Ολυμπιακός: Ο Πρίντεζης και το μεγαλύτερο σουτ στην ιστορία της Euroleague

Το καλάθι του Γιώργου Πρίντεζη στις 13 Μαΐου του 2012 στην Κωνσταντινούπολη, όταν ο Ολυμπιακός νίκησε την ΤΣΣΚΑ Μόσχας στον τελικό της Euroleague, και το in extremis τρίποντο του Αλεξάνταρ Τζόρτζεβιτς στις 11 Απριλίου 1992 στην ίδια πόλη, όταν η Παρτίζαν νίκησε την Μπανταλόνα στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, είναι τα δύο σπουδαιότερα καλάθια στην Ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ σε επίπεδο συλλόγων.

Τι είναι αναμφίβολο; Ότι το βράδυ της 13ης Μαΐου 2012, ο Γιώργος Πρίντεζης, που προετοιμάζεται για το πέμπτο Final 4 της καριέρας του, πέτυχε το κορυφαίο καλάθι στην Ιστορία του Ολυμπιακού, στον τελικό της Euroleague απέναντι στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας, για το τελικό 62-61.

Με 0,7’’ για τη λήξη, το περίφημο floater του τότε 27χρονου πάουερ φόργουορντ έβαλε την ομάδα του Ντούσαν Ίβκοβιτς μπροστά στον τελικό της Ευρωλίγκας, στο «Σινάν Ερντέμ» της Κωνσταντινούπολης, απέναντι στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας, με 0,7’’ να απομένουν για τη λήξη. Αυτό ήταν τελείως ανέλπιστο, υπό την έννοια ότι οι παίκτες του Γιόνας Καζλάουσκας πάρταραν αγρίως για 28 λεπτά στο παρκέ και, φυσικά, όλοι θυμούνται με πόση χαλαρότητα πανηγύρισε ο Αλεξέι Σβεντ το καλάθι που έφερε τους Ρώσους στο +19.

Εκείνο το καλάθι του Γιώργου Πρίντεζη από την ασίστ του Βασίλη Σπανούλη είχε έρθει… κόντρα στη ροή του ματς. Όχι υπό την έννοια της αντεπίθεσης, αλλά διότι, με τον Αντρέι Κιριλένκο στη ρακέτα, η ΤΣΣΚΑ είχε βάλει στοπ στην αριστερή πλευρά του Ολυμπιακού. Οι Μοσχοβίτες την πάτησαν για τα καλά, επιβεβαιώνοντας ότι εδώ και δεκαετίες οι ειδικές συνθήκες τους δημιουργούν τάση για κατάρρευση, ειδικά όταν είναι το φαβορί σε μία αναμέτρηση. Ο Πρίντεζης σκόραρε το καλάθι που χάρισε το Κύπελλο Πρωταθλητριών στον Ολυμπιακό, το δεύτερο στην Ιστορία του μετά το 1997 στη Ρώμη, αλλά κυρίως έβαλε ένα σουτ που ουσιαστικά δεν έχει ταίρι στο ευρωπαϊκό μπάσκετ. Κανένας πόντος που έχει σημειωθεί πριν ή έπειτα από αυτό το σουτ είναι πιο σημαντικός. Εκτός, βεβαίως, από το τρίποντο του Αλεξάνταρ Τζόρτζεβιτς στο «Αμπντί Ιπεκτσί», στις 16 Απριλίου του 1992, που χάρισε το τρόπαιο στην Παρτίζαν Βελιγραδίου επί της Μπανταλόνα, 71-70.

Τα κριτήρια που βγάζουν… Ολυμπιακό και Παρτίζαν

Ότι τα καλάθια του Γιώργου Πρίντεζη και του Αλεξάνταρ Τζόρτζεβιτς είναι τα πιο σημαντικά στην Ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ σε διασυλλογικό επίπεδο, είναι μαθηματικά βέβαιον και προκύπτει και διά της εις άτοπον απαγωγής. Οι σύλλογοι είναι σπίτια και κάθε οικία έχει τη δική της ιστορία, παρ’ όλα αυτά κάποιες συνιστώσες δεν γίνεται να αμφισβητηθούν: η κορυφαία διοργάνωση της Ευρώπης σε επίπεδο ομάδων είναι η Ευρωλίγκα και το πιο σημαντικό παιχνίδι της είναι ο τελικός, διότι αυτό βγάζει το νικητή της διοργάνωσης για ένα χρόνο. Ό,τι σχηματίζει το σχέδιό της είναι η πορεία προς το τέλος.

Πάει να πει πως ό,τι συμβαίνει σε μια διοργάνωση επισκιάζεται από το τέλος της. Αν ο τελικός, όμως, κρίνεται από μία φάση, τότε αυτή λογίζεται και η πιο σημαντική της διοργάνωσης. Αυτά τα 64 χρόνια της διοργάνωσης μόνο τρεις τελικοί έχουν κριθεί με νικητήριο σουτ: το 1972 η Ίνις Βαρέζε νίκησε με σουτ του Ιταλοαμερικανού Τόνι Τζενάρι από τη γωνία τη Γιουγκοπλάστικα 70-69. Τα άλλα δύο έχουν ήδη αναφερθεί. Ο Ολυμπιακός της σεζόν 2011-12 και η Παρτίζαν της περιόδου 1991-92 έχουν το κοινό ότι ουδείς τους περίμενε. Επιπλέον, έχουν κοινό παρονομαστή τον Ντούσαν Ίβκοβιτς, ο οποίος ήταν εκείνος που έβαλε τον Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς στο… λούκι της προπονητικής από νωρίς, αλλά και η θέση του στο «Αμπντί Ιπεκτσί» ήταν δίπλα σε μια… πόρτα εξόδου, που έβγαζε στα αποδυτήρια των ομάδων, οπότε πιθανολογείται με ισχύ η παρουσία του σε εκείνα της Παρτίζαν στα ημίχρονα του ημιτελικού με τη Μιλάνο και του τελικού με την Μπανταλόνα.

Η διαφορά που κάνει ελάχιστα πιο ξεχωριστή την κατάκτηση από τους «γκρόμπαρι» είναι πως έδωσαν όλα τα παιχνίδια τους στη Φουενλαμπράδα της Ισπανίας, επειδή στη Γιουγκοσλαβία γινόταν ο εμφύλιος πόλεμος. Από την άλλη μεριά, παρ’ ότι η Μπανταλόνα ήταν φαβορί στον τελικό, η διαφορά της σε ποιότητα από την Παρτίζαν, σε θεωρητικό επίπεδο, μια και οι Γιουγκοσλάβοι είχαν τον Τζόρτζεβιτς και τον Πρέντραγκ Ντανίλοβιτς στο ρόστερ τους, ήταν κατά πολύ μικρότερη από εκείνη του Ολυμπιακού με την ΤΣΣΚΑ. Οι Μοσχοβίτες είχαν στο ρόστερ τους την Άρτα και τα Γιάννενα και ο Ολυμπιακός ξεκίνησε με βασικό σέντερ τον Λάζαρο Παπαδόπουλο, ο οποίος είναι ένας από τους πιο χαρισματικούς στην Ιστορία του ελληνικού μπάσκετ και ό,τι έκανε φάνταζε άκοπο, αλλά απείχε πολύ της εποχής που βρίσκονταν στο πικ η σωματική και η πνευματική διαύγειά του συνδυαστικά.

Ο Ολυμπιακός είχε χάσει το καλοκαίρι ένα κάρο παίκτες, από τον Θοδωρή Παπαλουκά και τον Γιάννη Μπουρούση ως τον Μίλος Τεόντοσιτς και τον Τζαμόντ Γκόρντον και από τον Ματ Νίλσεν και τον Γιόταμ Χαλπερίν ως τον Ράσο Νεστέροβιτς και τον Λουκά Μαυροκεφαλίδη. Δηλαδή μια οκτάδα παίκτες, οι οποίοι ουσιαστικά δεν αντικαταστάθηκαν. Αυτό, βεβαίως, ήταν φαινομενικό, διότι ο Κάιλ Χάινς αποδείχθηκε αλφάδι και ένας από τους πλέον αγαπητούς και παραγωγικούς Αμερικανούς στην Ευρώπη, ο Έισι Λο έγινε η γέφυρα του Βασίλη Σπανούλη προς τις ανάσες, ο Πέρο Άντιτς δεν υπάρχουν λόγια για να περιγραφούν η καλώς εννοούμενη αλητεία του εντός παρκέ και η άγνοια κινδύνου και δέους απέναντι στον αντίπαλο, ενώ τα πιτσιρίκια, ο Κώστας Σλούκας και ο Κώστας Παπανικολάου, είχαν την ευλογία να έχουν έναν προπονητή που, όχι μόνο ήταν σεσημασμένος για την ανατροφή νεαρών παικτών, οι οποίοι θα έπρεπε να του πληρώνουν ποσοστά από τα μελλοντικά συμβόλαιά τους αλλά, τα προηγούμενα καλοκαίρια συναγελαζόταν με ένα ματς μειράκια, για λογαριασμό μιας Σερβίας «λαβωμένης» από τους άνευ προηγουμένου βεντετισμούς των παικτών της.

Από την άλλη μεριά, ο πλούτος του ρόστερ του ουδεμία σχέση είχε με εκείνον της Παρτίζαν. Ο Ολυμπιακός ήταν μια κανονική ομάδα, με παίκτες σε κάθε θέση και λύσεις στον πάγκο, σε αντίθεση με τους Γιουγκοσλάβους, που σου έδιναν κάθε φορά την αίσθηση ότι έβγαζαν δεν έβγαζαν ματς. Δώδεκα παίκτες όλοι κι όλοι, με βασικό σέντερ τον Σλάβισα Κοπρίβιτσα που έπαιξε στο Παγκράτι και προσευχές να μην πάθει κάποιος κάτι.

Ο δείκτης δυσκολίας

Σε ό,τι αφορά τη δυσκολία στο σουτ, η δουλειά στο καλάθι του Πρίντεζη έγινε από τον Βασίλη Σπανούλη και τα αντανακλαστικά των παικτών της ΤΣΣΚΑ, που θεωρούσαν ότι θα έπαιρνε εκείνος την τελική προσπάθεια. Ο Έλληνας πάουερ φόργουορντ βρισκόταν στην υποδοχή της μπάλας και στην πραγματικότητα, με τον Κιριλένκο να κλείνει προς την ερυθρόλευκη με το νούμερο εφτά, παραήταν… μόνος του. Ο Τζόρτζεβιτς έπρεπε να κατεβάσει την μπάλα και να κάνει τζαμπ στοπ στη γραμμή του τρίποντου, προκειμένου να σουτάρει. Ο χρόνος που αφήνει ο Γιουγκοσλάβος πλέι μέικερ στο χρονόμετρο είναι αρκετός, 3’’, αλλά, όπως και στην περίπτωση της ΤΣΣΚΑ, η Μπανταλόνα δεν έχει τάιμ άουτ και τα δευτερόλεπτα δεν σταματούν.

Στην περίπτωση του Πρίντεζη, παρ’ ότι σταμάτησε το ρολόι, οι πιθανότητες να βρουν ένα σουτ οι Ρώσοι ήταν κατά πολύ μειωμένες. Τα 0,7’’ αρκούν για να γίνει ένα σουτ δίχως ντρίμπλα, αλλά η μπάλα βρισκόταν στην εξωτερική γραμμή και η απόσταση ήταν πολύ μεγαλύτερη. Σε μια ευθεία πάσα ο γρήγορος σουτέρ προλαβαίνει να οπλίσει και να κάνει κάτι που δεν είναι ολότελα απελπισμένα, αλλά σε μία ψηλοκρεμαστή, λόγω και της ταχύτητας με την οποία κινείται η μπάλα, είναι σχεδόν αδύνατον. Η ΤΣΣΚΑ δεν έκανε καν σουτ στην τελευταία φάση.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News