Συνέντευξη Πέτρος Μαρινάκης: «Έκανα έγκλημα όταν έφυγα από τη Σεβίλλη, έμενα στο ίδιο δωμάτιο με τον Αλμέιδα»

Ο «βιρτουόζος» Πέτρος Μαρινάκης φοράει ξανά τη φανέλα του ΟΦΗ, του Ολυμπιακού και της Σεβίλλης και κάνει την αυτοκριτική του σε μια συνέντευξη-εξομολόγηση!

Ο μοναδικός Ευγένιος Γκέραρντ τον θεωρούσε μέσο… μπροστά από την εποχή του. Η ταχύτητα σκέψης του στο χορτάρι, η ικανότητα του να απειλεί κοντά στην αντίπαλη περιοχή, τον κατέστησαν έναν από τους πρώτους σύγχρονους box to box μέσους στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ωστόσο, ο Πέτρος Μαρινάκης μπορεί να έγραψε ιστορία με τη φανέλα του ΟΦΗ, ποτέ του όμως δεν κατάφερε να απογειώσει την καριέρα του σε επίπεδα συμβατά με το ταλέντο του!

Σχεδόν τριάντα χρόνια μετά την εκτόξευσή του στον ΟΦΗ που τον έφερε να αγωνίζεται με τα ερυθρόλευκα του Ολυμπιακού και της Σεβίλλης, ο σπουδαίος Κρητικός μέσος συναντά τον Γιώργο Μπιτσικώκο και από κοινού ξεφυλλίζουν το άλμπουμ της καριέρας του, δίνοντας απαντήσεις σε ουκ ολίγα ερωτηματικά.

Photo Credits: Αργυρώ Αναστασίου

«Ο Γκέραρντ ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του. Δούλευε μέρα νύχτα σε ατομικό επίπεδο με τους ποδοσφαιριστές για να τους κάνει καλύτερους»

-Φαντάζομαι πως όπως όλα τα παιδιά, ξεκίνησες να παίζεις κι εσύ ποδόσφαιρο σε αλάνες.

-Ξεκίνησα να παίζω φυσικά σε αλάνες, στα Καμίνια Ηρακλείου, εκεί που βρίσκεται το γήπεδο του ΟΦΗ. Υπήρχαν πολλές αλάνες τότε και μαζευόμασταν εκεί σε ξερό γήπεδο και παίζαμε. Θυμάμαι και δεν πρόκειται να το ξεχάσω ποτέ, πως στο μοναδικό παιχνίδι που είχε έρθει ο πατέρας μου να με δει, ήταν ένας κύριος εκεί από την Αθήνα και του είπε χωρίς να τον γνωρίζει: “Αυτό το παιδί θα παίξει μπάλα σε ψηλό επίπεδο μια μέρα”. Του έδειξε εμένα.

-Ως Κρητικός να φανταστώ ότι ονειρευόσουν να παίξεις στον ΟΦΗ.

-Εμένα με ενδιέφερε μόνο το ποδόσφαιρο. Δεν ήμουν καριερίστας. Με ευχαριστούσε να παίζω μπάλα.

-Πώς έγινε λοιπόν και πήγες στον ΟΦΗ;

-Τότε με τους μικρούς ασχολιόταν ο κ. Κουγιός. Δεν υπήρχε ακαδημία, απλά μια ομάδα όπως τη λέγαμε, τα τσικό. Εγώ μπήκα σε αυτή την ομάδα και μετά τα 14 “ανέβηκα” στον ερασιτέχνη ΟΦΗ, όπου ήδη εκεί ήταν ο αδελφός μου Αντώνης. Αρκετές φορές φυσικά ερχόταν και μας έβλεπε ο “μίστερ” με τον βοηθό του.

O ΟΦΗ του Ευγένιου Γκέραρντ της σεζόν 1992-93. Πάνω σειρά: Βέλιτς, Παυλόπουλος, Χοσάδας, Μαχλάς, Πατεμτζής. Κάτω σειρά: Μαρινάκης, Αποσπόρης, Νιόπλιας, Ντελγκάδο, Γεωργαμλής

-Να το εξηγήσουμε αυτό γι αυτούς που δεν γνωρίζουν. Ποιός ήταν ο “μίστερ”.

-Ναι βέβαια, μιλάμε για τον Ευγένιο Γκέραρντ και τον βοηθό του τον Αρη Βασιλείου. Κάτι είδε λοιπόν σε μένα και μου έδωσε την ευκαιρία για δύο χρόνια, ενώ ήμουν στους ερασιτέχνες, να κάνω προπονήσεις με την πρώτη ομάδα, αλλά να παίζω με τους ερασιτέχνες. Μετά τα δύο χρόνια αποφάσισε να κάνω ημιεπαγγελματικό συμβόλαιο. Μετά φυσικά επειδή πήγαν καλά τα πράγματα έκανα και πενταετές συμβόλαιο. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι πήρα λεφτά. Ήμουν γηγενής και έπαιρνα μόνο το μισθό μου για 7 χρόνια.

-Νιώθεις τυχερός που ήσουν την εποχή του Γκέραρντ στον ΟΦΗ;

-Για μένα ναι μπορώ να το πω. Από την άλλη πλευρά όμως υπήρξαν και κάποια παιδιά που δεν μπόρεσαν να παίξουν, επειδή ο “μίστερ” κόλλησε σε μένα. Υπήρχαν κι άλλα παιδιά που θα μπορούσαν να έχουν τη δική μου εξέλιξη.

-Ως άνθρωπος πώς ήταν ο Γκέραρντ;

-Καταπληκτικός. Δεν ήταν μόνο προπονητής. Καταλάβαινε ανά πάσα στιγμή εάν έχεις κάποιο πρόβλημα εξωαγωνιστικό. Ήταν πολλά χρόνια μπροστά από την εποχή του και έκανε πράγματα που στην Ελλάδα δεν τα φανταζόμασταν καν. Του άρεσε πάρα πολύ να δουλεύει και να προσπαθεί να σε βελτιώσει σε τομείς που είχες θέμα. Ακόμα και αν έκανες κάτι καλά, προσπαθούσε να σε κάνει ακόμα καλύτερο. Από το πρωί μέχρι το βράδυ ήταν στο γήπεδο.

-Πάντως το ρεκόρ του να παραμείνει σε μια ομάδα  δεν νομίζω ότι θα δούμε να το παίρνει κάποιος άλλος.

-Κοίτα σαν μέρος η Κρήτη είναι πανέμορφο και σου δίνει πολλά πράγματα. Ειδικά Ολλανδοί έρχονται συνέχεια και πολλοί είναι αυτοί που έχουν αγοράσει και σπίτια. Μετά από κάποιο διάστημα μάλιστα, έρχονται και μένουν μόνιμα. Η Κρήτη έχει ζεστούς ανθρώπους και θέλοντας και μη, κολλάς. Έτσι έγινε και με τον “μίστερ”.

«Για τον Θόδωρο Βαρδινογιάννη υπήρχε μόνο ο ΟΦΗ, μόνο ο ΟΦΗ τον ενδιέφερε. Ο «καπετάνιος» ήταν για τον Παναθηναϊκό, άσε που ο Γκέραρντ δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί του…»

Πώς είχατε καταφέρει τότε και είχατε γίνει μια υπολογίσιμη δύναμη για το ελληνικό ποδόσφαιρο;

Είχαμε καταφέρει να είμαστε πραγματικά ομάδα. Και όχι μόνο μέσα στο γήπεδο. Τελείωνε η προπόνηση και μας έβλεπες όλους μαζί να πηγαίνουμε για καφέ ή για φαγητό. Ήμασταν συνέχεια μαζί. Ήμασταν 27-30 παίκτες και ήμασταν μαζί. Σίγουρα έπαιξε μεγάλο ρόλο και ο Γκέραρντ σε αυτό, αλλά και οι ίδιοι οι ποδοσφαιριστές.

Πριν κλείσουμε το κεφάλαιο ΟΦΗ θέλω να μου πεις τα παιχνίδια που θυμάσαι περισσότερο από τα άλλα.

Στο ματς με την Αθλέτικο έκανα την ασίστ στον Μαχλά, αλλά υπάρχουν πολλά ματς. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάποιο ιδιαίτερα. Σίγουρα όμως ένα παιχνίδι Ευρωπαϊκό είναι κάτι το ιδιαίτερο, όμως εγώ είχα τη φιλοσοφία ότι όλα τα ματς, είτε φιλικά, είτε ευρωπαϊκά να τα βλέπω ακριβώς το ίδιο.

Καχυποψία από τους υπόλοιπους αντιπάλους είχες νιώσει για συγκεκριμένα παιχνίδια;

Καταλαβαίνω τι λες. Κοίτα, στον ΟΦΗ υπήρχε ο Θόδωρος Βαρδινογιάννης, όπου όμως μόνο το επίθετο υπήρχε και τίποτε άλλο. Κι εγώ λέγομαι «Μαρινάκης», αλλά αυτό δεν σημαίνει πως έχω σχέση με τον πρόεδρο του Ολυμπιακού. Βέβαια δεν είναι το ίδιο. Σε κάθε περίπτωση πάντως, οι μεγάλοι του ποδοσφαίρου παγκοσμίως πάντοτε έχουν περισσότερη εύνοια από τους διαιτητές. Τον Θόδωρο Βαρδινογιάννη τον ενδιέφερε μόνο ο ΟΦΗ. Ο «καπετάνιος» ήταν για τον Παναθηναϊκό. Εξάλλου ο Γκέραρντ δεν σήκωνε «μύγα στο σπαθί του» και ήταν ΚΥΡΙΟΣ με κάθε γράμμα κεφαλαίο.

«Όταν είχε έρθει να δει ο Βενγκέρ τον Ολυμπιακό με είχε χαρακτηρίσει έμβολο και αναρωτιόταν γιατί δεν έπαιζα στην ομάδα»

Πάμε τώρα να μου πεις πώς έγινε η μεταγραφή σου στον Ολυμπιακό.

Έκανα ένα πολύ καλό παιχνίδι εκείνη τη χρονιά στο «Γεντί Κουλέ» και είχα βάλει γκολ πίσω από τη σέντρα και κερδίσαμε 2-0.  Αμέσως με πλησίασαν οι άνθρωποι του Ολυμπιακού. Ο κ. Φωτίου δούλευε τα μεταγραφικά και φυσικά ο κ. Λούβαρης. Με ρώτησαν αν ενδιαφερόμουν και απάντησα θετικά. Όμως ήμουν γηγενής και παρά το ότι τελείωσε το συμβόλαιό μου, ο Ολυμπιακός πλήρωσε τον ΟΦΗ για να μπορέσει να με πάρει. Ήταν μεγάλη πρόκληση να φύγω από τον Ολυμπιακό και να πάω στον ΟΦΗ.

Πήγες σε έναν Ολυμπιακό, που ναι μεν ήταν ο Κόκκαλης, αλλά δεν είχε ξεκινήσει να παίρνει τα πρωταθλήματα.

Ακριβώς. Βέβαια σου ξαναείπα ότι εμένα με ένοιαζε να παίζω ποδόσφαιρο. Έφυγα από τον Ολυμπιακό χωρίς να πάρω πρωτάθλημα. Υπέγραψα για πέντε χρόνια και έφυγα στα δύο, γιατί ήρθε η πρόταση από τη Σεβίλλη. Πλήρωσε και λεφτά στον Ολυμπιακό και επειδή πάντοτε κοιτούσα για το παραπάνω έφυγα για τη Σεβίλλη.

Ήταν σε μεταβατικό στάδιο ο Ολυμπιακός και «χτιζόταν» για να μπορέσει στη συνέχεια να πάρει τα συνεχόμενα πρωταθλήματα.

Για να χτιστεί μια ομάδα, θέλει χρόνο. Δεν μπορεί να γίνει από τη μία στιγμή στην άλλη. Πρέπει να έχεις υπομονή. Εγώ έκανα υπομονή για δύο χρόνια αλλά έφυγα. Δεν μπορώ να σου πω ότι ήμουν άτυχος, γιατί αυτό που επέλεξα ήταν να πάω στην Πριμέρα Ντιβιζιόν. Εγώ θεώρησα ότι ούτως ή άλλως έκανα το παραπάνω βήμα.

Πώς έγινε λοιπόν αυτό το βήμα;

Δεν θα ξεχάσω ότι τότε ήταν να έρθει στην ομάδα ο Αρσέν Βενγκέρ. Παίζαμε πρώτα με την Μαρσέιγ και είχε έρθει να παρακολουθήσει το παιχνίδι. Εγώ ήμουν στον πάγκο και δεν έπαιξα. Μετά στη ρεβάνς στη Μασσαλία, είχα παίξει και ήμουν πολύ καλός.  Ο Βενγκέρ λοιπόν με είχε χαρακτηρίσει ως «έμβολο» στη μεσαία γραμμή για τον Ολυμπιακό και είχε αναρωτηθεί γιατί δεν έπαιζα. Για μένα ήταν ιδιαίτερα κολακευτικό.

Μάθατε ποτέ εσείς οι παίκτες γιατί τελικά δεν ήρθε;

Εγώ προσωπικά όχι. Νομίζω όμως ότι χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία, όχι μόνο για τον Ολυμπιακό, αλλά για το ελληνικό ποδόσφαιρο να έρθει ένας τέτοιος προπονητής εδώ. Δεν θέλω να υποτιμήσω τους Ελληνες προπονητές, αλλά χάθηκε ευκαιρία.

Την επόμενη χρονιά παίξατε με τη Σεβίλλη.

Με τη Σεβίλλη κάναμε το πρώτο ματς μέσα εκεί. Εγώ είχα πάει πολύ καλά, όπως και όλη ομάδα. Μας αδικεί το σκορ, γιατί φάγαμε το γκολ στο 89-90 με απίστευτη καραμπόλα. Μετά στη ρεβάνς στο Καραϊσκάκη πάλι ήμασταν εξαιρετικοί. Εγώ έδωσα ασίστ στον Σαπάνη και σκόραρε. Δουλέψαμε όλοι σε εκείνη τη βραδιά, αλλά αποκλειστήκαμε με το γκολ του Σούκερ. Εγώ όμως είχα μπει στο μάτι του τεχνικού διευθυντή της Σεβίλλης.

Δεν ήταν φυσικά ο Μόντζι.

Όχι, αυτόν τον είχα συμπαίκτη. Από εκεί και πέρα πάντως, ήρθαν σε 4-5 παιχνίδια οι άνθρωποι της ομάδας και με έβλεπαν. Εγώ είχα συμβόλαιο και ήρθε ο Μπάγεβιτς στον Ολυμπιακό. Με εκτιμούσε και με σεβόταν και το ίδιο και εγώ. Επί ένα μήνα τον ρώταγα τι θα γίνει με την περίπτωσή μου. Κατάλαβε ότι το μυαλό μου ήταν να φύγω να πάω στην Ισπανία. Ήρθαν σε επαφή οι δύο διοικήσεις, τα βρήκαν, τα βρήκα κι εγώ με την ομάδα και έγινε η μεταγραφή μου, μαζί με τον Τσάρτα.

O Πέτρος Μαρινάκης με τον Γιώργο Λούβαρη κατά την αναχώρησή του για τη Σεβίλλη, προκειμένου να ολοκληρώσει τη σπουδαία μεταγραφή στην ισπανική ομάδα

«Φεύγοντας από τη Σεβίλλη έκανα τη χειρότερη επιλογή στην καριέρα μου. Βλακεία; Ανρωριμότητα; Επιπολαιότητα; Γι’ αυτό λέω στα νέα παιδιά αν έχουν την ευκαιρία να παίξουν στο εξωτερικό, με τίποτα να την αφήσουν να πάει χαμένη»

Έφυγες λοιπόν για τη Σεβίλλη, πήγες σε ένα μαγικό κόσμο, αλλά δεν έμεινες.

Πραγματικά μπήκα σε έναν φανταστικό κόσμο, αλλά παρά το γεγονός ότι υπέγραψα για τρία χρόνια, δεν έμεινα ούτε έναν. Έκανα την χειρότερη επιλογή στην καριέρα μου. Έφυγα από το καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου τότε και μάλιστα από μια ομάδα που έπαιζα βασικός, σε μια εξαιρετική πόλη με εκπληκτικές συνθήκες ζωής και δουλειάς.

Έχεις εσύ μιλήσει ποτέ με τον «Πέτρο» για τους λόγους που σε έκαναν να φύγεις;

Έχω μιλήσει και δεν ξέρω πώς να το πω. Βλακεία; Ανωριμότητα; Επιπολαιότητα; Όπως και να το πω… Υπήρχαν όμως δύο θεματάκια, τα οποία δεν μπορούν να αποτελούν και δικαιολογία. Επέστρεψα σαν δανεικός στον ΟΦΗ, οπότε μπορούσα να ξαναγυρίσω στη Σεβίλλη. Όμως έχασα τη μητέρα μου. Και πάλι όμως το καλοκαίρι μπορούσα να γυρίσω στη Σεβίλλη. Τότε όμως ερωτεύτηκα και παντρεύτηκα και η τότε γυναίκα μου μου χάρισε δύο απίστευτους γιούς τους οποίους δεν αλλάζω με τίποτα. Αυτό όμως που θέλω να πω είναι πως εάν κάποιος παίκτης έχει μια ευκαιρία να παίξει στο εξωτερικό, δεν πρέπει με τίποτα να την αφήσει να πάει χαμένη.

«Με τον Αλμέιδα έμενα στο ίδιο δωμάτιο στις αποστολές της Σεβίλλης. Δεν θέλει να χάνει με τίποτα, έχει τη νοοτροπία του νικητή»

Ποιους είχες τότε συμπαίκτες στη Σεβίλλη και ποιους αντιπάλους;

Θα ξεκινήσω με τον νέο προπονητή της ΑΕΚ, που δεν ήμουν απλά συμπαίκτης του, αλλά μέναμε και στο ίδιο δωμάτιο στις αποστολές. Τον Αλμέιδα. Από κει και πέρα Μπεμπέτο, Προσινέτσκι, Μόντζι που έχει κάνει τρομερά πράγματα στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο, Μανόλο Χιμένεθ που και αυτός ήρθε ως προπονητής στην ΑΕΚ. Αντίπαλοι τι να σου πρωτοπώ.  Έπαιζα δεξί μπακ στη Σεβίλλη και είχα αντίπαλο τον Ρομπέρτο Κάρλος και τον Ρεδόντο. Ο Ριβάλντο έπαιζε στη Λα Κορούνια, ο Φίγκο ποιον να πρωτοθυμηθώ; Γι αυτό θεωρώ ότι έκανα μεγάλη βλακεία, που μου δόθηκε μια τέτοια ευκαιρία και την πέταξα. Γιατί έφυγα επειδή το ήθελα εγώ και όχι επειδή με έδιωξαν. Γι αυτό είμαστε άνθρωποι για να κάνουμε λάθη.

Με τον Αλμέιδα έχεις μιλήσει;

Φυσικά μιλήσαμε στο τηλέφωνο και προσπαθήσαμε να συναντηθούμε, αλλά τον καταλαβαίνω γιατί τρέχει γιατί πρέπει να οργανώσει και να φτιάξει μια καλή ομάδα για το καλό του πρώτα. Εάν έχει την νοοτροπία που είχε ως ποδοσφαιριστής και τον αφήσουν να δουλέψει, θα κάνει σημαντικά πράγματα στην ΑΕΚ. Έχει τη νοοτροπία του νικητή και δεν θέλει να χάνει με τίποτα. Μάχεται και όταν γίνεται αυτό βγαίνεις και νικητής. Δεν παραδίδει τα όπλα ποτέ.

Είχε ζητήσει τη γνώμη σου για το ελληνικό πρωτάθλημα;

Ναι αλλά πιο παλιά, επειδή είχε πρόταση να έρθει ως παίκτης για τον Ολυμπιακό, αλλά δεν ξέρω τελικά γιατί δεν έγινε η μεταγραφή.

Προπονητής όμως πλέον είσαι κι εσύ.

Έχω πάρει το δίπλωμα μου, το UEFA Β’, αλλά είμαι με τον Θανάση Κολιτσιδάκη, ο οποίος έχει δίπλωμα PRO. Δουλέψαμε μια χρονιά στη Δόξα Δράμας και βιώσαμε δύσκολες καταστάσεις στη Superleague 2  Πέρσι ο Θανάσης ήρθε στην Αθήνα με την οικογένειά του και εγώ έμεινα στην Κρήτη στην ομάδα της Νεάπολης στη Γ’ Εθνική. Πλέον όμως είμαστε μαζί και ψάχνουμε για ομάδα. Ταιριάζει η φιλοσοφία μας και ο ένας συμπληρώνει τον άλλον.

Έχεις παίξει και στις εθνικές ομάδες.

Βέβαια και με την Ανδρών και έχω σκοράρει και σε επίσημο παιχνίδι στη Μάλτα. Με τη μεσογειακή ομάδα όμως ήταν η καλύτερη περίοδος, καθώς κατακτήσαμε το χρυσό μετάλλιο στο Ολυμπιακό στάδιο, κερδίζοντας στον τελικό την Τουρκία το 1991. Εγώ πέτυχα σε κάθε παιχνίδι γκολ. Μετά από εκεί με κάλεσε ο κ. Γεωργιάδης στην Ανδρών. Δεν πήγα όμως στο μουντιάλ του 1994 και δεν μπορώ να καταλάβω το λόγο που δεν πήγα.

Ο Μιχάλης ο γιός σου, είναι καλύτερος από σένα;

Το έχω πει ξανά. Είναι καλύτερος από μένα γιατί είναι εγκεφαλικός παίκτης. Δεν θέλω να παρεξηγηθώ, αλλά παίζε όπως ο Μπουσκέτς. Εγώ ήμουν αυτό που λέμε box to box, ενώ ο Μιχάλης είναι πιο δημιουργικός παίκτης.

Πες μου και μια ιστορία από Ολυμπιακό για να κλείσουμε.

Είχε έρθει ο Εστάι και παίζαμε σε κάποιο φιλικό. Προπονητής ήταν ο Αλέφαντος και έβλεπε τον Εστάι να κάνει διάφορα στον αγωνιστικό χώρο. Εγώ ήμουν στον πάγκο με τον Γκώνια, οπότε γυρίζει και λέει του Τάκη: «Τον βλέπεις τον Εστάι; Που να σε βάλω να παίξεις εσένα»;

O Πέτρος Μαρινάκης συζητά με τον συντάκτη του sportday.gr, Γιώργο Μπιτσικώκο

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News