Ευρωμπάσκετ 1989: Το φιλί του Γκάλη στον Πέτροβιτς και η... γραμμή στο τρίποντο του Φάνη

Ευρωμπάσκετ 1989: Το φιλί του Γκάλη στον Πέτροβιτς και η… γραμμή στο τρίποντο του Φάνη | Αφιέρωμα | Ήρωες του αθλητισμού | Ευρωμπάσκετ | Μπάσκετ

Η εθνική Ελλάδας ανέβηκε, για δεύτερη φορά, σε βάθρο νικητών σε Ευρωμπάσκετ, στις 26 Ιουνίου του 1989. Είχε νικήσει σε έναν ιστορικό ημιτελικό τη Σοβιετική Ένωση, μόνο που ήταν η σειρά των Γιουγκοσλάβων να πανηγυρίσουν.

Ο μικρός αριθμός των ομάδων που έπαιξαν στο Ευρωμπάσκετ του 1989, μόλις οκτώ, υπήρξε σημαντικός παράγοντας για την πρόκριση της Ελλάδας στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του επόμενου χρόνου, στο Μπουένος Άιρες. Η Εθνική το 1986 είχε συμμετάσχει στην πρώτη τέτοια διοργάνωση, στην Ισπανία, όπου κατέκτησε τη δέκατη θέση, ενώ τον επόμενο χρόνο πήρε το χρυσό μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ του 1987. Δυστυχώς, το καλοκαίρι του 1988 δεν ήταν αντίστοιχο της παλιγγενεσίας του προηγούμενου έτους: η δικαιολογημένη δηκτικότητα του Νίκου Γκάλη προς την ΕΟΚ για μια υπόσχεση που δεν κράτησε, τον έφερε εκτός της ομάδας στο προολυμπιακό τουρνουά αρχικά. Ο Γκάλης έφτασε στο Ντεν Μπος της Ολλανδίας αργά και η Εθνική έχασε το παιχνίδι πρόκρισης στον όμιλο με την Ισπανία, ενώ είχε ηττηθεί δύσκολα από τη Σοβιετική Ένωση και ευκολότερα από τη Γιουγκοσλαβία.

Ένα χρόνο μετά, ήταν παρούσα, μία από τις οκτώ ομάδες του Ευρωμπάσκετ. Από τους ομίλους προκρίνονταν οι δύο πρώτες απευθείας στα ημιτελικά. Οι υπόλοιπες τέσσερις θα έπαιζαν για τις θέσεις 5-8, με την πέμπτη να δίνει το εισιτήριο για την Αργεντινή. Για να φτάσει στον ημιτελικό, η Ελλάδα χρειάστηκε τη βοήθεια της Γιουγκοσλαβίας. Η Εθνική είχε νικήσει στο ματς του ομίλου τη Γαλλία 80-74, με 30 πόντους του Γκάλη, και τη Βουλγαρία 103-73, με 43 πόντους του «γκάνγκστερ». Όμως είχε ηττηθεί 35 πόντους από τους Γιουγκοσλάβους, 103-68, και είχε μόνο +1 ενεργητικό, ενώ οι Γάλλοι είχαν +25, με τη νίκη τους 109-78 επί των Βούλγαρων. Οι Γιουγκοσλάβοι, που είχαν νικήσει τα δύο πρώτα παιχνίδια τους με 55 πόντους διαφορά, βρίσκονταν πίσω στο ημίχρονο 48-41. Στην τριπλή ισοβαθμία, η Ελλάδα θα έμενε εκτός. Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς, που είχε βάλει τους αναπληρωματικούς, αποφάσισε να επαναφέρει την τάξη. Ένας Ντράζεν Πέτροβιτς μαινόμενος και μην έχοντας παίξει λεπτό στο παιχνίδι με τους «τρικολόρ», έβαλε 30 πόντους μόνο στο δεύτερο ημίχρονο και η Γιουγκοσλαβία πήρε την πρόκριση.

 

Οι «πεινασμένοι» Γιουγκοσλάβοι

Η Γιουγκοσλαβία δεν είχε κατακτήσει το χρυσό μετάλλιο σε Ευρωμπάσκετ από το 1977, στη Λιέγη. Τα 12 χρόνια δεν ήταν πάρα πολλά, αλλά εκείνο το έτος συμπλήρωσε την τετραετή κυριαρχία της στην Ευρώπη, νικώντας σε τρεις διαδοχικές διοργανώσεις, πρώτα στη Βαρκελώνη, έπειτα στο Βελιγράδι και, τέλος, στο Βέλγιο. Ήταν η εποχή του Κρέζιμιρ Τσόσιτς, του Ντράζεν Νταλιπάγκιτς, του Ντράγκαν Κιτσάνοβιτς, του Μίρσα Ντελίμπασιτς, του Ζόραν Σλάβνιτς, του Ζέλικο Γέρκοφ, ακόμα και του Ζάρκο Βάραϊτς, το όνομα του οποίου μπορεί να μη λέει πολλά, όμως είναι ο τύπος που στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1979, στην Γκρενόμπλ, έβαλε 45 πόντους με τη φανέλα της Μπόσνα Σεράγεβο στην Έμερσον Βαρέζε, η οποία έφτανε στο δέκατο συνεχόμενό της τελικό, δίνοντας το δικαίωμα στον ίδιο, τον Ντελίμπασιτς και τον προπονητή της ομάδας, το σπουδαίο Μπόγκνταν Τάνιεβιτς, να πανηγυρίσουν την κατάκτηση του τίτλου με το τελικό 96-93. Το ρεκόρ του συμπλήρωσε φέτος 43 χρόνια ζωής και ουδείς το έχει καν πλησιάσει, με αξιώσεις, εν πάση περιπτώσει.

Αυτή η Γιουγκοσλαβία, όμως, δεν είχε κατακτήσει οποιαδήποτε κορυφή. Το 1983, στην πρώτη διοργάνωση του Πέτροβιτς, ήταν απογοητευτική στο Ευρωμπάσκετ της Γαλλίας και έμεινε στην έβδομη θέση. Τον επόμενο χρόνο, όντας η μόνη χώρα που λογιζόταν στο ανατολικό μπλοκ (ο Γιόζιπ Μπροζ Τίτο, όμως, είχε φροντίσει να μην είναι πραγματικά υπό την αιγίδα της Σοβιετίας), πήρε το χάλκινο στους Ολυμπιακούς του Λος Άντζελες, αλλά αποκλείστηκε στον ημιτελικό με την Ισπανία και νίκησε δύσκολα τον Καναδά. Στο Ευρωμπάσκετ της Στουτγάρδης βρέθηκε εκτός από τους ημιτελικούς, αφού τη νίκησε η Τσεχοσλοβακία, ισχυρή αλλά στο πνεύσιμο των λοισθίων, του θρυλικού Καμίλ Μπράμπενετς, ενώ την επόμενη χρονιά, στη Μαδρίτη, σε μια πρώτης τάξεως αυτοχειρία, δέχθηκε τρία τρίποντα από τους Αρβίντας Σαμπόνις, Βαλερί Τιχονένκο και Βάλντις Βάλτερς, μετά και τη θρυλικής υπόστασης διπλή ντρίμπλα του νεαρού Βλάντε Ντίβατς, και έμεινε εκτός τελικού Παγκόσμιου Πρωταθλήματος στην παράταση, χάνοντας 91-90 από τη Σοβιετική Ένωση. Στο Ευρωμπάσκετ του 1987 έχασε από την Ελλάδα δύο φορές, η μία στον ημιτελικό, ενώ στη Σεούλ νίκησε επιτέλους τη Σοβιετική Ένωση στους ομίλους, όμως ηττήθηκε από το συγκρότημα του Αλεξάντερ Γκομέλσκι στον ημιτελικό και κατέκτησε πάλι το χάλκινο μετάλλιο.

Σχεδόν όλη η νέα φουρνιά, από το 1987 και έπειτα, ήταν παρούσα. Ο Ντράζεν ήταν ο πάτερ φαμίλιας, ακολουθούσαν οι Γιούρι Ζντοβτς, Στόγιαν Βράνκοβιτς, Ζόραν Τσούτουρα και Ζάρκο Πάσπαλι, ενώ νεότεροι ήταν ο Ντίβατς, ο Ντίνο Ράτζα και ο Τόνι Κούκοτς, που βρίσκονταν από το 1987 στην Εθνική και έμελλε να πάρουν μέρος στη θριαμβευτική Πανεπιστημιάδα του Μπόρμιο, τέλη Ιουλίου με αρχές Αυγούστου του ίδιου έτους, ενώ εκείνο τον Απρίλιο κατέκτησαν και το πρώτο Κύπελλο Πρωταθλητριών τους με τη Γιουγκοπλάστικα. Δεν ήταν ο Αλεξάντερ Τζόρτζεβιτς, που είχε αντέγκληση στο πρωτάθλημα με τον Πέτροβιτς και του είχε… απαγορευτεί η ενσωμάτωση στην Εθνική, αλλά ήταν ο Πρέντραγκ Ντανίλοβιτς, που δεν έπαιξε το ’87. Ο Ζόραν Ράντοβιτς ήταν ο πλέι μέικερ-κάλυψη του Ζντοβτς, ο Ζντράβκο Ραντούλοβιτς ήταν ο αναπληρωματικός σούτινγκ γκαρντ, ενώ ο Μάριο Πρίμορατς έπρεπε να είναι έτοιμος αν συνέβαινε κάτι στην πανίσχυρη τριάδα των ψηλών.

Το πρόβλημα των Γιουγκοσλάβων ήταν η Σοβιετική Ένωση, από την οποία είχαν ηττηθεί σε όλα τα σημαντικά παιχνίδια μετά τον τελικό του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος του 1978, στην Κεζόν των Φιλιππινών, όταν με τους 21 πόντους του Νταλιπάγκιτς νίκησαν 92-91 στην παράταση. Ως εκ τούτου στον ημιτελικό του 1989, η Ελλάδα τούς προσέφερε ιστορική ευεργεσία. Αλίμονο αν θεωρούσε κάποιος ότι εκείνη η πυραυλοκίνητη ομάδα του Ίβκοβιτς ήταν χαμένη από χέρι απέναντι στο συγκρότημα του Βλάντας Γκαράστας, πάντως ό,τι δεν έχει συμβεί είναι πιο πιθανό να μη γίνει από το να συμβεί όντως.

 

Η χείρα βοηθείας

Με όλο το ταλέντο της, η Ελλάδα ήταν εντελώς συμβατική απέναντι στους παίκτες του Ίβκοβιτς. Αυτό το παιχνίδι, ο ημιτελικός της 24ης Ιουνίου, ήταν ο τελευταίος που έπαιξε η Σοβιετική Ένωση στην Ιστορία της. Ακόμα και στο προολυμπιακό του Ντεν Μπος, η Εθνική, που είχε πια για προπονητή τον Ευθύμη Κιουμουρτζόγλου αντί του Κώστα Πολίτη, είχε χάσει δύσκολα από τους Σοβιετικούς, 82-77. Από την ομάδα του 1987, εφτά παίκτες ήταν ίδιοι: ο Παναγιώτης Γιαννάκης, ο Φάνης Χριστοδούλου, ο Παναγιώτης Φασούλας, ο Λιβέρης Ανδρίτσος, ο Νίκος Φιλίππου, ο Αργύρης Καμπούρης και ο Γκάλης. Στην ομάδα είχαν μπει ο Κώστας Παταβούκας, ο Δημήτρης Παπαδόπουλος, ο Ντίνος Αγγελίδης, είχε ελληνοποιηθεί ο Ντέιβιντ Στεργάκος, ενώ, παρά το γεγονός ότι στο ρόστερ δίνεται κανονικά ο Τζον Κόρφας, η Γαλλία τού στέρησε τη συμμετοχή στο Ευρωμπάσκετ, κάνοντας ένσταση για παράνομη συμμετοχή του.

Η Εθνική κλήθηκε να παίξει ένα παιχνίδι απέναντι σε ένα θηρίο και ανταποκρίθηκε περίφημα και ο Γκάλης μάλλον έκανε το κορυφαίο παιχνίδι του με τη γαλανόλευκη: οι 45 πόντοι που έβαλε εντυπωσίασαν τους δημοσιογράφους, ειδικά τους Αμερικανούς, οι οποίοι, με την προοπτική να παίξει η Dream Team στους Ολυμπιακούς της Βαρκελώνης, με δύο Γιουγκοσλάβους να είναι έτοιμοι να ταξιδέψουν στις ΗΠΑ για να παίξουν στο NBA, ο Ντράζεν στο Πόρτλαντ με τους Μπλέιζερς και ο Ντίβατς στο Λος Άντζελες με τους Λέικερς, ενώ το ίδιο επρόκειτο να κάνει και ένας Σοβιετικός, ο Σαρούνας Μαρτσουλιόνις στο Γκόλντεν Στέιτ με τους Γουόριορς, διέσχισαν τον Ατλαντικό και επισκέπτονταν όλο το πενθήμερο την «Ντομ Σπορτόβα» του Ζάγκρεμπ για να δουμν τα νέα φυντάνια.

Ο Γκάλης δεν σκόραρε απλώς, αλλά το έκανε με τον ίδιο τρόπο, ένα σουτ πάνω από τον Σαμπόνις συνήθως, με αποτέλεσμα οι Αμερικανοί να τρίβουν τα μάτια τους, διότι ένιωθαν να βρίσκονται σε ένα διαρκές déjà vu. Όσο η Σοβιετική Ένωση δεν είχε λύση για να σταματήσει το θεό του ελληνικού μπάσκετ -και δεν είχε σε όλο το ματς- η Ελλάδα ήταν μπροστά στο σκορ. Κι όταν έφτασε η ώρα της κρίσης, το τελευταίο λεπτό, ήρθε η ώρα της… παρανομίας: ο Γκάλης, πατώντας ξεκάθαρα την εξωτερική γραμμή, έδωσε στον Φάνη, που έκανε μία ντρίμπλα και δύο βήματα και βγήκε έξω από τη γραμμή των 6,25μ., εξαπολύοντας σουτ ιοβόλο: το 81-80, που διαμορφώθηκε με 55’’ για τη λήξη, διατηρήθηκε λόγω της ελληνικής άμυνας. Αν κάτι συμπυκνώνει το πάθος του Παναγιώτη Γιαννάκη, είναι ο τρόπος που βάζει το σώμα του για να αλιεύσει το επιθετικό φάουλ από τον Βαλντεμάρας Χομίτσιους, με ψήγματα… δραματουργίας βεβαίως, ενώ μετά την άστοχη προσπάθεια του Γκάλη, ο Γκούναρς Βέτρα επέλεξε τη δεξιά πλευρά για να κάνει την τελευταία επίθεση, τον ντούμπλαραν ο Φάνης και ο Γιαννάκης και έκανε βήματα.

Εκείνη την εποχή, το παιχνίδι απέναντι στην ΕΣΣΔ θεωρήθηκε εφάμιλλο, αν όχι ανώτερο, του τελικού του ’87, κυρίως επειδή έπαιζε κανονικά ο Σαμπόνις, αλλά και διότι έγινε εκτός Ελλάδας. Η Εθνική βρισκόταν ξανά στο βάθρο και, άδεια, συμμετείχε στο «πάρτι» των Γιουγκοσλάβων, οι οποίοι έκαναν πλάκα και στον ημιτελικό με την Ιταλία και είχαν μια συνολική διαφορά 110 πόντων στα πέντε παιχνίδια τους, στην «Ντομ Σπορτόβα».

Το τελικό 98-77 ήταν ενδεικτικό, αφού ο τελικός είχε κριθεί από πολύ νωρίς: συγκεκριμένα, από τη στιγμή που ο Ντράζεν βρήκε τον Ράτζα με πάσα πίσω από την πλάτη με το αριστερό χέρι και ο τελευταίος κάρφωσε πάνω από τον Φασούλα. Σε όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού και κυρίως στον τελικό, παρουσιάστηκε το πλήρες ρεπερτόριο: ένας τύπος 207 εκατοστών μπορούσε να κατεβάζει την μπάλα και να δημιουργεί φάσεις για όλους, οι ψηλοί έτρεχαν πρώτοι στον αιφνιδιασμό και μπορούσαν να πασάρουν από την περιφέρεια ή στο λόου ποστ και βέβαια υπήρχαν οι σταθερές αξίες. Εκείνο το βράδυ, της 26ης Ιουνίου του 1989, στο Ζάγκρεμπ μπήκε ο θεμέλιος λίθος για την «κορυφαία ευρωπαϊκή Εθνική όλων των εποχών». Κράτησε μόλις μία τριετία, αλλά ό,τι είδαν οι αυτόπτες, αποτυπώθηκε στη μνήμη τους εσαεί.

Στην απονομή, ο Γκάλης, που ήταν πάλι ο πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης, φίλησε τον Πέτροβιτς. Οι δυο τους, δεν το ήξεραν τότε αλλά, συναντήθηκαν για τελευταία φορά σε μεγάλη διοργάνωση. Από το Παγκόσμιο του 1990 έλειπε ο πρώτος, από το Ευρωμπάσκετ του 1991, που ήταν η τελευταία διοργάνωση του σπουδαίου Έλληνα, ο δεύτερος. Τα έφερε έτσι η ζωή που το τελευταίο παιχνίδι τους ήταν ένας τελικός -και αποχαιρέτησαν τη δική τους δεκαετία του ’80 χαρισματικοί και φιλιωμένοι.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News