Γιάννης Μπουρούσης: Το φινάλε αφοσίωσης και αγάπης στα βήματα των Ράτζα, Σαμπόνις και Γκασόλ

Μπασκετμπολίστες που τα έχουν ζήσει όλα στην καριέρα τους. Που έχουν πάρει τίτλους σε εγχώριο και διεθνές επίπεδο, κάποιοι που έχουν παίξει και στο ΝΒΑ, που υπερηφανεύονται για διακρίσεις και μετάλλια με τις εθνικές τους ομάδες. Μπασκετμπολίστες που δεν αμέλησαν, όμως, να γυρίσουν στη δύση της καριέρας τους κι εκεί όπου όλα ξεκίνησαν. Σαν τον Γιάννη Μπουρούση.

Το ‘πε και το ‘κανε ο «Μπουρού»

Σε ανύποπτες στιγμές και όχι μία ή δύο φορές, ο Μπουρούσης είχε πει ότι θα επέστρεφε στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Την Καρδίτσα. Σε ηλικία 38 ετών και αφού είχε προηγηθεί μία χρονιά μεταξύ Περιστερίου και… τηλεσχολιασμού στη Nova, ο πιο πιστός στρατιώτης της Εθνικής έκρινε ότι είχε φτάσει το πλήρωμα του χρόνου. Καλή ομάδα για τα δεδομένα της Α2, φιλόδοξη διοίκηση με επικεφαλής τον παλιό σέντερ Χρήστο Δεληγιάννη (Τρίκαλα, Πανελευσινιακός κ.α.), δυνατές τοπικές χορηγίες, πάνω απ’ όλα ένα καινούριο γήπεδο-στολίδι. Ο Καρδιτσιώτης ψηλός επανήλθε στη γενέτειρά του. Εκεί όπου είχε ξεκινήσει να παίζει μπάσκετ, στον Γ. Σ. Καρδίτσας, προτού τον πάρει ο Γιώργος Αμερικάνος και τον πάει στην ΑΕΚ το 2001. Φέτος έπαιζε μόνο στα ματς που χρειαζόταν και… όσο χρειαζόταν, ακόμα κι έτσι όμως έκανε τη διαφορά και με το 74-66 επί της Καβάλας ήρθε η άνοδος. Τρεις αγωνιστικές πριν το τέλος, με δική του 20άρα. Παρθενική παρουσία καρδιτσιώτικου συλλόγου σε πρώτη κατηγορία γενικότερα στον αθλητικό χώρο. Ο «Μπουρού» δεν θα ξαναφορέσει φανέλα και σορτσάκι, το όνειρό του ήταν απλώς να καμαρώσει την ομάδα της καρδιάς του στα «σαλόνια».

Ο Φώτσης είναι πάντα στα Ιλίσια

Ιδιαίτερη περίπτωση, κυρίως λόγω του… μακροχρόνιου που την χαρακτηρίζει, αυτή του Αντώνη Φώτση. O «Μπάτμαν» σταμάτησε την επαγγελματική του καριέρα τον Ιούλιο του 2017, πρωταθλητής για μία ακόμα φορά με τον Παναθηναϊκό. Στους «πράσινους» κατέγραψε τέσσερις θητείες και λίγες ημέρες αργότερα ανακοίνωσε πως επιστρέφει για μία δεύτερη στον Ηλυσιακό. Την ομάδα από την οποία είχε αναδειχθεί, δίχως φυσικά να παίξει σε τοπ επίπεδο. Τον είχε αποκτήσει ως παιδί-θαύμα στα 16 του το «τριφύλλι», το οποίο και αγάπησε και από τον κόσμο του οποίου αγαπήθηκε. Η μεγαλύτερη αγάπη του όμως παραμένει ο σύλλογος των Ιλισίων. Αυτός στον οποίο είχε ξεκινήσει και τελειώσει την καριέρα του και ο πατέρας του, Βαγγέλης! Ο Αντώνης κλείνει τετραετία στον Ηλυσιακό, χθες μάλιστα έπαιξε κανονικά στην ήττα 74-68 από τον Πανιώνιο για τον 2ο όμιλο της Β’ Εθνικής, βάζοντας 6 πόντους. Είναι 41 ετών, κάνει την πλάκα του και βοηθάει την ομάδα της γειτονιάς του.

Ο Μπάνε και οι επιστροφές στους μεγάλους

Υπάρχουν βέβαια και οι περιπτώσεις πασίγνωστων παικτών που γύρισαν να κλείσουν την καριέρα τους όχι σε χαμηλότερο επίπεδο απ’ ό,τι τους είχαμε συνηθίσει, αλλά στους (τοπ) συλλόγους με τους οποίους ταυτίστηκαν επί σειρά ετών και από τους οποίους για διάφορους λόγους είχαν αποχωρήσει. Χαρακτηριστικότερη ίσως, αυτή του Μπάνε Πρέλεβιτς. Ο Σέρβος σούτινγκ γκαρντ που έγινε Ελληνας και… ΠΑΟΚτσής όσο λίγοι, αγωνίστηκε με τον δικέφαλο αετό στο στήθος από το 1988 έως το 1996. Είχε αναδειχθεί στον Ερυθρό Αστέρα, με τους Θεσσαλονικείς κατέκτησε και ευρωπαϊκούς τίτλους, κάποια στιγμή έφυγε στην Κίντερ Μπολόνια και γύρισε στη χώρα μας για λογαριασμό της ΑΕΚ. Δεν θα μπορούσε όμως παρά να γυρίσει και στον ΠΑΟΚ, τη σεζόν 1999-00 συγκεκριμένα, ώστε να κρεμάσει τη φανέλα του – και να υπηρετήσει τους «ασπρόμαυρους» και από κάθε άλλο πόστο! Ενδεικτικά, από τις παρόμοιες επιστροφές αρκετών μπασκετμπολιστών, αναφέρουμε αυτές του Τάκη Κορωναίου (γύρισε τη σεζόν 1989-90 για να σταματήσει στον Παναθηναϊκό, ομάδα του επί 17 χρόνια έως το 1985, όταν έφυγε για τον ΠΑΟΚ και μετά τον Πανιώνιο) και του επίσης γκαρντ Μηνά Γκέκου (επέστρεψε τη σεζόν 1994-95 στην ΑΕΚ, ομάδα του τη δεκαπενταετία 1976-91, προτού μεταπηδήσει για τρεις περιόδους στον Παναθηναϊκό).

Ράτζα και Σαμπόνις δεν ξέχασαν

H σχετική λίστα καθίσταται μακροσκελέστατη αν μεταφερθούμε στο εξωτερικό, εμείς θα αναφερθούμε στους δύο ψηλούς που σημάδεψαν το ευρωπαϊκό μπάσκετ και απέδειξαν και στους Αμερικανούς, σε εποχές όπου υπήρχαν ελάχιστοι ξένοι στο ΝΒΑ, ότι κάποιοι Ευρωπαίοι ξέρουν ακόμα καλύτερο μπάσκετ. Ειδικά τον Ντίνο Ράτζα τον ζήσαμε και στα μέρη μας, ως παίκτη του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού από το 1997 έως το 1999 και τη σεζόν 2000-01, αντίστοιχα. Ο Κροάτης φόργουορντ-σέντερ είχε γίνει φυσικά γνωστός στη μεγάλη Γιουγκοπλάστικα, κατακτώντας το Κύπελλο Πρωταθλητριών το 1989 και το 1990. Το 2002, στα 35 του, ο ενδιάμεσα ψηλός και των Σέλτικς (19,7 π. και 9,8 ρ. το 1995-96) πήρε τα… πονεμένα του γόνατα και πήγε στη Σπλιτ να κλείσει την καριέρα του. Δηλαδή… τη Γιουγκοπλάστικα, διότι πρόκειται για την ίδια ομάδα – και την οδήγησε στην κατάκτηση του (κροατικού πλέον) πρωταθλήματος, τελευταίου της μέχρι σήμερα!

Ακόμα σπουδαιότερη φυσιογνωμία (και με ακόμα σοβαρότερους τραυματισμούς στα πόδια και δη στα γόνατα) ο Αρβιντας Σαμπόνις. Γέννημα-θρέμμα του Κάουνας, το «θαύμα της φύσης» έπαιξε στην ανδρική ομάδα της τοπικής Ζαλγκίρις στα 16 του. Κατάφερε να «αποδράσει» από τη Σοβιετική Ενωση (που έπνεε τα λοίσθια) ύστερα από οκτώ ολόκληρα χρόνια, μεταπήδησε στο ΝΒΑ με πατημένα τα 30, μα για επτά χρόνια αποτέλεσε την «κολώνα» των ισχυρότατων στη Δύση Τρέιλ Μπλέιζερς (16 π. και 10 ρ. το 1997-98). Τους άφησε τη σεζόν 2001-02 για τη Ζαλγκίρις, την επόμενη γύρισε στο Πόρτλαντ και το 2003-04… ξαναγύρισε στο Κάουνας ώστε να τερματίσει την τεράστια καριέρα του. Κάποιοι λίγοι τυχεροί είχαμε δει τον Λιθουανό σε μία από τις τελευταίες του παραστάσεις το 2004, σε ηλικία 39 ετών, στο παλαιϊκό γήπεδο του Σπόρτιγκ κόντρα στον Παναθηναϊκό.

Παίκτες-πρόεδροι Γκασόλ και Σάντσεθ!

Ενας ακόμα από τους καλύτερους ψηλούς όλων των εποχών, ακόμα σπουδαιότερος από τους προαναφερθέντες βάσει καριέρας στο ΝΒΑ, είναι ο Πάου Γκασόλ – που πριν από ένα χρόνο και κάτι γύρισε ύστερα από 20 ολόκληρα έτη στην Μπαρτσελόνα, για να κλείσει κι εκείνος την καριέρα του (λίγο πρτού φυσήξει 41 κεράκια) στο σύλλογο όπου είχε ξεκινήσει την τριετία 1998-2001. Αναφέρουμε εδώ τον δις πρωταθλητή με τους Λέικερς και όχι στην παραπάνω ενότητα, διότι μας χρησιμεύει ως… πάσα για τον αδερφό του. Τον Μαρκ, νυν σέντερ, ιδιοκτήτη και πρόεδρο της Τζιρόνα! Στην Μπάρτσα αναδείχθηκε και ο 37χρονος σήμερα ψηλός της 13ετούς θητείας στο ΝΒΑ και του τίτλου με τους Ράπτορς. Με τον μικρότερο όμως καταλανικό σύλλογο έκανε το ξεπέταγμα τη διετία 2006-08 και έφυγε για το Μέμφις. Η Τζιρόνα χρεοκόπησε και το 2014 «γεννήθηκε» το Club Basquet Girona 2014, ιδιοκτησίας Μαρκ Γκασόλ. Tα χρόνια πέρασαν, ο ίδιος βάρυνε και στην τρέχουσα περίοδο επανήλθε και ως παίκτης, για να την ανεβάσει από τη δεύτερη κατηγορία στην ACB. Εκείνη είναι πέμπτη, εκείνος έχει μέσους όρους 15 πόντων και 8,8 ριμπάουντ.

Τον Πέπε Σάντσες τον θυμάστε; Πρωταθλητής Ευρώπης το 2002 στην Μπολόνια με τον Παναθηναϊκό, ο «εγκεφαλικός» Αργεντινός πόιντ γκαρντ γεννήθηκε στην μπασκετομάνα Μπαΐα Μπλάνκα (πόλη γνωστότερη ως γενέτειρα του Μανού Τζινόμπιλι) και αγωνίστηκε στην τοπική Εστουδιάντες τη σεζόν 1995-96. Επέστρεψε στα πάτρια εδάφη το 2010 για την Μπαΐα Μπάσκετ, «επίγονο» κι αυτή της (διαλυμένης στο μεταξύ) Εστουδιάντες, κλείνοντας την καριέρα του εκεί το 2013, στα 36 του. «Κλείνοντας»; Χμμ… Σε λίγες ημέρες γίνεται 45, αλλά τον περασμένο Ιανουάριο γύρισε εκτάκτως και… στην ενεργό δράση! Είναι πια πρόεδρος της Μπαΐα και κάποια στιγμή που τα κρούσματα κορωνοϊού συσσωρεύτηκαν, ο Σάντσες φόρεσε φανέλα και σορτσάκι, πάτησε παρκέ και παραλίγο να κάνει τριπλ νταμπλ (12 π., 8 ρ., 8 ασ.) στο 91-87 επί της Χιμνάσια Λα Πλάτα για τη Β’ κατηγορία! Συνοδοιπόρος του στη μεγάλη εθνική Αργεντινής, ο σέντερ Φαμπρίσιο Ομπέρτο είχε ξεκινήσει την καριέρα του στην Ατένας Κόρδομπα. Μετά από πέντε χρόνια, το 1998, ήρθε στον Ολυμπιακό. Τον είδαμε για άλλα πέντε χρόνια στο ΝΒΑ, σταμάτησε το 2010 εξαιτίας τραυματισμών, μα επανήλθε για μερικούς μήνες το 2013, στα 38 του. Πού; Μα στην Ατένας, φυσικά.

 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΠΟΥΡΟΥΣΗΣ: «Δεν θα παίξω στην Α1 με την Καρδίτσα, θα βοηθήσω από άλλο πόστο»

 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News