ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΠΑΝΟΥΛΗΣ: Ένα παιδί που ονειρεύτηκε να παίξει μπάσκετ

Η Sportday.gr καταγράφει την πορεία του Βασίλη Σπανούλη στα πρώτα του βήματα στο μπάσκετ. Ο Κεραυνός Λάρισας, ο θάνατος του πατέρα του, η σκληρή δουλειά και αυτό που τον έκανε να ξεχωρίζει από μικρό παιδί.

Είναι η εποχή που τα παιδιά παίζουν στις αλάνες. Ούτε τάμπλετ ούτε κινητά ούτε η εποχή της οθόνης, κλεισμένα σε 4 τοίχους. Είναι η εποχή της αθωότητας που σήμερα φαντάζει να είναι βγαλμένη από σενάριο ελληνικής ταινίας του Δαλιανίδη.

Ο Βασίλης Σπανούλης γεννήθηκε πριν από 39 χρόνια στη Λάρισα και όταν άρχισε να αντιλαμβάνεται την καθημερινότητα ήταν με μία μπάλα έξω, στους δρόμους.

Οι γονείς του, του έμαθαν ακριβώς αυτό: βγες έξω, παίξε, απόλαυσε το παιδί που είσαι και αυτό που κάποτε θα πρέπει να κρύψεις μέσα σου. Μόνο που ο Βασίλης εκείνο το παιδί δεν το έκρυψε ποτέ, δεν το “κλείδωσε” στα μπαούλα της ενηλικίωσης, απλώς το άφησε να ωριμάσει και να αποκτήσει χαρακτήρα πρωταθλητή μέχρι τον επίλογο που “έγραψε” στις 26 Ιουνίου του 2021.

Μπάσκετ, ποδόσφαιρο, κάθε τι που έπαιζαν τα παιδιά στις αλάνες. Από τη μία να προσπαθεί να μιμηθεί τις κινήσεις του Χατζηπαναγή και από την άλλη τα μπασίματα του Γκάλη. Ουχί με την παιδική αθωότητα, αλλά προσπαθώντας να αγγίξει την τελειότητα, να γίνει ισάξιος με αυτούς.

Πάντα έβαζε στόχους, ήθελε να είναι ανταγωνιστικός, δεν του άρεσε να ακούει τη φράση “δεν μπορείς”, προτιμούσε το “μπορείς και παραπάνω”. Στα πρώτα μου χρόνια ως παιδί υπήρχε το στοιχείο της γειτονιάς, με φίλους, μετά τα μαθήματα, παίζαμε διάφορα σπορ, μπάσκετ, ποδόσφαιρο και χαιρόμασταν πολύ, παίζαμε στις αλάνες, κάτι που δυστυχώς δεν το έχουν τώρα τα παιδιά μας. Αυτό με έκανε πιο σκληρό, πιο ανταγωνιστικό και πιο μαχητή. Μαθαίνεις να επιβιώνεις όταν μεγαλώνεις έτσι. Θυμάμαι ότι με ενοχλούσε πολύ όταν κάποιος με κέρδιζε, όταν κάποιος ήταν καλύτερος από εμένα. Με ενοχλούσε όταν κάποιος πίστευε για εμένα ότι δεν μπορώ να καταφέρω κάτι. Τότε, μου έμπαινε η επιθυμία να του αποδείξω το εντελώς αντίθετο. Κάτι που το έχω μέχρι και σήμερα”, δήλωνε σε συνέντευξή του δείχνοντας από νωρίς το πρωταθληματικό dna που “έχτιζε” μέσα του.

Όπως είναι λογικό ο χαρακτήρας του Σπανούλη δεν θα μπορούσε να μείνει μόνο στο επίπεδο της αλάνας, ήθελε κάτι παραπάνω. Να γίνει η κανονικότητά του: “Με αντιμετώπιζαν φυσιολογικά οι γονείς μου, με αρχές, με σεβασμό και πειθαρχία. Υπήρχαν έντονα αυτά τα στοιχεία στο σπίτι μου, σεβασμός και πειθαρχία πάνω από όλα. Σίγουρα ο θάνατος του πατέρα μου άλλαξε τα δεδομένα της οικογένειας, ήμουν ήδη σκληρός σαν χαρακτήρας και ο θάνατος του πατέρα μου με έκανε ακόμη πιο σκληρό, ταυτόχρονα μου έδωσε ένα έξτρα κίνητρο για να ασχοληθώ με το μπάσκετ ώστε να τον κάνω υπερήφανο που ήταν εκεί ψηλά και με έβλεπε. Σίγουρα η μητέρα μου και ο αδελφός μου με βοήθησαν πάρα πολύ, έδωσαν και την ψυχή τους για εμένα, ώστε να διαμορφώσω τον χαρακτήρα μου και να φτάσω ψηλά. Υπήρχαν άνθρωποι που έλεγαν πως δεν μπορώ να παίξω σε υψηλό επίπεδο ή ότι δεν θα κέρδιζε η ομάδα στην οποία αγωνιζόμουν. Από την αντίθετη πλευρά, όλο αυτό με έκανε αυτό που είμαι σήμερα. Πήγα στις ακαδημίες ΓΣ Λάρισας, εγώ ζήτησα από τη μητέρα μου να με γράψει εκεί γιατί είχα ακούσει ότι είναι καλά. Ήθελα πάρα πολύ να παίξω μπάσκετ. Πίστευα πως μπορούσα να τα καταφέρω”.

Το μικρόβιο του μπάσκετ το είχε “κολλήσει” όταν με τον πατέρα του ταξίδεψαν ως τη Θεσσαλονίκη και πήγαν στο “Αλεξάνδρειο”, πού εκείνη την εποχή γνώριζε μεγάλες πιένες, για να δουν παιχνίδι από κοντά.

Ο Σπανούλης δεν έβλεπε απλώς το ματς, έγινε “μέρος” αυτού, έβαλε τον εαυτό του στη θέση των παικτών, “κοίταξε” το μέλλον, ήταν το βράδυ που έγινε πρωταγωνιστής.

Το σημαντικότερο όλων, κάτι που τονίζει σε κάθε ευκαιρία και ο ίδιος, είναι ότι οι γονείς του δεν του στάθηκαν εμπόδιο στο να ασχοληθεί με το μπάσκετ. Όχι μόνο γιατί είχε ταλέντο, αλλά γιατί γνώριζαν ότι έχει τον χαρακτήρα για να φτάσει στην τελειότητα: Είναι δύσκολο για τους γονείς να πούνε στο παιδί τους “προχώρα στο μπάσκετ, είμαστε μαζί σου, σε πιστεύουμε”, αλλά οι γονείς μου, το έκαναν, λέγοντας μου ταυτόχρονα να προσπαθώ και στα μαθήματα μου όσο και στο μπάσκετ. Και εγώ αυτό θα έκανα στα παιδιά μου και αυτό είναι το σωστό και το φρόνιμο, να προσπαθούν σε όποιο άθλημα επιλέξουν, εάν επιλέξουν κάποιο, όσο και στα μαθήματα. Είχα τέτοια εμπιστοσύνη στον εαυτό μου και τέτοια επιθυμία να παίξω μπάσκετ, που δούλευα ακατάπαυστα σε όλους τους τομείς και όλο αυτό με βοήθησε να γίνω αυτό που είμαι σήμερα”.

Πρώτη στάση ο Κεραυνός Λάρισας, θυγατρική ομάδα της Λάρισας, ουσιαστικά μία “δεξαμενή” ταλέντων. Οι παίκτες που ξεχώριζαν ανέβαιναν στη Λάρισα και εκεί σιγά-σιγά έχτιζαν την καριέρα τους. Ο Σπανούλης ξεχώρισε από την αρχή, σχεδόν από την πρώτη μέρα που πάτησε το πόδι του στο παρκέ. “Το έβλεπες στα μάτια του. Ήταν ένα παιδί που ήθελε να δουλέψει και δεν ήθελε να χάνει”, δήλωσε ο πρώτος του προπονητής στις ακαδημίες του Κεραυνού, ο Βλάντο Μαϊστρένκο, με τον οποίο συνεργάστηκαν σχεδόν για μία τριετία και εκεί επί της ουσίας μπήκαν οι μπασκετικές βάσεις για τη συνέχεια.

Το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Εφήβων ήταν η αρχή στην… τροπαιοθήκη του Βασίλη και το έναυσμα για να κάνει τπ επόμενο βήμα. Ο Γιάννης Τζήμας, βοηθός προπονητή του Στιβ Γιατζόγλου στη Λάρισα και μετέπειτα πρώτος προπονητής, παρακολουθούσε τα παιχνίδια του Κεραυνού και τα μάτια του ήταν συνεχώς κολλημένα στον πιτσιρικά Σπανούλη.

Ηγετικός χαρακτήρας από τότε, δεν δίσταζε να παίρνει τις δύσκολες αποφάσεις μέσα στο παιχνίδι, ήταν ξεκάθαρο ότι δεν “χωρούσε” πλέον στον Κεραυνό. Η “προαγωγή” στη Λάρισα, που εκείνη την εποχή έπαιζε στην Α2, ήταν η φυσική εξέλιξη των πραγμάτων. Εκανε εξαιρετική χρονιά στην Α2, από τότε έδειχνε ότι είναι παίκτης-ηγέτης. Και αυτό φαινόταν σε πολλά παιχνίδια στα οποία ο Σπανούλης είχε τον “τελευταίο λόγο”, έγραφε τη δική του ιστορία στα παρκέ της Α2. Μεγάλα σουτ, μεγάλες αποφάσεις, ηγετική συμπεριφορά και… buzzer beater από τα χέρια του που έκριναν αγώνες. Ο Σπανούλης που γνωρίσαμε στη συνέχεια είχε αρχίσει να “πλάθεται” από τότε.

Στα αποδυτήρια δεν μιλούσε. “Μιλούσαν” τα μάτια του για αυτόν. Η σκληράδα που είχε ως χαρακτήρας και ως παίκτης αποτελούσαν ίδιον του χαρακτήρα του.

Στις νίκες δεν πανηγύριζε, αλλά σκεφτόταν την επόμενη νίκη. Στις ήττες οι φλέβες πετάγονταν από το λαιμό, ήθελε να γυρίσει το χρόνο πίσω και να αλλάξει τον ρου του αγώνα. Πείσμωνε για το επόμενο, έβαζε τα όριά του, ήθελε να τα ξεπεράσει.

Ο Βασίλης ήταν γεννημένος νικητής. Όχι για το μπάσκετ, αλλά με ό,τι θα καταπιανοταν. Αυτό ήταν το dna του, έτσι είχε μάθει. Για κάθε “πρωτόπλαστο” η οικογένεια είναι το “Α” και το “Ω”. Αυτές ήταν οι βάσεις του, το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε. Με αρχές, πειθαρχία, εμπιστοσύνη και αγάπη. Ήταν ένα “λιοντάρι”, αλλά όχι κλεισμένο σε κλουβί. Ήταν ένα “λιοντάρι” που ωρίμαζε μέχρι να φτάσει η ώρα για να ξεχυθεί στη “ζούγκλα” και να δημιουργήσει τους δικούς του “νόμους”. Τους “νόμους” του ευρωπαϊκού μπάσκετ, το οποίο υποκλιθηκε στο ταλέντο του και την προσωπικότητά του.

Από την εποχή που ο πατέρας του τον πήγε στο “Αλεξάνδρειο”, η μητέρα του τον έγραψε στον Κεραυνό Λάρισας και ο αδερφός του ο Δημήτρης -εξίσου σπουδαίο ταλέντο- τον πίεζε μέσα από υγιή ανταγωνισμό για να γίνει ο καλύτερος, μέχρι τη μέρα που “είπε” το “αντίο”, ο Βασίλης Σπανούλης διέγραψε μία πορεία που λίγοι κατάφεραν. Και η δυσκολία δεν είναι αυτή, η δυσκολία είναι η καθολική αναγνώριση. Αυτή είναι η μεγαλύτερη νίκη του από κάθε πρωτάθλημα και κάθε ευρωπαϊκό.

“My way”, που τραγουδούσε ο Φρανκ Σινάτρα. Ή “ένα παιδί που ονειρεύτηκε να παίξει μπάσκετ”, όπως έγραψε ο ίδιος στο επιμύθιό του…

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News