Αλεξάνταρ Τζόρτζεβιτς: Ο εγωισμός που έφερε το «όχι» στον Ομπράντοβιτς

Ο Παναθηναϊκός, ως κάτοχος της Euroleague, έκανε σπουδαία πρόταση στον Αλεξάνταρ Τζόρτζεβιτς το καλοκαίρι του 2002 και ο Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς τον πίεζε να πάει στην Αθήνα. Αλλά ο «Σάλε» δεν ήθελε να είναι… κακομοίρης -και τώρα το έχει μετανιώσει.

Αντιλαμβανόμενος, πια, το μπάσκετ από το μετερίζι του προπονητή, ο Αλεξάνταρ Τζόρτζεβιτς κοστολογεί διαφορετικά τις αποφάσεις που πήρε ως παίκτης. Ο προπονητής της Φενέρμπαχτσε αντιλαμβάνεται τη σημασία όλων των αθλητών σε μία ομάδα, διότι η όρασή του έχει γίνει πια πιο περιφερειακή: βλέπει την ολότητα των αποδυτηρίων και όχι ένα μέρος τους.

Στα 54 του, πια, ο άνθρωπος που οδήγησε τη Σερβία στο ασημένιο μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2016, στο Ρίο, και που δύο χρόνια πριν, στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, η ομάδα του τερμάτισε πίσω από τους Αμερικανούς, καταλαβαίνει ότι ο σπουδαίος παίκτης δεν είναι μόνο εκείνος που μεγαλουργεί στα παρκέ, αλλά και αυτός που μπορεί να δείχνει το δρόμο στους υπόλοιπους χωρίς να έχει τη σημαντική αγωνιστική συμμετοχή. Γι’ αυτό, κιόλας, αναφερόμενος στην καριέρα του ως εν ενεργεία καλαθοσφαιριστής, δήλωσε στην εφημερίδα «Ζουρνάλ» ότι κατά την πρώτη αποχώρησή του, το 2002, το μεγάλο λάθος που έκανε ήταν ότι δεν είπε «ναι» στην πρόταση που του έγινε από τον Παναθηναϊκό, με το συμπατριώτη του και Πολυδεύκη του τα νεανικά χρόνια του στην Παρτίζαν, Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς, να έχει αναλάβει προσωπικά να τον πείσει.

Ο «Σάλε» είπε πως ένιωθε το σώμα του φθαρμένο και, ύστερα από κάθε λογής τραυματισμούς, ήθελε να μην ξαναπαίξει μπάσκετ σε επίπεδο πρωταθλητισμού. Ο Παναθηναϊκός, βέβαια, ήταν όπως πάντα γενναιόδωρος, αφού ο Παύλος Γιαννακόπουλος δεν είχε «πέσει» ακόμη στη λούπα του πολυμετοχικού, αλλά ο Τζόρτζεβιτς δεν διείδε την πρόκληση. Ο Ομπράντοβιτς, που ξέρει ότι οι Γιουγκοσλάβοι πόιντ γκαρντ -ειδικά εκείνοι της ποιότητας του Αλεξάνταρ, που ακόμη λογίζεται ως ο κορυφαίος στη θέση του για τη Σερβία- αναγνώριζε πως ό,τι ίσχυε εκείνη τη στιγμή για το συνοδοιπόρο του στους «γκρομπάρι», οι οποίοι έπαιξαν στο πρώτο σύγχρονο Final 4 του Κυπέλλου Πρωταθλητριών στη Γάνδη και την επόμενη χρονιά κατέκτησαν το Κύπελλο Κόρατς, δεν είναι απαραίτητο ότι θα είχε την ίδια δυναμική προϊόντος του χρόνου.

Πράγματι, ο Τζόρτζεβιτς πήρε το σαββατικό του και έπαιξε ακόμα ένα χρόνο στη Σκαβολίνι Πέζαρο πριν πάει το 2005 στην Ολίμπια Μιλάνο, μία ομάδα με την οποία μεγαλούργησε τη διετία 1992-94, δηλαδή αμέσως μετά τον άθλο της Πόλης με το νικητήριο τρίποντο στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών επί της Μπανταλόνα, για να εντρυφήσει στην κατάσταση και να ξεκινήσει την προπονητική καριέρα του.

Το αιώνιο ερώτημα

Μπορεί η περίπτωση μόνο να ψηλαφεί την πραγματικότητα ενός βετεράνου που κάποτε ήταν σπουδαίος, αλλά το αιώνιο ερώτημα είναι αν ένας αθλητής της κλάσης του Τζόρτζεβιτς, που στο Ευρωμπάσκετ του 1995, στην πανστρατιά των Γιουγκοσλάβων μετά το εμπάργκο, πέτυχε 41 πόντους με 9 στα 12 τρίποντα στο μυθικό 96-90 επί των Λιθουανών στο ΟΑΚΑ, που πήρε άλλο ένα χρυσό το 1997 στη Μαδρίτη και νίκησε στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα επίσης της Αθήνας, το 1998 -εξαιρουμένων του χρυσού στο Ευρωμπάσκετ το 1991, στη Ρώμη, με τη Γιουγκοσλαβία, όταν ο Ντράζεν Πέτροβιτς, που είχε βάλει όρο την… αποπομπή του όσο ήταν εκείνος της Εθνικής αποφάσισε να μην πάρει μέρος, κυρίως για πολιτικούς λόγους- πρέπει να αποχωρεί ή φτάνει στο σημείο που ο ίδιος λέει ότι δεν πάει άλλο.

Τόσα και τόσα συγκροτήματα επανενώνονται έπειτα από δεκαετίες και παρουσιάζονται ως περιγράμματα ενός μακρινού παρελθόντος, εν είδει μαυσωλείων, αλλά οι φαν τους φορούν τις παρωπίδες και τις ωτασπίδες τους και συνεχίζουν να τα θαυμάζουν. Αν, εν πάση περιπτώσει, έχεις ένα ή δύο χρόνια ακόμη και έχεις αποφασίσει να τα «κάψεις» επειδή ξέρεις ότι δεν θα είσαι ο ίδιος ή αν η διαφορά σου είναι εμφανής, αλλά αγαπάς αυτό που κάνεις -είτε αυτό μεταφράζεται σε ανασφάλεια για το μέλλον είτε σε εμμονή της αναβίωσης- και θέλεις να συνεχίζεις να παίζεις, με κάθε κόστος.

Ο Τζόρτζεβιτς δεν εννοούσε, στη «Ζουρνάλ», ότι έχασε το πολύ χρήμα, αν και δεν αποκλείεται. Περισσότερο, μάλλον, πηγαίνοντας σε μία ομάδα που είχε στεφθεί πρωταθλήτρια Ευρώπης την Κυριακή του Πάσχα του 2002, θεωρούσε ότι θα μάθαινε, δίπλα στον Ομπράντοβιτς με τον οποίο συνεργάστηκε μόνο μία χρονιά, όταν ήταν νεογνό στους πάγκους, δηλαδή τη σεζόν 1991-92, θα μάθαινε πράγματα που θα του χρησίμευαν στην προπονητική καριέρα του και θα ανακάλυπτε έναν άλλο ρόλο, που οι ευθύνες δεν θα αφορούσαν στο αποτέλεσμα, αλλά στη σωστή καθοδήγηση στους νεότερους. 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News