ΑΡΒΙΝΤΑΣ ΣΑΜΠΟΝΙΣ: Το θαύμα της φύσης άργησε να βρει την Αμερική και τον έχασε δις η… Ελλάδα (vids, pics)

Τα 57α του γενέθλια γιορτάζει σήμερα ο ίσως υπέρτατος Ευρωπαίος γίγαντας του μπάσκετ που πήγε πολύ αργά στο ΝΒΑ ενώ προηγούμενα δεν ευδοκίμησε ο ερχομός του στη χώρα μας για λογαριασμό της ΑΕΚ και του Ολυμπιακού.

Τον αποκάλεσαν θαύμα της φύσης , ετυμηγορία που όσοι είχαν την ευκαιρία να τον θαυμάσουν δύσκολα διακρίνουν σ’ αυτήν κάποια δόση υπερβολής. Βλέπετε ο γίγαντας των 2 μέτρων και 21 εκατοστών Άρβιντας Σαμπόνις που γεννήθηκε στις 19 Δεκέμβρη 1964 στην πόλη Κάουνας της Λιθουανίας στην πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση ήταν κάτι ξεχωριστό.  Ή ακόμα και μοναδικό θα τολμούσαν, και τόλμησαν ουκ ολίγοι να υποστηρίξουν. Για το μπάσκετ, τόσο της Γηραιάς Ηπείρου αλλά και όχι μόνον.

Ξεκίνησε να παίζει μπάσκετ σε ηλικία 9 ετών, δύο χρόνια μετά αποφάσισε να εγκαταλείψει το άθλημα, επειδή το γυμναστήριο ήταν μακριά από το σπίτι της οικογένειας του και το ύψος του δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλο ωστόσο πείστηκε  από τον προπονητή, επέστρεψε και  ουδέποτε το μετάνιωσε τόσο ο ίδιος όσο  και φυσικά το σπορ στο οποίο μεγαλούργησε. Στα 15 του, το 1979 κλήθηκε στην εφηβική εθνική ομάδα της Σοβιετικής Ένωσης και  δύο χρόνια  αργότερα με την σχολική της ιδιαίτερης του πατρίδας Λιθουανίας έγινε πρωταθλητής στη μαθητική Ολυμπιάδα στην Ελλάδα. Εκείνη τη χρονιά το ύψος του είχε εκτοξευτεί στα 2.13 μ  και εκανε επαγγελματικό  ντεμπούτο τον Αύγουστο  στην ομάδα της γενέτειρας του  Ζάλγκιρις. 

 

Με τη φανέλα της έγινε γνωστός άμεσα στη Σοβιετική Ένωση  εντυπωσιάζοντας πάνω απ’ όλους τον κορυφαίο προπονητή της χώρας  Αλεξάντερ Γκομέλσκι  ο οποίος τον ήθελε διακαώς στην πανίσχυρη ΤΣΣΚΑ Μόσχας. Ένα χρόνο αργότερα, ο Γκομέλσκι τον κάλεσε στην εθνική ανδρών της ΕΣΣΔ, αλλά  ο Σαμπόνις κατέθεσε ψεύτικο καρδιογράφημα,  σύμφωνα με το οποίο έπασχε από αρρυθμίες ενώ παράλληλα έδωσε εξετάσεις και πέρασε στο πανεπιστήμιο για αγροτικές σπουδές.  Επιλογή  κάθε άλλο παρά τυχαία, καθώς οι φοιτητές  του εν λόγω πανεπιστημίου δεν είχαν υποχρεωτική στρατιωτική θητεία η οποία μοιραία θα τον οδηγούσε σε «μεταγραφή» στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας στην οποία πήγαιναν  οι κορυφαίοι  της χώρας και είχε κατακτήσει μέχρι το 1983 τον τίτλο σε 22 από τα 24 τελευταία σοβετικά πρωταθλήματα. Ξεκίνησε τότε μια τιτανομαχία ανάμεσα στο γίγαντα της ΤΣΣΚΑ Βλαντιμίρ Τκατσένκο  και τον πολυτάλαντο αλλά σαφώς με πιο περιορισμένη εμπειρία και σωματοδομή Λιθουανό. Οι Μοσχοβίτες ήταν αρχικά νικητές αλλά από το 1985 κι έπειτα ο πληθωρικός και πιο ώριμος πλέον Σαμπόνις των 2.21μ. απλά δεν… παιζόταν από κανέναν. Η Ζάλγκιρις κατέκτησε τρία διαδοχικά πρωταθλήματα  αλλά και το Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων της FIBA το 1986 στο Μπουένος Άιρες  όπου στον τελικό  κόντρα στην  Φέρο Καρίλ Οέστε σημείωσε 26 πόντους στη νίκη με 84–78.

Την ίδια χρονιά η Ζάλγκιρις, εκπροσώπησε  την ΕΣΣΔ στην Ευρωλίγκα και στον τελικό της Βουδαπέστης  κόντρα στην κάτοχο του τροπαίου Τσιμπόνα Ζάγκρεμπ είχε μια οδυνηρή εμπειρία  καθώς όχι μόνον ομάδα του έχασε 94–82,  αλλά και ενώ με 27 πόντους και 14 ριμπάουντ την κρατούσε σχεδόν μόνος μέσα στο παιχνίδι  οι διαιτητές  Ρήγας και Φιορίτο τον απέβαλαν για αντιαθλητική συμπεριφορά.

 

 

Επίσης το 1986 φθάνει στην κορυφαία του επίδοση επιθετικά σε αγώνα  κόντρα στην  Ντιναμό Μόσχας πετυχαίνοντας 57 πόντους όμως ξεκίνησαν τότε οι περιπέτειες με τραυματισμούς  με αποτέλεσμα να χάσει τον πρώτο τελικό του πρωταθλήματος εναντίον της ΤΣΣΚΑ και η Ζαλγκίρις γνώρισε την ήττα. Επανήλθε δεχόμενος ισχυρή εξωτερική πίεση και με τον Σαμπόνις στη σύνθεση της  η  ομάδα της Λιθουανίας επικράτησε εκείνης της Μόσχας δύο φορές  και αναδείχθηκε εκ νέου πρωταθλήτρια Σοβιετικής Ένωσης.

Η φήμη του είχε  προ πολλού ξεπεράσει τα…κλειστά  σύνορα της Σοβιετικής  Ένωσης αλλά και της Ευρώπης. Είχε ταξιδέψει ως την άλλη πλευρά του Ατλαντικού ωκεανού. Επιλέχθηκε αρχικά από τους  Ατλάντα Χοκς, όντας  νούμερο  77  των ντραφτ το 1985. Η επιλογή όμως ακυρώθηκε, επειδή ήταν μικρότερος του ορίου των 21 ετών. Ένα χρόνο μετά,  δύο μήνες  έπειτα από την κατάκτηση του τίτλου  με τη Ζάλγκιρις, ο Λιθουανός γίγαντας  υπέστει υποτροπή – ρήξη αχίλλειου τένοντα  κάτι που δεν εμπόδισε  τους Πόρτλαντ Τρέιλρ Μπλέιζερς  να δοκιμάσουν να σπάσουν  εκ των πρώτων το… φράγμα των εισροής Ευρωπαίων στο ΝΒΑ διαλέγοντας τον «Σάμπας» στο νούμερο 24 του draft. Δυστυχώς για  εκείνους και τη Μέκκα του μπάσκετ  οι άνεμοι της περεστρόικα δεν είχαν ακόμα φυσήξει στη Σοβιετική Ένωση και φυσικά η υπερδύναμη του κομμουνισμού δεν θα επέτρεπε σε ένα από τα κορυφαία της προϊόντα να γίνει αντικείμενο… καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Πολλώ δε μάλλον στη Μέκκα του αντίπαλου πολιτικοοικονομικού συστήματος. Ο Σαμπόνις δεν είχε το δικαίωμα να  αγωνιστεί στις ΗΠΑ, παρά την προσπάθεια του προπονητή της LSU Tigers, Ντέιλ Μπράουν, να σπουδάζει και να παίζει στο πανεπιστήμιο της Λουιζιάνα. Ακολούθησε νέα υποτροπή κατά τη διάρκεια προπόνησης στις αρχές του 1988. Χρειάστηκε συνολικά  1,5 χρόνο για να ανακάμψει. Ωστόσο, πήγε στο Πόρτλαντ μετά και τη δεύτερη χειρουργική επέμβαση για να αποκαταστήσει τον τραυματισμό του με το ιατρικό προσωπικό των Μπλέιζερς τον Απρίλιο του 1988, προπονούμενος παράλληλα και με την αμερικανική ομάδα.

Το 1989, η Σοβιετική Ομοσπονδία μετά την κατάκτηση του χρυσού Ολυμπιακού μεταλλίου, επέτρεψε στους παίκτες της εθνικής ομάδας να αγωνιστούν στο εξωτερικό και ο Σαμπόνις υπέγραψε στην Βαγιαδολίδ με μεσολαβητή των διαπραγματεύσεων τον Γκομέλσκι. Στις 7 Νοεμβρίου 1989 σημείωσε ρεκόρ καριέρας στην Ισπανία με 44 πόντους απέναντι στη Ρεάλ Μαδρίτης έχοντας  επίσης 12 ριμπάουντ.  Το 1992 φόρεσε τη φανέλα της τελευταίας με την οποία κέρδισε δύο  πρωταθλήματα Ισπανίας και  την Ευρωλίγκα το 1995.  Ανακυρήχθηκε πολυτιμότερος παίκτης και στους τρεις τελικούς του ισπανικού πρωταθλήματος  στους οποίους συμμετείχε ενώ στις 31 Μαρτίου 1995 και το εκτός έδρας παιχνίδι  κόντρα στην Ορένσε  κατάφερε να συγκεντρώσει 66 βαθμούς στο σύστημα αξιολόγησης, επίδοση που παραμένει ρεκόρ μέχρι και σήμερα.  Έχοντας τελειώσει τον αγώνα  με 32 πόντους  (10/15 δίποντα, 2/2 τρίποντα, 6/6 βολές) 27 ριμπάουντ, 3 ασίστ, 5 κλεψίματα, 5 κοψίματα και 6 λάθη σε 40 λεπτά.  

 

Στα 31 του χρόνια, ο Μπομπ Γουίτσιτ, γενικός διευθυντής των Μπλέιζερς, ζήτησε από τον ιατρό της ομάδας να εξετάσει τις ακτινογραφίες του Λιθουανού σέντερ. «Θα μπορούσε να  δικαούται μια θέση στάθμευσης στην θέση ανθρώπων με ειδικές ανάγκες, με βάση μόνο την ακτινογραφία» τόνισε σε συνέντευξη του 2011 ο Γουίτσιτ αλλά  οι Μπλέιζερς ρίσκαραν και δικαιώθηκαν περίτρανα με τον Σαμπόνις που υπέγραψε  στις 30 Σεπτεμβρίου 1995 να κάνει νετμπούτο στις 3 Νοεμβρίου με 10 πόντους και 7 ριμπάουντ κόντρα στους Βανκούβερ Γκρίζλις. Είχε μία επιτυχημένη πρώτη χρονιά με μέσο όρο 14,5 πόντους, 55 % ποσοστό ευστοχίας και 8,1 ριμπάουντ, ενώ έπαιζε λιγότερο από 24 λεπτά. Επιλέχθηκε στην πρώτη ομάδα All-Rookie και ήταν επιλαχών για τον τίτλο του καλύτερου  νεοφερμένου παίκτη και του έκτου  κορυφαίου της χρονιάς. Οι μέσοι όροι έφτασαν τους 23,6 πόντους και 10,2 ριμπάουντ ανά παιχνίδι, στην πρώτη του σειρά πλέι-οφ στο ΝΒΑ ενώ τον Ιανουάριο του 1997 πέτυχε το ρεκόρ καριέρας  στη διοργάνωση με 33 πόντους απέναντι στους Ντάλας Μάβερικς. Κατά τη διάρκεια της καριέρας του στο  μαγικό κόσμο του ΝΒΑ κέρδισε τρεις φορές τον τίτλο Euroscar του καλύτερου Ευρωπαίου καλαθοσφαιριστή ενώ ισάριθμους είχε τη δεκαετία του 1980 αγωνιζόμενος στη Ζαλγκίρις με το σχετικό ρεκόρ να παραμένει ακατάρριπτο. Μετά την σεζόν 2000–01, αρνήθηκε να υπογράψει επέκταση συμβολαίου με τους Μπλέιζερς  καθώς δήλωσε «ήταν κουρασμένος ψυχικά και σωματικά». Επέστρεψε στην Ευρώπη,  και τη Ζάλγκιρις αλλά λόγω προβλημάτων κατέληξε να λείπει όλη τη σεζόν, να ξεκουράζεται και να αναρρώνει από τους τραυματισμούς. Επέστρεψε στους Μπλέιζερς το 2002–03 και  ολοκλήρωσε τη διαδρομή του  στο ΝΒΑ  με 5.629 πόντους, 3.436 ριμπάουντ και 964 ασίστ.

Τελευταίος σταθμός της  αγωνιστικής του διαδρομής ήταν η Ζάλγκιρις την αμέσως επόμενη σεζόν. Παρά τα 140 του κιλά, τα σχεδόν 40 του χρόνια αγωνιζόταν για περίπου 30 λεπτά, οδήγησε την ομάδα του Κάουνας στους 16 της Ευρωλίγκας και  ψηφίστηκε MVP της κανονικής περιόδου και της εν λόγω φάσης ενώ στο ύστατο του ματς σε διεθνή διασυλλογική διοργάνωση  κόντρα στη Μακάμπι Τελ Αβίβ σημείωσε 29 πόντους σε 30 λεπτά. Ακολούθως έγινε επίσης πρόεδρος της και μέτοχος και αποχώρησε από το επαγγελματικό μπάσκετ το 2005 στα 41 του χρόνια. Στη συνέχεια ίδρυσε σχολή μπάσκετ και στις 24 Οκτωβρίου 2011, ψηφίστηκε Πρόεδρος της Λιθουανικής Ομοσπονδίας Μπάσκετ, αντικαθιστώντας τον Βλάντας Γκαράστας, ο οποίος είχε τη θέση από το 1991. Αποχώρησε για μια εβδομάδα τον Οκτώβριο του 2013, αλλά επέστρεψε  επανεξελέγη το 2016 και παρέμεινε ως τον περασμένο Σεπτέμβριο όταν τον διαδέχθηκε ο  πρώην προπονητής Βίντας Γκεντβίλας.

 

 

Κορυφαίος Λιθουανός αθλητής

Ο Σαμπόνις θεωρείται ο κορυφαίος αθλητής της Λιθουανίας τον 20ο αιώνα ξεπερνώντας τους ολυμπιονίκες της δισκοβολίας Βιργκίλιους Αλάνκα, Ρόμας Ουμπάρτας, τον επικοντιστή Βλάντισλαβ Κοζακίεβιτς και τον σφαιροβόλο Βλάντισλαβ Κόμαρ. Το 1997 κυκλοφόρησε η ταινία ντοκιμαντέρ «Sabas» με σκηνοθέτη τον συμπατριώτη του Βιτάουτας Λαντσμπέργκις  ενώ  πριν από επτά χρόνια ένας άλλος  Λιθουανός κινηματογραφιστής ο Ρίμβιντας Βιεκαβίτσιους  γύρισε για το συμπατριώτη του γίγαντα του μπάσκετ το ντοκιμαντέρ με τίτλο «Κεφάλι και ώμοι πάνω».

 

Τα καρθώματα του με τη Σοβιετική Ένωση και τη Λιθουανία

Το 1981 και το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Παίδων στην Κατερίνη ο γίγαντας από το Κάουνας,  δείχνει τα πρώτα δέιγματα του μεγαλείου του και με συνοδοιπόρο τον μετέπειτα συμπαίκτη και στη μεγάλη εθνική, Βαλερί Τιχονένκο θα οδηγήσει τη Σοβιετική Ένωση στο χρυσό μετάλλιο. Κατέκτησε το  ίδιο μετάλλιο  και στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1982 (νίκη επί των ΗΠΑ  στον τελικό με 95–94). Την ίδια χρονιά είχε  λάβει μέρος σε περιοδεία της Σοβιετικής Ένωσης στις ΗΠΑ και είχε εντυπωσίασε με τον θρυλικό Μπόμπι Νάιτ να τον θεωρεί καλύτερο νέο παίκτη του κόσμου. Ένα χρόνο μετά στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα  στη Γαλλία, ήταν πρώτος σκόρερ της Σοβιετικής ομάδας με μέσο όρο 17,7 πόντους και κορυφαία εμφάνιση με 28 πόντους με αντίπαλο την Ολλανδία. Επίδοση ρεκόρ για παίκτη κάτω των 20 ετών που ουδείς μπόρεσε μετά να την ξεπεράσει.

Το 1985 στη  Στουτγκάρδη η ΕΣΣΔ έγινε πρωταθλήτρια Ευρώπης και ο Σαμπόνις ήταν πρώτος της σκόρερ με μέσο όρο 20,1 πόντους ενώ σημείωσε 34 στο ντέρμπι του πρώτου γύρου με την Γιουγκοσλαβία και 36 στον ημιτελικό με την  Ιταλία. Στον τελικό,  κόντρα στην Τσεχοσλοβακίας  πρόσθεσε άλλους 23 και πήρε 15 ριμπάουντ  ενώ ψηφίστηκε καλύτερος παίκτης της διοργάνωσης. Στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1986 ήταν πρωταγωνιστής του αλησμόνητου ημιτελικού με τη Γιουγκοσλαβία (91–90) σημειώνοντας 25 πόντους και ένα τρίποντο, που επέτρεψε στους Σοβιετικούς να ανατρλεψουν διαφορά εννέα πόντων (76- 85) στα τελευταία 47 δευτερόλεπτα, κερδίζοντας το εισιτήριο του τελικού στην παράταση, με το Σαμπόνις να έχει και τις δύο τελευταίες προσπάθειες επιτυχημένες στον επιπλέον χρόνο. Στον τελικό όμως οι Αμερικανοί επικράτησαν με 87–85.  Στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Σεούλ το 1988 παρά τις ενστάσεις των γιατρών του Πόρτλαντ μετά τον τραυματισμό που τον ταλαιπώρησε  ήθελε πολύ και τελικά έδωσε το «παρών». Στους ημιτελικούς, η ΕΣΣΔ  νίκησε τις  ΗΠΑ 82–76, έχοντας πρωταγωνιστή το Σαμπόνις που σημείωσε 13 πόντους και είχε ισάριθμα ριμπάουντ ενώ εξουδετέρωσε τον μεγάλο αστέρα των Αμερικανών  Ντέιβιντ Ρόμπινσον μετέπειτα σούπερ- σταρ του ΝΒΑ. Η αναμέτρηση της 28ης Σεπτεμβρίου 1988 ονομάστηκε τότε «ο αγώνας του αιώνα» ενώ στον τελικό, οι Σοβιετικοί  βριάβευσαν 76-63 επί της Γιουγκοσλαβίας με 20 πόντους και 15 ριμπάουντ του Λιθουανού παρά την παρουσία στους «πλάβι» των σπουδαίων αντιπάλων όπως οι Βλάντε Νtίβατς, Στόγιαν Βράνκοβιτς και Ντίνο Ράτζα).

Το έντονο αντισοβετικό του συναίσθημα

Τέλος το 1992 στη Βαρκελώνη με την εθνική ομάδα της ιδιαίτερης του πατρίδας στον αγώνα για το χάλκινο μετάλλιο, η Λιθουανία  κατάφερε να νικήσει 82–77 τη διάδοχο της Σοβιετικής Ένωσης Κοινοπολιτεία  με τον Σαμπόνις να σημειώνει 27 πόντους και  να μαζεύει 16 ριμπάουντ και να δηλώνει: «Το μετάλλιο στη Σεούλ ήταν χρυσό, αλλά αυτό το χάλκινο είναι η ψυχή μας» αφιερώνοντας τη νίκη στο λαό της πατρίδας του. Μισούσε οτιδήποτε σοβιετικό. Έλεγε πως έμενε σιωπηλός στην ανάκρουση του σοβιετικού ύμνου, όχι για να συγκεντρωθεί, αλλά γιατί δεν ήθελε να τραγουδήσει τους στίχους και  είχε υποστηρίξει ότι ο κομμουνισμός του κατέστρεψε την καριέρα…! Στο μυαλό του μπορεί να  υπήρχε κάποιας μορφής γλυκιά εκδίκηση όμως φήμες θέλουν το ίδιο βράδυ να λείπει από την απονομή, γιατί έπινε βότκα, και μέθυσε (είχε αδυναμία στο ποτό) τόσο άσχημα, που τον βρήκαν την επόμενη μέρα στους αθλητικούς κοιτώνες των γυναικών.

 

Ο «Σάμπα» και η Ελλάδα

Απών  λόγω τραυματισμού από το επικό για τα ελληνικά χρώματα Ευρωμπάσκετ 1987 δυο χρόνια αργότερα όμως, ήταν παρών στον ημιτελικό του Ζάγκρεμπ, στην τεράστια νέα νίκη της Εθνικής επί των Σοβιετικών με τη ραψωδία του Νίκου Γκάλη, που πέτυχε τους 45 από τους 81 πόντους της τότε πρωταθλήτριας Ευρώπης..

Το 95′ η  Ελλάδα στο εκ νέου επί πατρίου εδάφους Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα  δεν αντιμετώπισε τους Λιθουανούς, αλλά ο Σάμπας άκουσε ένα ολόκληρο στάδιο στο ΟΑΚΑ να υποστηρίζει την ομάδα του και να φωνάζει ρυθμικά «Λιέ-του-βα», προδίδοντας την παραδοσιακή φιλία με την ομόδοξη Γιουγκοσλαβία του αλησμόνητου Ντούσαν Ίβκοβιτς. Ανακυρήχθηκε πρώτος ριμπάουντερ της διοργάνωσης με μέσο όρο 15,3 δεύτερος σκόρερ 22,0 πόντους  και κατέκτησε το αργυρό μετάλλιο. Το 1999 τέλος έβαλε με 18 πόντους Λιθουανία το τελευταίο καρφί στο Γολγοθά της Εθνικής στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα στη Ντιζόν.

 

 

 

 

Ο τρανός πόθος του Ψωμιάδη και η λάθος εκτίμηση του Ιωαννίδη

Ήταν 17 Ιανουαρίου του 1989. Η ΑΕΚ φιλοξενεί για το Κύπελλο Κόρατς στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας τη Ζαλγκίρις Κάουνας και κόντρα στα προγνωστικά  θριαμβεύει 109-95. Ο τότε ισχυρός της άνδρας Μάκης Ψωμιάδης  δεν περιορίστηκε στο να εκφράσει τη δυσαρέσκειά του για τη μηδαμινή προσέλευση των φιλάθλων στο γήπεδο στην κατά τη γνώμη του «μεγαλύτερη νίκη στην ιστορία της μετά τον άθλο του 1968» αλλά ο «Big Mac» φρόντισε να αποκαλύψει το εξαιρετικά φιλόδοξο του σχέδιο αναφορικά με τον σούπερ- σταρ του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Υποστήριξε ότι η Ζαλγκίρις έχει δώσει θετική απάντηση και το μοναδικό, το οποίο απομένει αποτελεί να ανάψει το «πράσινο φως» ο ίδιος ο γίγαντας Λιθουανός σέντερ. «Νομίζω ότι με λίγη τύχη ο Σαμπόνις θα παίξει στην ΑΕΚ» είπε ο Ψωμιάδης ενώ ο Τύπος της εποχής ανέφερε ότι ο ελληνικός σύλλογος είχε ήδη καταθέσει πρόταση στη Ζάλγκιρις.

 

 

Τελικά ο Σαμπόνις που δικαιολογημένα εισήχθη  σ’ αμφότερα τα Basketball Hall of Fame δεν ήρθε ούτε τότε στην Ελλάδα ούτε το 1992 επειδή ο  τεχνικός του Ολυμπιακού Γιάννης Ιωαννίδης τον απέρριψε λόγω των τραυματισμών του. Αλλά το μετάνιωσε τρία χρόνια αργότερα, στον τελικό της Μαδρίτης  στον οποίο η Ρεάλ επιβλήθηκε με 73–61 των «ερυθρολεύκων» και ήταν πρώτος σκόρερ της συνάντησης με 23 πόντους και πολυτιμότερος παίκτης των τελικών. «Πέντε ημέρες να παίζαμε τον τελικό, όσο ήταν ο Σαμπόνις στο γήπεδο δεν κερδίζαμε ποτέ» παραδέχθηκε αμέσως μετά ο «ξανθός».

 

 

 

Είπαν για τον Σαμπόνις

Μπιλ Γουόλτον ( Μπλέιζερς, Σαν Ντιέγκο, Κλίπερς, Σέλτικς):«Τον είχα δει να παίζει στο πανευρωπαικό του 1984. Ίσως να είχε κάνει quadruple double στο ημίχρονο. Ο  Γκομέλσκι δεν τον ξεκίνησε στο δεύτερο. Ίσως σου ερχόταν η επιθυμία να ξαναγράψεις τους κανόνες του παιχνιδιού αφού τον έβλεπες να παίζει. Είχε το ταλέντο του Λάρι Μπερντ και του Πιτ Μάραβιτς, την αθλητικότητα του Καρίμ ενώ μπορούσε και να σουτάρει τρίποντα, να πασάρει, να ντριπλάρει, να τρέξει στο γήπεδο. Θα έπρεπε να οργανώσουμε σχέδιο απαγωγής του όσο ήταν στα prime του».

Σον Έλιοτ ( Σαν Αντόνιο Σπερς , Ντριτρόιτ Πίστονς): «Τον είδα στα prime του. Εάν ερχόταν τότε στο ΝΒΑ, οι φίλαθλοι θα είχαν δει έναν από τους καλύτερους ψηλούς στην ιστορία. Ήταν ο  Ντέιβιντ Ρόμπινσον με σουτ από το τρίποντο και καλύτερος πασέρ. Στο παιχνιδι μας έκανε ένα φοβερό κάρφωμα πάνω στον  Τσαρλς Σμιθ και τον Ντέιβιντ Ρόμπινσον. Ένα από τα καλύτερα καρφώματα που έχω δει. Όταν έπαιξε στο ΝΒΑ ήταν 300 pounds, Όταν τον είδα εγώ ήταν 250. Σούταρε καλύτερα από τον Τζακ Σίκμα και πάσαρε σαν τον Μπιλ Γουόλτον. Εάν είχε έρθει νωρίτερα ίσως οι Μπλέιζερςνα παίρναν πολλούς τίτλους»

Τζιμ Πάξτον ( πρώην τζένεραλ μάνατζερ των Μπλέιζερς) : «Ο Σαμπόνις είναι στο τοπ20 όλων των εποχών στην ιστορία του αθλήματος».

Π. Τ. Καρλίσιμο ( πρώην τεχνικός των Μπλέιζερς) :«Στα νεανικά του χρόνια ήταν με διαφορά ο καλύτερος παίκτης εκτός ΝΒΑ. Ήταν κάτι μοναδικό. Οι άνθρωποι στην Αμετική δεν έχουν ιδεά πόσο καλός ήταν. Πόσο καλά έτρεχε και πόσο αθλητικός ήταν. Και μετά τον είχα παίκτη. Ήταν από τους αγαπημένους μου παίκτες. Πραγματικά απολάμβανα να τον κοουτσάρω. Δεν είχε αθλητικότητα αλλά είχε τρομακτική μπασκετική αντίληψη. Δεν μπορούσε να σταματήσει φυσικά τον Σακίλ, κανείς δεν μπορούσε, αλλά τον ζόριζε περισσότερο από τον καθένα. Ο Σακίλ δεν μπορούσε να παίξει μαζί του όπως έκανε με όλους τους άλλους. Του ήταν δύσκολο να είναι στο παρκέ για 82 παιχνίδια αλλά ήταν από τους αγαπημένους παίκτες στην καριέρα μου»

Μάικ Ντανλίβι ( πρώην τεχνικός των Μπλέιζερς): «Ήταν μία απόλαυση να τον κοουτσάρεις. Δεν νομίζω ότι υπήρξε ψηλός μέχρι την εποχή του με τέτοιες δεξιότητες».

Κλάιντ Ντρέξελ ( Πόρτλαντ Τρέιλρ Μπλέιζερς): «Αν ο Σαμπόνις είχε τη δυνατότητα να περάσει την ακμή του στο Πόρτλαντ δίπλα στην πλειάδα αστέρων που διέθετε η ομάδα τότε οι Μπλέιζερς θα είχαν πέντε ή έξι τίτλους ΝΒΑ».

 

 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News