Συνέντευξη Αντώνης Μήνου: «Ψέματα, κοροϊδία, χωρίς τον Μπάγεβιτς η ΑΕΚ δεν θα πετύχαινε τίποτα»

O Αντώνης Μήνου, ο πρώτος Έλληνας τερματοφύλακας που υπερασπίστηκε την εστία της εθνικής σε αγώνα Μουντιάλ, θυμάται τη σπουδαία του καριέρα σε Παναθηναϊκό και ΑΕΚ!

Το όνομα Αντώνης Μήνου, κατέχει περίοπτη θέση στη βίβλο του ελληνικού ποδοσφαίρου καθώς συνοδεύεται από μια ιστορική πρωτιά! Αν και τερματοφύλακας του Απόλλωνα εκείνη την εποχή, το 1994 έγινε ο πρώτος πορτιέρο που υπερασπίστηκε την εστία της εθνικής μας ομάδας σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου, στο παιχνίδι με την Αργεντινή του μεγάλου Ντιέγκο Μαραντόνα.

Για να καταγράψει κανείς τη διαδρομή του Αντώνη Μήνου στα ελληνικά γήπεδα, θα χρειαζόταν όχι μία, αλλά… τρεις συνεντεύξεις. Από που να ξεκινήσει και που να τελειώσει κανείς. Από το δελτίο στον ΠΑΟΚ στον οποίο δεν έμελλε να αγωνιστεί ποτέ; Από τις αξέχαστες εμπειρίες του σε Παναθηναϊκό, ΑΕΚ και εθνική ομάδα; Από την πρόταση που δέχτηκε από τον Ολυμπιακό;

Από το 1975 όταν πραγματοποίησε το ντεμπούτο του με τον Αλμωπό Αριδαίας στο πρωτάθλημα της Β’ Εθνικής, μέχρι το 1996 που κρέμασε τα γάντια του στα αποδυτήρια της Ριζούπολης, ο διεθνής τερματοφύλακας έζησε τα πάντα. Και σήμερα, 26 χρόνια μετά την αποχώρησή του από την ενεργό δράση, συναντά τον Αντώνη Τσακαλέα και εξιστορεί άγνωστες ιστορίες μιας σπάνιας καριέρας σε μια συνέντευξη… βιβλίο!

Photo Credits: Eurokinissi | Ραφαήλ Γεωργιάδης

 

 

«Ο Αρχοντίδης μου έλεγε ότι θα γράψω ιστορία, αλλά εγώ δεν ήθελα να παίξω τερματοφύλακας. Μέχρι που μια μέρα ήρθε στο σχολείο μου και μπήκε στο γραφείο του διευθυντή…»

Τερματοφύλακας παίξατε, να φανταστώ, λόγω ύψους, εξ’ αρχής; 

 

«Η καριέρα μου οφείλεται στον Χρήστο Αρχοντίδη. Εγώ, μικρός, έπαιζα επιθετικός. Ψηλός, αριστεροπόδαρος και λίγο βαρύς, λόγω ύψους. Μια μέρα, πήγαμε να παίξουμε βόλεϊ, στο γηπεδάκι που είχε πίσω από το τέρμα της ομάδας. Οι παίκτες του Αλμωπού βγήκαν να κάνουν σουτάκια και δεν είχαν τερματοφύλακα. Μου λένε «ρε ψηλέ, κάτσε λίγο τέρμα να κάνουμε κανένα σουτ». Πήγα, και έκανα ό,τι μπορούσα. Με την άκρη του ματιού μου, είχα δει ότι ο Αρχοντίδης ήταν στο κέντρο του γηπέδου και με παρατηρούσε. Παίξαμε έτσι περίπου 20 λεπτά μέχρι που στέλνει ένα παιδί να με φωνάξει. Με ρώτησε αν παίζω σε ομάδα ή αν παίζω τερματοφύλακας. Του εξήγησα ότι δεν έχω κάποια σημαντική επαφή με το άθλημα. Εγώ τότε ήμουν 14-15 χρόνων. Μου ζήτησε να καθίσω στην προπόνηση διότι δεν είχαν τερματοφύλακα. Εκείνη την ημέρα, έβγαζα τα πάντα. Ο Αρχοντίδης, την ώρα της προπόνησης, ερχόταν, με αγκάλιαζε και μου έλεγε «αγόρι μου, εσύ θα γράψεις ιστορία με χρυσά γράμματα». Οι φίλοι μου, είχαν μείνει πίσω από την εστία και γελούσανε. Μετά, στο σχολείο, με κοροϊδεύανε. Μου λέγανε αυτά που έλεγε ο Αρχιντίδης και γελούσανε. Ο Αρχοντίδης μου είπε να ξαναπάω σε προπόνηση αλλά δεν πήγα. Ήρθε στο καφενείο του πατέρα μου. Εμείς, φουλ ΠΑΟΚτσήδες, άρρωστοι στην οικογένεια. Είπε στον πατέρα μου να πάω να γίνω τερματοφύλακας. «Αν θέλει επιθετικό να πάω, εγώ δεν είμαι τερματοφύλακας». Αυτό είπα στον πατέρα μου».

Και είπατε όχι;

 

«Ούτε τότε πήγα. Δυο εβδομάδες μετά, είμαστε στο σχολείο, έχουμε διάλειμμα και βλέπω τον Αρχοντίδη στο προαύλιο. «Ωχ, για σένα ήρθε» μου έλεγαν οι φίλοι μου. Ο Αρχοντίδης ήταν αυστηρός. Αν του έλεγες «εγώ δεν παίζω» δεν ασχολιόταν ξανά. Με εμένα επέμεινε. Εγώ σκέφτηκα «δεν ήρθε για μένα». Υπήρχαν παιδιά του σχολείου στην ομάδα και θα ήρθε να ζητήσει να λείψουν. Λίγα λεπτά μετά, με φωνάζει ο λυκειάρχης… «Εδώ μου λέει ο προπονητής, ότι είσαι καλός στο τέρμα, αλλά σου είπε να πας προπόνηση και δεν πήγες. Γιατί δεν πας; Αφού δεν τα παίρνεις τόσο τα γράμματα, γιατί δεν παίζεις ποδόσφαιρο;» Εγώ άρχισα τις δικαιολογίες, ότι θα παίρνω απουσίες, και τέτοια. «Όταν θα έχεις προπόνηση, θα έρχεσαι σε μένα με τη τσάντα και θα φεύγεις». Μόλις είπε αυτό, είπα «εδώ είμαστε». Έτσι ξεκίνησα. Ο Αρχοντίδης ασχολήθηκε πολύ μαζί μου. Μου μιλούσε, μου έβαζε να κάνω ασκήσεις. Με βοήθησε. Αν δεν επέμενε, δεν θα έπαιζα ποδόσφαιρο… Τα χρόνια πέρασαν, εγώ ασχολήθηκα παραγοντικά με τον Αλμωπό και τον πήρα προπονητή εκεί. Μου έλεγε «Αντωνάκη, τα μισά λεφτά που έχεις βγάλει από το ποδόσφαιρο, πρέπει να μου τα δώσεις».

«Με πήγε ο ΠΑΟΚ στη Θεσσαλονίκη. Τη μια μέρα κοιμήθηκα σε ένα σπίτι στη Ροτόντα και την επόμενη με πήγαν στο «Ολύμπιον» σε δωμάτιο με τον Μάνθο Κατσούλη»

Και στον ΠΑΟΚ, πως δεν παίξατε;

 

«Το πρώτο μου δελτίο ήταν στον ΠΑΟΚ. Δεν έπαιξα ποτέ αλλά είχα υπογράψει…Ο ΠΑΟΚ έδινε στον Αλμωπό 800.000 δραχμές και τρεις παίκτες από το εφηβικό. Είχα δοκιμαστεί, ένα καλοκαίρι, το ’75 ή το ’76, μπροστά από τη Θύρα 8. Ήμουν Κατερίνη διακοπές, ήρθανε, με πήγανε για δοκιμή. Είχα πάει με φίλο μου στην Τούμπα. Μου λένε να υπογράψω αλλά δεν υπέγραψα διότι θα έμπλεκα. Την επόμενη ήρθαν άνθρωποι του Παντελάκη στην Αριδαία. Έκαναν την πρόταση, ο Αλμωπός την αρνήθηκε! Ο πατέρα μου ήταν έξαλλος. Λίγες ημέρες μετά, έρχονται και με παίρνουν από το σπίτι, ξημερώματα, να με πάνε Θεσσαλονίκη, για να πιέσουν να γίνει η μεταγραφή. Μοναχοπαίδι εγώ, η μάνα μου άρχισε να αντιδρά. Ήμουν και άβγαλτο παιδί…Τη μια μέρα κοιμήθηκα σε ένα σπίτι στη Ροτόντα και την επόμενη με πήγαν στο «Ολύμπιον» σε δωμάτιο με τον Μάνθο Κατσούλη. Με βάλανε με άλλο όνομά, με κρύβανε. Νόμιζαν οτι ο Αλμωπός θέλει να με δώσει αλλού. Το πρωί πήγα υπέγραψα δελτίο, έβγαλα φωτογραφίες και μου είπαν «θα μείνεις εδώ μέχρι να φύγουμε προετοιμασία». Εγώ ζαλίστηκα. Δεν άντεχα. Πήρα το λεωφορείο και πήγα Κατερίνη. Μέσα σε όλα, ο Αλμωπός με απειλούσε ότι θα με άφηναν μετεξεταστέο στο σχολείο».

Μιλάμε για σήριαλ…

 

«Ο Αλμωπός έπρεπε να πάρει μια απόφαση. Στην Αριδαία, εκείνη την εποχή, στις πλατείες, είχαν σημεία που έμπαιναν οι αφίσες του σινεμά. Εκεί, λοιπόν, είχαν γράψει με μεγάλα γράμματα «Σήμερα η γενική συνέλευση του Αλμωπού με θέμα τη μεταγραφή του Αντώνη Μήνου στον ΠΑΟΚ». Η συνέλευση έγινε και ένας παράγοντας είπε «τα λεφτά που μας δίνει ο ΠΑΟΚ, θα τα βάλω εγώ στην ομάδα. Ας μη τον δώσουμε, έχει μέλλον». Κόντεψα να χάσω την καριέρα μου. Το επόμενο καλοκαίρι ήρθε ο Ηρακλής. Πάλι τα ίδια. Πάλι είπαν όχι. Όταν ήρθε η Καστορία, πίστευα πλέον ότι δε θα γίνει μεταγραφή. Τότε, ο παράγοντας που είχε πει «όχι» στη μεταγραφή στον ΠΑΟΚ, πήγε στον πρόεδρο του Αλμωπου, τον Χαλκίδη, και του είπε «έχω τόσες τύψεις που έκοψα το δρόμο του παιδιού, που και τα μισά να μας έδινε η Καστοριά, θα σου έλεγα να τον δώσουμε».

Δε σας έχει μείνει πικρία για όλο αυτό;

 

«Σκέφτομαι πως όλα έγιναν για κάποιο λόγο. Ξέρω πως αν πήγαινα στον ΠΑΟΚ, θα αντιμετώπιζα δυσκολίες. Και επειδή ξέρω τον χαρακτήρα μου, ίσως να τα παρατούσα τότε. Η εξέλιξη των πραγμάτων, με βοήθησε. Έτσι το αντιλαμβάνομαι. Τα χρόνια που με ήθελε ο ΠΑΟΚ και ο Ηρακλής, δεν ήμουν βασικός στον Αλμωπό. Αυτοί όμως που με είδαν δει, ήξεραν και είχαν αναγνωρίσει πράγματα. Στην πορεία μου, ίσως να έπαιξε ρόλο το γεγονός ότι ξεκίνησα ως επιθετικός. Διάβασα και τον Σαργκάνη που και αυτός έτσι ξεκίνησε. Με βοήθησε στο να σκέφτομαι το πως κινούνται οι παίκτες μέσα στο γήπεδο, στο τι θέλουν να κάνουν».


Τελικά, η διαδρομή ήταν γεμάτη με χαρές και τίτλους…

 

«Ναι αλλά δεν τις ευχαριστήθηκα όσο έπρεπε»…

Τι εννοείτε; Γιατί; 

 

«Εγώ, ακόμα και στη στιγμή της χαράς και της επιτυχίας, σκεφτόμουν και με προβλημάτιζε το μετά. Ήμουν τέτοιος χαρακτήρας. Ήταν σα να φτάναμε στην κορυφή και ενώ όλοι πανηγύριζαν, εγώ έβλεπα το επόμενο βουνό, την επόμενη χρονιά».

Ακόμα και την ώρα της χαρά που λένε ότι ξεχνάς τα πάντα;

 

«Ναι, ναι. Στα πρωταθλήματα με τον Παναθηναϊκό, για παράδειγμα, εμένα το μυαλό μου ήταν στο τι θα γίνει του χρόνου. Ήμουν σε μια θέση ανταγωνιστική και ιδιαίτερη. Έπρεπε να τελειώσω την καριέρα μου για να αντιληφθώ τη διαδρομή μου και να πω ότι «Αντώνη, κάτι έκανες κι εσύ στο ποδόσφαιρο». Το να είσαι στην κορυφή σε μια θέση, να κάνεις πρωταθλητισμό σε δυο ομάδες, να παίρνεις τίτλους. Και είχα πάντα ανταγωνισμό. Μεγάλο ανταγωνισμό. Στην Καστοριά είχα έναν δέκα χρόνια μεγαλύτερό μου. Στον Παναθηναϊκό είχα τον Κωνσταντίνου, το Δαύκο, το Σαργκάνη, είχα πάντα μεγάλο ανταγωνισμό. Χαιρόμουν πάντα για μια δυο μέρες, και αμέσως σκεφτόμουν το μετά. Είχα πάντα στο μυαλό μου πως όταν κάνεις πρωταθλητισμό, δίνεις κάθε μέρα εξετάσεις. Πρέπει να διαχειριστείς το γεγονός ότι τη μια Κυριακή θα είσαι Θεός και την άλλη θα φταις για μια ήττα».

Νομίζω ότι αυτό το ζούμε και θα το ζούμε….

 

«Να σου δώσω ένα παράδειγμα. Θυμάμαι πως σε ένα πρωτάθλημα με την ΑΕΚ, είχα πιάσει ένα πέναλτι στην Έδεσσα και έλεγαν όλοι ότι αυτό μας δίνει τον τίτλο. Όλη τη χρονιά όμως είχα κάνει και μεγάλα παιχνίδια. Στο πρωτάθλημα πολλοί θυμούνται τις στιγμές αλλά το πρωτάθλημα είναι ένα παζλ με πολλά κομμάτια. Το πρωτάθλημα είναι μαραθώνιος. Όλα αυτά τα είχα στο μυαλό μου. Ότι ποτέ δεν φτάνει μια Κυριακή. Ακόμα και η γυναίκα μου, μου έλεγε ότι με βλέπει στρεραρισμένο ακόμα και μετά από μεγάλες στιγμές».


Αυτό, δεν έβγαινε στο γήπεδο;

 

«Όχι. Ήταν ο χαρακτήρας μου τέτοιος που δεν το έβγαζα έξω αυτό. Και ξέρεις, όλο αυτό, το λέω τώρα που περάσανε τα χρόνια. Αυτό το οτι δεν ευχαριστήθηκαν τις στιγμές όσο θα μπορούσα, το κατάλαβα μετά…»

O Αντώνης Μήνου, μέλος της πρωταθλήτριας ομάδας του Παναθηναϊκού το 1984. 

 

«Ο Γκμοχ έφτασε στο σημείο να γράψει ψέμματα για μένα στο βιβλίο του. Έγραψε ότι έπαιξα χάλια σε ένα φιλικό με τη Φέγενορντ κι εγώ δεν είχα καν αγωνιστεί σε εκείνο το παιχνίδι»


Από το πέρασμα στον Παναθηναϊκό, τι κρατάτε και τι θα «ξεχνούσατε»;

«Ακόμα και έτσι όπως το λες, δεν ξεχνάω τίποτα διότι κάτι έμαθα από όλα αυτά. Πέρασα και δύσκολες στιγμές αλλά μου έδωσαν πράγματα. Από τα χρόνια μου ως μέλος προπονητικού τιμ, αφού σταμάτησα να παίζω, κατάλαβα πως θα έπρεπε να είχα προετοιμαστεί καλύτερα όταν ήμουν ποδοσφαιριστής, για να σταθώ σε υψηλό επίπεδο. Στον Αλμωπό και στην Καστορία δεν είχαμε προπονητή τερματοφυλάκων. Είχαμε ξερά γήπεδα. Και πήγα στον Παναθηναϊκό, σε έναν σύλλογο τοπ για την Ελλάδα, και εκεί κατάλαβα πράγματα. Αφού πήγα στον Παναθηναϊκό, πήρε η ομάδα τον Τάκη Οικονομόπουλο για προπονητή τερματοφυλάκων. Ήρθε ο Γκμοχ και δεν είχε κανέναν. Αυτά, είναι χαμένα χρόνια για μένα, και όχι μόνο για μένα, αλλά για όλους τους τερματοφύλακες».

Στον Παναθηναϊκό και αν υπήρχε ανταγωνισμός…

 

«Όταν πήγα ήταν ο Οικονομόπουλος, μετά ήρθε ο Λαφτσής και μετά ο Σαργκάνης. Όταν έφυγα από τον Παναθηναϊκό, είχα τέσσερα χρόνια συμβόλαιο. Εγώ ζήτησα να φύγω. Όταν ο Παναθηναϊκός ήταν να αφήσει παίκτες, σου έλεγε «ναι θα φύγεις αλλά θα πας εκεί που θα σου πω». Εγώ είχα πει πω αν φύγω, θα πάω εκεί που θέλω εγώ, αλλιώς θα καθίσω εδώ».


Τι έγινε και πήγατε στην ΑΕΚ;

 

«Υπήρχαν πολλά τότε. Μπορεί να είχε δημιουργηθεί μια, σε εισαγωγικά, καλή σχέση, διότι είχε τότε εμφανιστεί ο Κοσκωτάς. Μπορεί να θέλανε να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός και τελικά ο Παναθηναϊκός με πούλησε 30 εκατομμύρια στην ΑΕΚ. Τότε είχα δηλώσει πως «πάω στην ΑΕΚ για να δείξω αυτά που δε με άφησαν να δείξω στον Παναθηναϊκό». Θεωρούσα οτι θα μπορούσα να είχα καλύτερη αντιμετώπιση στον Παναθηναϊκό. Αλλά, κάποια πράγματα είναι και λογικά. Όταν ο Παναθηναϊκός πήγε και αγόρασε τον Σαργκάνη, ήταν αναμενόμενο να έχει εκείνος πιο ανοικτό δρόμο από εμένα. Όταν είμαι τρία χρόνια στην ομάδα και η ομάδα δεν με εμπιστεύεται και πηγαίνει και παίρνει τερματοφύλακα από τον αντίπαλο, αυτό θα γινόταν. Εγώ τότε είχα ζητήσει να υπάρχει αξιοκρατία. Δεν ζήτησα να παίζω. Ζήτησα να παίζω αν ήμουν εγώ ο καλύτερος. Και πήρα εγγυήσεις. Και έπαιξα, όχι μόνο λόγω του τραυματισμού του Σαργκάνη. Τουλάχιστον εγώ είχα τη ψυχολογία ότι, ξέρεις, όταν είμαι αναπληρωματικός, παίζει ο Σαργκάνης…».

Είναι περίεργο να υπάρχει τέτοιος ανταγωνισμός σε μια ομάδα… 

 

«Είχαμε ανταγωνισμό αλλά υγιή ανταγωνισμό. Όλοι κέρδιζαν από αυτό, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι όσο ήμασταν συμπαίκτες με τον Σαργκάνη δεν μιλήσαμε ποτέ…»

«Όλη η Ελλάδα ήταν ΠΑΣΟΚ κι εγώ ήμουν από την άλλη. Και πήγαινα στην Κρήτη, στο άντρο του ΠΑΣΟΚ, και με έβριζε ένα ολόκληρο γήπεδο»


Στον Παναθηναϊκό, ποιος ήταν πρώτος;


«Ο Γκμοχ, είχε χαράξει το δρόμο του και δεν άλλαζε με τίποτα. Έλεγε ότι εγώ είμαι δεύτερος και ο Δαύκος τρίτος. Εγώ του έλεγα ότι θα ήταν καλό να κρίνει μέσα από αυτά που βλέπει, αλλά εκείνος ήταν ανένδοτος. Δεν ήταν το θέμα να είμαι εγώ πρώτος αλλά όλοι να ξέρουμε ότι θα παίζει ο καλύτερος. Ο Γκμοχ, έφτασε να γράψει ψέμματα για μένα στο βιβλίο του. Έλεγε πως εγώ έφαγα απίθανα γκολ σε ένα φιλικό με τη Φέγενορντ, και εγώ θυμόμουν, και είχα και το απόκομμα της εφημερίδας που αποδεικνύει ότι εγώ δεν έπαιξα σε αυτό το ματς, αλλά ο Λαφτσής. Σου είπα ότι πολλές φορές, στο δρόμο σου, συναντάς προβλήματα
που ο κόσμος δεν τα αντιλαμβάνεται. Εγώ δεν είχα και κανέναν για στήριγμα. Θα στο πω έτσι απλά. Εγώ πήγα στην Αθήνα και ήμουν χωριάτης. Ένα παιδί που από την Αριδαία πήγε στην Καστορία και από εκεί στην Αθήνα. Και, θα το λέω πάντα ότι δεν μπορεί να μου προσάψει τίποτα. Και το ξέρουν οι συμπαίκτες μου όλα αυτά τα χρόνια. Όταν πήρα μεταγραφή στον Παναθηναϊκό, συναντήθηκα με έναν τερματοφύλακα που είχε περάσει από τον Ολυμπιακό, τον Καρυπίδη. Τότε, μαζευόταν σε ένα καφέ στην Αγίας Σοφίας όλοι οι ποδοσφαιρικοί. Και πήγα εκεί, και σηκώθηκαν να χαιρετήσω έναν παλιό μου προπονητή, τον Καρακασίδη. Του είπα ότι πάω στον Παναθηναϊκό και το άκουσε ο Καρυπίδης και μου είπε «ξέρεις που πας; λάχανο θα σε φάνε εσένα…Έτσι όπως σε βλέπω εσένα, παιδιά, θα σε καθαρίσουν σαν αυγό εκεί κάτω. Εδώ εμάς καθάρισαν που ήμασταν γάτες».

Τι σκεφτήκατε τότε;

«Ήξερα ότι πολλά μπορεί να παίξουν ρόλο. Αλλά σαν χαρακτήρας, ήμουν και αντιδραστικός. Τότε παίζανε ρόλο τα πάντα. Οι γνωριμίες, οι φιλίες, τα πολιτικά. Τότε παίζανε ρόλο και τα πολιτικά. Όλη η Ελλάδα ήταν ΠΑΣΟΚ, εγώ ήμουνα από την άλλη. Και το έλεγα, και αυτό επηρέαζε καταστάσεις τότε…Έχει γραφτεί σε πρωτοσέλιδο από τον Γεωργίου, στον Φίλαθλο, το «Μήνου: Δε θα με θάψει εμένα το ΠΑΣΟΚ», που δεν το είπα ποτέ. Μου είπε ότι «θα σε φάει ο Σαργκάνης , τώρα που είναι και ΠΑΣΟΚ» και εγώ του είπα «εγώ είμαι δυο μέτρα παλικάρι, δε θα με θάψει κανένας» και έγραψε ότι «δε θα με θάψει εμένα το ΠΑΣΟΚ». Αυτά δημιουργούσαν προβλήματα. Πήγαινα στην Κρήτη και με έβριζε όλο το γήπεδο. Ξέρεις τώρα, μιλάμε για Κρήτη, το άνδρο του ΠΑΣΟΚ. Μετά έγινε το σκηνικό με τον Ολυμπιακό, πάνω στην πενταετία μου».

«Στο τέλος της πενταετίας μου στον Παναθηναϊκό βρήκα θυροκολλημένη την προσφορά της ομάδας. Δεν μου μίλησε ούτε ο Βαρδινογιάννης, ούτε ο γιος του»

Τότε ήταν να πάτε στον Ολυμπιακό;

«Ήταν εκεί το Παναθηναϊκός – Εθνικός που χάσαμε 3-6»…


Τι ματς κι’ εκείνο…

«Γράψανε ότι μετά το ματς με αποδοκιμάζαμε και με βρίζανε έξω από το γήπεδο, και δεν ήταν κανένας έξω από το γήπεδο. Ήταν μόνο δέκα δημοσιογράφοι. Με ρώτησαν για το ματς και την επόμενη μέρα, στον «Αθλητική Ηχώ» έγραφε ότι «ο Μήνου αποδοκιμάστηκε έξω από τα αποδυτήρια». Όλα αυτά ενώ νωρίτερα μέσα στην εβδομάδα είχε γίνει το εξής: Με πήρανε και με ρώτησαν, από τη στιγμή που τελείωνε η πενταετία, αν θα πήγαινα στον Ολυμπιακό. Και εγώ απάντησα πως «όπως είναι όλες οι ομάδες, είναι και ο Ολυμπιακό. Άμα δεν συμφωνήσω με τον Παναθηναϊκό, θα πάω στην ομάδα που θα συμφωνήσω». Και βγαίνει η εφημερίδα με μεγάλα γράμματα: «Μήνου, πάω στον Ολυμπιακό» με μεγάλα γράμματα, και πίσω, με μικρά γράμματα έγραφε «αν δεν τα βρω με τον Παναθηναϊκό, και ο Ολυμπιακός είναι μια ομάδα». Τι ήθελαν να πω; Ότι αν ο Παναθηναϊκός δε με θέλει και με θέλει ο Ολυμπιακός, δε θα πάω; Πριν να ξεκινήσει το ματς με τον Εθνικό, με έβριζαν οι φίλαθλοι. Λίγες ημέρες μετά, βρήκα θυροκολλημένη στο σπίτι μου, την ανώτερη προσφορά τον Παναθηναϊκού, λόγω του τέλους της πενταετίας. Δεν μου μίλησε ούτε ο Βαρδινογιάννης ούτε ο γιος του. Και τη δέχθηκα και έμειναν και την επόμενη σεζόν έπαιξα 28 ματς πρωτάθλημα αλλά και τα Ευρωπαϊκά. Σε ένα ματς με τη Μπριζ, δήλωσα ότι μπορούσα να αντιδράσω καλύτερα σε ένα γκολ της Μπριζ. Ο Αντωνίου μου είχε πει «είσαι μα…. που το είπες» και εγώ σκέφτηκα «καλά, να φοβάμαι να πω ότι φταίω και ότι θα μπορούσα να κάνω κάτι καλύτερο;»


Θα αλλάζατε κάτι από όλα αυτά που κάνατε; Κάτι που σας βγήκε σε κακό;

«Όχι. Απλά θα ήμουν πιο ψυχρός. Να μην με έπιαναν ευαισθησίες. Τότε, εκείνη την εποχή, όχι εγώ αλλά όλα τα παιδιά, άμα χάναμε, μέναμε σπίτι. Καλά, για ντέρμπι, δεν τον συζητώ. Μια βδομάδα μέσα. Όχι από φόβο. Τότε δεν βγαίναμε διότι δε θα μας άρεσε να σου πει ο άλλος «καλά ρε Αντώνη, χάσατε;» Ακόμα και αυτό, με πείραζε. Τώρα βέβαια, δεν τους νοιάζει. Ίσως γιατί είναι όλοι ξένοι…»


Γιατί, έχει εθνικότητα η ήττα;

«Η αντιμετώπιση έχει. Τα πρώρα παιδιά μου βγήκαν και πήραν Αγγλία έλεγαν «χάσεις, κερδίσεις, έχεις έξω την ίδια αντιμετώπιση». Δηλαδή, σκέψου, παράδειγμα, μετά από ντέρμπι ΠΑΟΚ – Άρη, που έχασε ο ΠΑΟΚ, να βρουν έξω τον Πασχαλάκη για καφέ. Δε θα του την πούνε οι ΠΑΟΚτσήδες;»

«Όταν είδα της τραγικές συνθήκες προπόνησης και λειτουργίας της ΑΕΚ σε σχέση με τον Παναθηναϊκό, γύρισα σπίτι και είπε στη γυναίκα μου ότι έκανα μαλ… που πήγα εκεί. Και μετά η ΑΕΚ έγινε το σπίτι μου»


Μετά τον Παναθηναϊκό ήρθε η ΑΕΚ…

«Για να κλείσω με τον Παναθηναϊκό. Εγώ τον είδα, στην αρχή, σα την πρώτη μου γκόμενα. Ήταν η πρώτη μεγάλη ομάδα που πήγα. Εγώ ήμουν ΠΑΟΚτσής άρρωστος, μικρός. Και το είχα πει όταν πήγα στον Παναθηναϊκό. Όμως αγάπησα όλες τις ομάδες στις οποίες έπαιξα. Έχω αναμνήσεις, είναι κομμάτι της ζωής μου. Όταν παίζουν μεταξύ τους θέλω να τις βλέπω να είναι δυνατές και να δίνουν μάχη μέχρι τέλους. Ακόμα όμως και αυτό, σε μερικούς δεν αρέσει. Θέλουν να πουλάς Παναθηναϊκοφροσύνη, ΑΕΚοφροσύνη, ΠΑΟΚτσιδιλίκι….».


Η ΑΕΚ, τι είναι για εσάς;

«Το μέρος που βρήκα το σπίτι μου. Αν εξαιρέσεις τον πρώτο χρόνο που έπαθα πολιτισμικό σοκ…»


Γιατί;

«Οι συνθήκες προπόνησης και λειτουργίας της ομάδας ήταν τραγικές. Η μέρα με τη νύχτα σε σχέση με τον Παναθηναϊκό. Στην αρχή είχα πει στη γυναίκα μου οτι έκανα μαλ… που έκανα μεταγραφή! Στον Παναθηναϊκό είχαμε 17 αλλαξιές για την προπόνηση και στην ΑΕΚ τα πήγαινα σπίτι για να πλύνει η γυναίκα μου, να τα στεγνώσει και να τα βάλω την επόμενη. Γεμίζαμε ξανά τα μπουκάλια, τα πλαστικά από τη βρύση, ενώ στον Παναθηναϊκό τα πετάγαμε. Όμως χρόνο με το χρόνο, τα πράγματα άλλαξαν, ειδικά μετά το πρώτο πρωτάθλημα. Η ΑΕΚ δεν είχε την οικονομική άνεση του Παναθηναϊκού. Στον Παναθηναϊκό πήγαινες 30 του μήνα στο γραφείο, και ήταν ο φάκελος με τα λεφτά του. Στην ΑΕΚ περίμενες το πότε θα εμφανιστεί ο λογιστής. Το βλέπαμε και φωνάζαμε «ήρθε ο Άγγελος». Μέσα από αυτές τις δυσκολίες, η ΑΕΚ κρατήθηκε, χάρη στον Μπάγεβιτς».

 

«Ο Γιδόπουλος είχε στήσει ηχητικό εις βάρος μας, πήγε στον Μπάγεβιτς να μας διώξει από την ΑΕΚ και εκείνος του απάντησε… “να φύγεις εσύ”»


Έχουν μιλήσει πολλοί για τον Μπάγεβιτς… Τι είχε και το κατάφερνε;

«Κατά πρώτον, είχε την αποδοχή του κόσμου. Αν ο Μπάγεβιτς έβγαινε και έλεγε «θα βάλω τον Μήνου σέντερ φορ» θα έλεγε ο κόσμος «ο Μπάγεβιτς, ξέρει….»


Από εκεί ξεκινάνε όλα…

«Αυτό. Όταν σε έβαζε να παίξεις ο Μπάγεβιτς, δεν αμφισβητούσε κανένας το αν παίζεις με την αξία σου και είναι κάτι που έδινε ισορροπία στα αποδυτήρια. Εγώ, τον πρώτο χρόνο στην ΑΕΚ έκανα προσφυγή και το επόμενο καλοκαίρι έμεινα με νέο συμβόλαιο. Όλοι λέγανε τότε ότι έκαναν προσφυγή για να πάω στον ΠΑΟΚ ενώ εγώ ήθελα να διασφαλίσω τα λεφτά μου. Μου έφερε ο Γιδόπουλος λεφτά αλλά δεν τα δέχθηκα. Ήθελα να κερδίσω την προσφυγή για να ξέρει ο κόσμος ότι την προσφυγή την έκαναν για να διασφαλιστώ, όχι για να φύγω. Πήγαινα στα γραφεία να βρω τον Γιδόπουλο και ενώ ήτα μέσα μου έλεγαν ότι λείπει. Ε, αυτή την κοροϊδία, δε την μπορούσα».


Σε άλλη ΑΕΚ πήγατε και από άλλη ΑΕΚ φύγατε…

«Αλήθεια είναι αυτό. Εγώ θεωρώ πως στα χρόνια που ήμουν στην ΑΕΚ, αυτή δικαιούταν τα πρωταθλήματα. Μπες στο youtube και δες. Υπήρχαν χρονιές που σε κάθε ματς θα δεις να έχουμε βάλει τρία γκολ και να έχουμε κάνει άλλες 15 ευκαιρίες. Ωραία μπάλα. Να την χαίρεσαι. Δεν είχε τους παικταράδες. Είχε ομάδα. Μια σειρά 14-15 παικτών που ήταν σε ένα Α επίπεδο. Αν δεν είχε τον Μπάγεβιτς να παίρνει τις κατάλληλες αποφάσεις, τίποτα δε θα ήταν το ίδιο. Και αποφάσεις για την ομάδα, όχι με γνώμονα τον εαυτό του. Όπως έκανε με εμένα».

 


Στο περίφημο ηχητικό;


«Ναι. Το είχε στήσει ο Γιδόπουλος. Είχα βγάλει, μαζί με τον Βασιλόπουλο και τον Καραγκιοζόπουλο, ως αρχηγοί, μια ανακοίνωση ότι είμαστε απλήρωτοι και παίζουμε για τους εαυτούς μας. Και, ποιον θα έτρωγε; Εμένα που δεν ήμουν ΑΕΚτσής. Και πήγε στον Μπάγεβιτς μια κασέτα στην οποία ήμουν δήθεν εγώ, με αλλοιωμένη φωνή, να κατηγορώ την ΑΕΚ και να εκθειάζω τον Βαρδιογιάννη. Ο Μπάγεβιτς την άκουσε και άρχισε να γελάει. Ο Γιδόπουλος του είπε «αν δεν φύγουν οι αρχηγοί, θα φύγω εγώ» και του είπε «φύγε εσύ». Θα το έκανε άλλος πλην του Μπάγεβιτς αυτό;». Αν ήταν άλλος, θα με είχαν καθαρίσει και θα μου έμενε η ρετσινιά. Τι να πω για τον Μπάγεβιτς εγώ; Κάποιος μπορεί να πει οτι θα μπορούσε να είχε επιμείνει όταν τελείωσε το συμβόλαιό μου διότι ήθελα να κλείσω την καριέρα μου στην ΑΕΚ. Αλλά ακόμα και σε αυτό, είχε πει οτι θα κάνει την εισήγησή του και για τα λεφτά μιλάς εσύ. Τότε ο Μελισσανίδης είχε φέρει τον Ατματσίδη από τους Πόντιους. Πήγα στον Απόλλωνα… Ο Μελισσανίδης ήθελε να μου δώσει όσα ο Γενεράκης. Δεν συμφωνήσαμε και αμέσως φώναξε τον Οικονομόπουλο και τον έκλεισε. Είχε τον Ατματσίδη και είχε φέρει και τον Καραγιάννη».

 


Τι πρόταση έγινε και δεν τα βρήκατε;

«Μου έδινε 30 εκατομμύρια για ένα χρόνο. Εγώ του είπα ναι στα λεφτά, αλλά για τρία χρόνια συμβόλαιο. Του είπα να μου δώσει τα 45 εκατομμύρια μπροστά και τα υπόλοιπα στα τρία χρόνια. Αυτός με ήθελε να συμπλήρωμα, για να παίζει ο Ατματσίδης. Θέλεις αυτό; Πες το. Δεν μπορώ την κοροϊδία. Αυτό έγινε, και στον Μπάγερβιτς είπε άλλα».

 

«Στον Απόλλωνα όταν ήμουν, με ήθελε ο Ολυμπιακός. Μίλησα με τον Λούβαρη και ήταν μπροστά και ο Αλαμάνος. Τότε ο Αλαμάνος ήθελε και να με πουλήσει και να του πληρώσει ο Ολυμπιακός αυτόν που θα έπαιρνε στη θέση μου»


Ο Παναθηναϊκός ήταν «η πρώτη γκόμενα», η ΑΕΚ ήταν το «σπίτι» σας. Ο Απόλλων;


«Το λιμάνι που δεν το βαράει ποτέ αέρας. Ομάδαρα. Ομαδάρα! Να γουστάρεις να πας προπόνηση, να περιμένεις το επόμενο παιχνίδι. Αυτά που κάναμε τότε με τον Απόλλωνα ήταν σαν πρωταθλήματα. Τη μια βγήκαμε Ευρώπη και την άλλη πήγαμε τελικό, νικώντας τον ΠΑΟΚ στην Τούμπα. Ομάδα – οικογένεια και μια προεδράρα δυνατή. Κερδίζαμε και μετά από λίγες ημέρες, πήγαινες στα γραφεία και σου έδινε άλλες φορές 100 άλλες 150.000 δραχμές πριμ. Και δεν το λέω για τα λεφτά. Η κίνηση σε έφτιαχνε. Στον Απόλλωνα όταν ήμουν, με ήθελε ο Ολυμπιακός. Μίλησα με τον Λούβαρη και ήταν μπροστά και ο Αλαμάνος. Τότε ο Αλαμάνος ήθελε και να με πουλήσει και να του πληρώσει ο Ολυμπιακός αυτόν που θα έπαιρνε στη θέση μου….»

 

Εκεί χάλασε;


«Και για αυτό. Εγώ βέβαια έκανα και δεύτερες σκέψεις. Όταν πήρα το αεροπλάνο από Θεσσαλονίκη να πάω Αθήνα, άρχισα να το ξανασκέφτομαι. Θα πήγαινα στον Ολυμπιακό με Αλέφαντο. Όταν μπήκα στο γραφείο, ο Αλαμάνος με είδε και το κατάλαβε ότι κάτι συνέβαινε. Του το είπα, ανέβαινε σε αυτός τις απαιτήσεις και δεν έγινε. Και ο Ολυμπιακός πήρε τον Τοχούρογλου. Ο Απόλλων θα έπαιρνε στη θέση του τον Κατσιαούνη στη θέση μου. Εγώ σκέφτηκα «που πας να μπλέξεις; Πάλι πρωταθλητισμό, πάλι πίεση, να δεις το πως θα σε δεχθεί ο Ολυμπιακός….».


Θέλω να κλείσω με το κεφάλαιο Μουντιάλ…

«Κατά πρώτον, ήταν μια πρωτόγνωρη διαδικασία. Κατα δεύτερον, από αυτό, λίγοι τα κονομήσανε και γι’ αυτό πόνεσε πολύ, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν πολλά στηρίγματα. Για μένα, η παρουσία της εθνικής δεν μπορούσε να είναι καλύτερη. Ήμασταν πρωτοεμφανιζόμενη ομάδα και παίξαμε με την Αργεντινή, τη Βουλγαρία που έφτασε ημιτελικά, και τη Νιγηρία. Μας είχανε πει οτι είμαστε περιοδεύων θίασος. Πήγαμε 20 μέρες πριν στην Αμερική και πήγαμε σε τρεις εκδηλώσεις. Εκεί υπάρχουν ένα εκατομμύριο κόσμος. Τέτοιες εκδηλώσεις έκανε και η Ιταλία και η Βραζιλία και η Κολομβία. Η αλήθεια είναι πως δεν είναι και την καλύτερη δυνατή προετοιμασία. Πήγα σε Μουντιάλ, μετά από αρκετά χρόνια, ως μέλος του τιμ του Φερνάντο Σάντος. Εκεί, πήγαμε προετοιμασμένοι. Είχα, έστω και κατ τύχη, διαβάσει ακόμα και την Κόστα Ρίκα».

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News