είχαμε εξαιρετική ομάδα. Ήμασταν 20 ετοιμοπόλεμοι παίκτες και πρέπει να ξέρετε ότι μια ομάδα για να είναι καλή πρέπει να έχει καλό πάγκο. Είχαν έρθει πολλά νέα παιδιά από το 1978 όταν ξεκίνησε η δουλειά του Βεσελίνοβιτς και είχαμε δέσει ως σύνολο.

«Tα λεφτά είναι σημαντικά, αλλά δεν είναι το παν στο ποδόσφαιρο»

Τη δεκαετία του ’80 εκτός από μεγάλες μάχες εντός γηπέδου, έγιναν και μεγάλες μετακινήσεις παικτών, κυρίως από τον Ολυμπιακό προς τον Παναθηναϊκό.

Ναι τότε έφυγαν Γαλάκος, Κυράστας, Βαμβακούλας Σαργκάνης, Αποστολάκης πιο μετά. Μετακινήσεις σε μεγάλες ομάδες υπήρχαν. Αλλά αυτές που έκαναν ντόρο ήταν αυτές που γίνονταν από τον Ολυμπιακό στον Παναθηναϊκό. Οι παίκτες βέβαια είχαμε γίνει επαγγελματίες και ο καθένας προσπαθούσε να πάει εκεί που του έλεγε το οικονομικό του συμφέρον.

Είχε πει τότε ο Σταύρος Νταϊφάς πως ο Παναθηναϊκός δίνει χρήματα, αλλά ο Ολυμπιακός παίρνει τα πρωταθλήματα.

Ναι το είχε πει γιατί εμείς είχαμε πάρει 4 πρωταθλήματα. Το είχε πει στη μεταγραφή του Γαλάκου. Τα λεφτά είναι σημαντικό κομμάτι, αλλά δεν είναι το παν. Το σημαντικό είναι να κατακτήσεις τίτλους. Άλλωστε τότε ο Παναθηναϊκός προσπαθούσε να φτιάξει ομάδα, όπως έκανε ο Ολυμπιακός μετά επί Κοσκωτά.

«Πάντα είχαμε πρόβλημα με τη διαιτησία στην Ελλάδα. Ποιος μπορεί να ξεχάσει την… Αγία Τριάδα Ζλατάνου, Δέδε, Βουράκη στη Λεωφόρο;»

Η δεκαετία αυτή όμως ήταν γενικά καλή για το ελληνικό ποδόσφαιρο.

Πράγματι ήταν. Με πολλούς καλούς Έλληνες παίκτες, κάτι που τώρα νομίζω ότι λείπει. Λείπουν οι καλοί Έλληνες παίκτες, αλλά το θεωρώ λογικό. Στην εποχή μου ήταν λίγοι οι ξένοι, αλλά ήταν καλοί παίκτες. Τα πρωταθλήματα επίσης ήταν πάρα πολύ ανταγωνιστικά. Όχι όπως τα τελευταία χρόνια.

Υπήρχαν πραγματικά αρκετές καλές ομάδες τότε.

Βέβαια. Τότε υπήρχαν ομάδες που κόντραραν στα ίσα τους μεγάλους. Ο Ηρακλής, η Λάρισα, η Παναχαϊκή, ο ΟΦΗ, η Ρόδος, ο Πανιώνιος. Τότε για να πάρεις πρωτάθλημα πραγματικά έδινες μεγάλες μάχες παντού. Τώρα μια το πολύ δύο ομάδες είναι ανταγωνιστικές.

Τότε υπήρχε συζήτηση για τη διαιτησία;

Βέβαια πάντοτε υπήρχε αυτή η κουβέντα. Εγώ θυμάμαι την “αγία τριάδα”. Ζλατάνος, Δέδες και Βουράκης στο 3-2 με τον Παναθηναϊκό. Αυτό δεν θα πάψε ποτέ, γιατί είμαστε Έλληνες. Αυτό όμως που έχει ξεφύγει από τα όρια, είναι η συμπεριφορά του κόσμου. Πλέον υπάρχει υπέρμετρος φανατισμός.

«Το παρατσούκλι “ο άνετος” μου το έβγαλε ο Γιώργος Τόγιας, επειδή έβλεπε ότι δεν ζοριζόμουν με την μπάλα»

Πάμε τώρα σε άλλο θέμα. Να μιλήσουμε για τις μεγάλες ευρωπαϊκές βραδιές που έχεις ζήσει.

Τότε πραγματικά περιμέναμε τέτοια παιχνίδια, για να δούμε το Ολυμπιακό στάδιο γεμάτο από 80.000 κόσμο. Δεν το ξεχνάς ποτέ αυτό. Πάντα το θυμάσαι.

Ποιό παιχνίδι έχει μείνει χαραγμένο στη μνήμη σου;

Το ματς με τον Αγιαξ. Ήταν κάτι το φανταστικό. Θυμάμαι ένα συνεχόμενο βουητό και χειροκροτήματα. Είχαμε πάρει 0-0 στην Ολλανδία και όσο το ματς έμενε στο 0-0 το πιστεύαμε. Ήμασταν σε καλή κατάσταση και το λέγαμε και μεταξύ μας και πριν αρχίσει η παράταση. Είχαμε και τον κόσμο στο πλευρό μας. Και αυτό που έγινε στην παράταση με τα δύο γκολ του Νίκου Αναστόπουλο, ήταν εξαιρετικά όμορφο. Τέτοιες νίκες μεγαλώνουν τους συλλόγους, αλλά φυσικά και τους παίκτες.

Αλήθεια το παρατσούκλι σου “ο άνετος” ποιος στο έβγαλε;

Ο Γιώργος Τόγιας. Έβλεπε ότι δεν ζοριζόμουν με την μπάλα στα πόδια και γι αυτό μου το κόλλησε.

Αντίπαλος που να σε δυσκόλεψε δεν υπήρχε;

Ο Χατζηπαναγής. Τον Βάσια τον “‘έπαιζα” εγώ. Βέβαια δεν ήμουν αμυντικός παίκτης και δεν έπεφτα εύκολα, νομίζω ότι τον “πήγαινα” καλά. Όμως ήταν τεράστιος παίκτης, τεράστιος. Από αυτά που έχω δει και αυτά που έχω βιώσει, είναι με διαφορά ο “νούμερο ένα”. Θα σου πω μια ιστορία με τον Χατζηπαναγή.

«Ο Κοσκωτάς είπε σε μένα και τον Τάσο Μητρόπουλο, να φέρουμε τον Χατζηπαναγή στον Ολυμπιακό και να βάλει μόνος του το ποσό στην επιταγή, όμως ο “Βάσια” προτίμησε να μείνει στον Ηρακλή»

Φυσικά αυτά θέλω.

Το 1987 λοιπόν που ήρθε ο Κοσκωτάς στον Ολυμπιακό, ο Χατζηπαναγής συμπλήρωνε 12ετία στον Ηρακλή και έμενε ελεύθερος. Με φώναξε ο Κοσκωτάς, μαζί με τον Τάσο Μητρόπουλο και μας είπε: “Κατεβάστε τον” με “λευκή” επιταγή. Να βάλει αυτός το νούμερο που θέλει. Τον πήραμε λοιπόν τηλέφωνο, αλλά προτίμησε να μείνει στον Ηρακλή. Ήταν 34 ετών και θα έπαιζε σίγουρα 2 χρόνια ακόμα. Το Ολυμπιακό στάδιο θα ήταν συνεχώς γεμάτο, αλλά τελικά δεν θέλησε να έρθει.

-Από τους ξένους που αντιμετώπισες στα ευρωπαϊκά παιχνίδια;

Όταν παίξαμε με την Μπάγερν, πέρα από τον Ρουμενίγκε και τους υπόλοιπους, αυτός που μου έκανε εντύπωση ήταν ο Μπράιτνερ. Απίστευτος παίκτης. Παίξαμε και με το Αμβούργο με Μάγκατ και Χρούμπες το σέντερ φορ, αλλά ο Μπράιτνερ μου έχει μείνει. Η Μπάγερν ήταν τρομερή ομάδα.

Με το χέρι στην καρδιά, θα ήθελες να παίζεις σήμερα που τα λεφτά είναι καλύτερα και υπάρχει και η ευκολία να παίξεις και στο εξωτερικό;

Ειλικρινά όχι. Γιατί αυτά που έχω ζήσει, δεν πιστεύω ότι θα μπορούσα να τα ζήσω στην σημερινή εποχή. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που έζησα την δεκαετία του 1980 ως επαγγελματίας ποδοσφαιριστής.

Ο Πέτρος Ξανθόπουλος με τον συντάκη του sportday.gr, Γιώργο Μπιτσικώκο.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News